του Κωστή Πλάντζου

Σπατάλη χρόνου, χρημάτων και δυνάμεων για υποβολές δηλώσεων «πόθεν έσχες» διαπιστώνουν εμπλεκόμενοι παράγοντες των τραπεζών και της κρατικής μηχανής. Υπολογίζουν ότι χάνονται τουλάχιστον 120.000 εργατοώρες ή τουλάχιστον 10 εκατ. ευρώ κάθε χρόνο για τυπικές διαδικασίες και κυρίως για τις βεβαιώσεις καταθέσεων που ζητούν οι υπόχρεοι από τις τράπεζες. Κόστος το οποίο θα μπορούσε να αποφευχθεί αν οι ελεγκτικές αρχές συνεργάζονταν μεταξύ τους και με τις τράπεζες και αντλούσαν αυτόματα τα στοιχεία ελέγχου, αντί να υποβάλλονται 180.000 υπόχρεοι στην υποχρέωση υποβολής δηλώσεων.

Είναι ενδεικτικό ότι και φέτος πάλι οι λογιστές και οι φοροτεχνικοί, επικαλούμενοι τον τεράστιο φόρτο εργασίας, ζητούν να δοθεί παράταση στη διορία που τυπικά λήγει σήμερα στις 21 Οκτωβρίου για να υποβάλουν -με το αντίστοιχο κόστος φυσικά- τις Δηλώσεις Περιουσιακής Κατάστασης των πελατών τους.

Τυπολατρία αντί για ελέγχους

Ακόμα χειρότερα, μάχιμα στελέχη του φοροελεγκτικού μηχανισμού, με βάση την εμπειρία τους από το νέο ηλεκτρονικό σύστημα δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης, καταλογίζουν διαχρονικά αδυναμία και έλλειψη πολιτικής βούλησης στις κυβερνήσεις για πραγματικούς ελέγχους «πόθεν έσχες».

«Καλύπτουν την ατολμία τους να ελέγξουν τη διαφθορά, μεταθέτοντας την ευθύνη σε εκατοντάδες χιλιάδες υπόχρεους να υποβάλουν εκείνοι “κατά δήλωσή τους” καταστάσεις περιουσιακής κατάστασης, που όμως κοστίζουν ακριβά στους υπόχρεους πολίτες αλλά και στην αγορά», λένε πολύπειροι ελεγκτές. Και επισημαίνουν ότι ενώ το ηλεκτρονικό σύστημα Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης είναι εξαιρετικό εργαλείο και επιτρέπει ελέγχους εις βάθος, ο νόμος το περιορίζει σε σχολαστικούς ελέγχους ήσσονος σημασίας. Επισημαίνουν, μάλιστα, ότι «αν διαβάσει κανείς τον νόμο, διαπιστώνει ότι προβλέπονται υποχρεώσεις και κυρώσεις π.χ. για παράλειψη ή ανακριβή δήλωση, αλλά δεν ορίζει τις συνέπειες αν πιαστεί κάποιος να έχει κάνει ξέπλυμα μαύρου χρήματος».

Υποστηρίζουν πως «οι δηλώσεις “πόθεν έσχες” είχαν νόημα π.χ. πριν από δέκα χρόνια, όταν ίσχυε πραγματικά το τραπεζικό απόρρητο στη χώρα μας. Σκοπός τους ήταν και είναι -υποτίθεται- να αποκαλύψουν το ξέπλυμα μαύρου χρήματος και όχι να συντηρούν τη γραφειοκρατία». Και εξηγούν ότι «τα τελευταία χρόνια δεν ισχύει πλέον το απόρρητο ούτε ενώπιον της Εφορίας, ούτε φυσικά για τις ελεγκτικές αρχές που λειτουργούν με εισαγγελική εντολή ή υποστήριξη. Αν ήθελαν να κάνουν ελέγχους για βρώμικο χρήμα, θα μπορούσαν να τους κάνουν στοχευμένα ή δειγματοληπτικά».

Υπενθυμίζουν μάλιστα ότι «καθ’ υπόδειξη των δανειστών, η Βουλή έχει ψηφίσει μια σειρά από έμμεσες τεχνικές ελέγχων. Η άρση του τραπεζικού απορρήτου είναι πια τυπική διαδικασία, ενώ συνεχώς αντλούνται στοιχεία λογαριασμών από τράπεζες κ.λπ. Ενώ έχουμε τέτοια εργαλεία εν έτει 2017 πια, περιμένουμε να δούμε αν θα… αυτοκαταγγελθούν με τις δηλώσεις που θα κάνουν οι επίορκοι και διεφθαρμένοι λειτουργοί για να τους πιάσουμε; Επειτα, πώς οι τράπεζες στέλνουν αυτοματοποιημένα τα στοιχεία αγορών με κάρτες στην ΑΑΔΕ για να υπολογίζει το αφορολόγητο κάθε φορολογούμενου (που τα βλέπει real time και ο ίδιος στην οθόνη του), αλλά δεν μπορούν να στείλουν τα τραπεζικά υπόλοιπα των λογαριασμών 180.000 υπόχρεων “πόθεν έσχες” στις 31 Δεκεμβρίου του περασμένου χρόνου;», αναρωτιούνται οι πηγές μας.

Πολιτικός τραγέλαφος

Ακόμα και κυβερνητικοί βουλευτές, όμως, υποστηρίζουν σε συζητήσεις τους ότι «τίποτα δεν θα γίνει (σ.σ.: με τις δηλώσεις που υποβάλλουν οι υπόχρεοι)! Πόσοι έλεγχοι “πόθεν έσχες” έγιναν πραγματικά όλα αυτά τα 20 χρόνια που υποβάλλονται δηλώσεις; Για τυπική παράλειψη και μόνο θα μπλέξει κάποιος, όχι για ξέπλυμα βρώμικου χρήματος». Κάποιοι θυμούνται και τραγελαφικές καταστάσεις που είχαν δημιουργηθεί όταν, για παράδειγμα, βουλευτής έμπλεξε με εξεταστικές επιτροπές όχι επειδή πιάστηκε να έχει λεφτά που δεν δικαιολογούνταν από τις δηλώσεις του (δηλαδή μαύρο χρήμα), αλλά επειδή από αφηρημάδα ξέχασε μια χρονιά να αναγράψει ξανά έναν τραπεζικό λογαριασμό, τον οποίο δήλωνε ανελλιπώς χωρίς να έχει πρόβλημα στο «πόθεν έσχες» του όλα τα προηγούμενα χρόνια!

Κόπος και κόστος

Πέραν όμως των πολιτικών προσώπων των οποίων οι δηλώσεις ελέγχονται υποχρεωτικά και δίνονται στη δημοσιότητα κάθε χρόνο, εκατοντάδες χιλιάδες άλλοι υπόχρεοι, καθώς και οι συγγενείς τους, μπλέκουν σε χρονοβόρες γραφειοκρατικές διαδικασίες που προβλέπει ο νόμος για να συμπληρώσουν και να υποβάλλουν μαζικά το «πόθεν έσχες» – συχνά με λάθη όμως, καθώς δεν γίνονται αυτοματοποιημένα αλλά ιδιοχείρως.

Το πρόβλημα περιόρισε η ηλεκτρονική υποβολή των δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης που ξεκίνησε από φέτος ως αναγκαία προϋπόθεση για την απλούστευση της διαδικασίας υποβολής και ελέγχου. Ωστόσο, η γραφειοκρατία και πάλι καλά κρατεί, καθώς ο νόμος απαιτεί τη συλλογή βεβαιώσεων και δικαιολογητικών κάθε χρόνο από τις τράπεζες για τα υπόλοιπα των καταθετικών λογαριασμών ή άλλων επενδυτικών προϊόντων που κατείχαν οι ελεγχόμενοι την 31η Ιανουαρίου του προηγούμενου έτους.

Τι σημαίνει αυτό; Οτι χάνονται πάνω από 120.000 εργατοώρες κάθε χρόνο για να εκδοθούν βεβαιώσεις λογαριασμών για περίπου 90.000 υπόχρεους «πόθεν έσχες» και άλλων τόσων των συγγενών τους, με πολλαπλούς λογαριασμούς συνήθως και σε περισσότερες από μία τράπεζες.

Η εκτίμηση αυτή ανήκει σε τραπεζικά στελέχη που υπολογίζουν ότι «κάθε εργατοώρα κοστίζει τουλάχιστον 8 ευρώ κατά μέσο όρο. Μιλάμε για σπατάλη πάνω από 10 εκατ. ευρώ τον χρόνο» με τα οποία επιβαρύνονται η αγορά και τα νοικοκυριά. «Αν ο νόμος προέβλεπε να συνεργάζονται καλύτερα οι αρμόδιες υπηρεσίες με μια απλή εξουσιοδότηση του ενδιαφερόμενου (όπως γίνεται και για την άντληση των στοιχείων από τη βάση δεδομένων της ΑΑΔΕ), θα μπορούσαν οι ελεγκτικές αρχές να έπαιρναν ένα ηλεκτρονικό αρχείο για όλες τις καταθέσεις και των 200.000 υπόχρεων, αντί να εκτυπώνονται για τον καθένα ξεχωριστά τόσες άχρηστες σελίδες», λένε.

Οπως εξηγούν τραπεζικά στελέχη, «οι ενδιαφερόμενοι πρέπει να προσέρχονται οι ίδιοι στις τράπεζες και να περιμένουν στην ουρά για να υποβάλουν αίτηση ως υπόχρεοι – ώστε να πάρουν δωρεάν τις βεβαιώσεις και για να μην πληρώνουν 50 ευρώ για καθεμία.

Μετά από 1-3 εργάσιμες συνήθως, πρέπει να ξαναμπούν στην ουρά για να τις παραλάβουν. Αν δεν μπορεί να προσέλθει ο ή η σύζυγος του υπόχρεου, πρέπει να πάει σε ΚΕΠ για να εκδώσει εξουσιοδότηση – αν και δεν τις δέχονται πάντα όλες οι τράπεζες. Στο μεσοδιάστημα οι τραπεζικοί υπάλληλοι εργάζονται για να ετοιμάζουν βεβαιώσεις αντί να απασχολούνται με κανονικές τραπεζικές εργασίες. Ακολουθούν εκατοντάδες χιλιάδες εκτυπώσεις σελίδων. Πέρα από τα αναλώσιμα, εάν μια σελίδα κολλήσει στον εκτυπωτή, τότε ολόκληρο το κατάστημα δεν μπορεί να εκτυπώσει μέχρι να έρθει ο τεχνικός για να επιδιορθώσει το μηχάνημα ή να ρυθμίσει το εσωτερικό δίκτυο για να τυπώνουν όλα τα γραφεία σε άλλον εκτυπωτή».

Σε πολλές περιπτώσεις οι τράπεζες επιχειρούν να διευκολύνουν τους υπόχρεους με μια απλή εκτύπωση των τραπεζικών κινήσεων αντί βεβαίωσης. Ωστόσο αυτό δεν καλύπτει τους υπόχρεους αν υποπέσουν σε κάποια τυπική ανακρίβεια, σε περίπτωση π.χ. που εκ παραδρομής παραλείψουν κάποιον παλιό ή «ξεχασμένο» λογαριασμό με μηδενικό υπόλοιπο από τράπεζα που έχει κλείσει ή απορροφηθεί προ ετών από κάποια άλλη.

Ανευ λόγου

Στελέχη των ελεγκτικών αρχών θεωρούν εν πολλοίς περιττή την τόση ταλαιπωρία. Μπορεί να είχε νόημα πριν από χρόνια, αλλά από το 2009 το τραπεζικό απόρρητο έχει ουσιαστικά καταργηθεί και πλέον η φορολογική διοίκηση και οι εισαγγελείς έχουν στη διάθεσή τους τις τραπεζικές κινήσεις όσων επιθυμούν να ελέγξουν, όπως π.χ. τα 1.300.000 ΑΦΜ που έχει συλλέξει η ΑΑΔΕ για τα έτη από το 2002 και μετά. Επιπλέον, συλλέγει στοιχεία για όλες τις δαπάνες των φορολογουμένων με κάρτες από τράπεζες, για λογαριασμούς ΔΕΚΟ, για δίδακτρα ιδιωτικών σχολείων, συμβόλαια αγοράς ακινήτων ή αυτοκινήτων κ.λπ. Πολλά είναι προσυμπληρωμένα ήδη στο Ε1 των υπόχρεων και από εκεί μεταφέρονται αυτομάτως και στις Δηλώσεις Περιουσιακής Κατάστασης. Στο Ε1 δηλώνονται επίσης περιουσιακά στοιχεία και εισοδήματα από το εξωτερικό. Επιπλέον, εξ ορισμού, δεν ισχύει τραπεζικό ή άλλο απόρρητο για τις ελεγκτικές αρχές που επικουρούνται ή διοικούνται από εισαγγελείς.

Με άλλα λόγια και χωρίς τη συμπλήρωση των δηλώσεων μπορούν να εντοπιστούν αποκλίσεις εισοδημάτων και αδικαιολόγητος πλουτισμός για κάθε φορολογούμενο. Με τα δεδομένα αυτά, λένε αρμόδιοι παράγοντες, ο έλεγχος θα μπορούσε και έπρεπε να στοχεύει σε ύποπτες περιπτώσεις και αποκλίσεις, μετά τη διαπίστωση των οποίων θα μπορούσαν να καλούνται για εξηγήσεις και δηλώσεις οι υπόχρεοι, αντί να υποβάλλονται σε ταλαιπωρία όλοι οι υπόλοιποι. Τα μόνα δεδομένα ίσως που δεν εμφανίζονται αυτομάτως είναι οι καταθέσεις και οι επενδύσεις στο εξωτερικό. Και γι’ αυτά ακόμα, όμως, θα εκλείψει κάθε λόγος υποβολής δηλώσεως «πόθεν έσχες» με την ολοκλήρωση του ηλεκτρονικού Περιουσιολογίου, μετά την εφαρμογή του οποίου δεν θα υπάρχει πλέον κανένα άλλοθι για την υποχρέωση υποβολής δηλώσεων από συγκεκριμένες ομάδες υπόχρεων.

Ακόμα καλύτερα μάλιστα, λένε αρμόδιες πηγές, το ήδη έτοιμο το ηλεκτρονικό σύστημα του «πόθεν έσχες» θα μπορούσε να αποτελέσει το νέο Ηλεκτρονικό Περιουσιολόγιο -που μονίμως εξαγγέλλεται αλλά διαρκώς αναβάλλεται- αν επεκτεινόταν η εφαρμογή του σε όλους.

Τι λένε οι αρμόδιοι
Υπάρχουν σκέψεις αλλά και εμπόδια

Υψηλόβαθμα στελέχη των διωκτικών αρχών παραδέχονται ότι πράγματι «μέσα σε 24 ώρες μπορούμε να έχουμε τα στοιχεία των τραπεζικών λογαριασμών, αλλά τα συστήματα των τραπεζών δεν είναι έτοιμα να συνεργαστούν πλήρως με αυτά του κράτους. Το ηλεκτρονικό σύστημα “πόθεν έσχες” έχει σχεδιαστεί για υποδοχή τέτοιων δεδομένων, αλλά οι τράπεζες δεν έχουν προσαρμόσει τα συστήματά τους. Πρέπει να κινηθούμε προς τα εκεί όμως, κάνοντας αρχή ίσως από τους περίπου 10.000 υπόχρεους (σ.σ.: βουλευτές και αιρετούς) που ελέγχονται υποχρεωτικά. Από την άλλη, με την υποβολή δηλώσεων διαμορφώνεται συνείδηση στους υπόχρεους και το όποιο κόστος -όπως και “το κόστος της Δημοκρατίας”- δεν μπορεί να αποτιμάται με χρηματικούς όρους. Στόχος μας πάντως είναι να απλουστεύσουμε τους ελέγχους, όχι να μπλέκει για τυπικές παραβάσεις ή παραλείψεις ένας ολόκληρος κόσμος», τονίζουν.

Όπως δημοσιεύθηκε στο BS του Πρώτου Θέματος την Κυριακή 15 Οκτωβρίου