Αντιμέτωποι με διαφημίσεις είναι από τις 5 Φεβρουαρίου οι χρήστες του Prime Video, της υπηρεσίας streaming της Amazon, από τη Γερμανία, τη Μεγάλη Βρετανία και τον Καναδά. Συγκεκριμένα οι χρήστες είδαν στις οθόνες τους το εξής μήνυμα: «Στις ταινίες και τις σειρές που προσφέρονται στο Prime θα υπάρχουν εφ’ εξής ορισμένες διαφημίσεις». Έναντι 2,99 ευρώ τον μήνα μπορεί όμως ο χρήστης να αγοράσει ένα upgrade, που θα του επιτρέπει να χρησιμοποιεί την πλατφόρμα χωρίς να εμφανίζονται διαφημίσεις. Η πρακτική αυτή εφαρμόζεται στις Η.Π.Α. ήδη από τα τέλη Ιανουαρίου.

Πέραν του Prime Video η Amazon έχει και μία δεύτερη υπηρεσία streaming, το Freevee, που είναι δωρεάν και βασίζεται εξ ολοκλήρου στα έσοδα από τις διαφημίσεις που εμφανίζονται στις ταινίες και τις σειρές της πλατφόρμας. Γιατί όμως μπαίνουν τώρα διαφημίσεις και στο Prime Video; Σε σχετική ερώτηση η Amazon απάντησε πως θέλει να συνεχίσει να επενδύει «στο φανταστικό περιεχόμενο» και να διατηρήσει αυτήν την επένδυση μακροπρόθεσμα σε υψηλό επίπεδο. «Στόχος μας είναι να έχουμε σημαντικά λιγότερες διαφημίσεις από τα παραδοσιακά κανάλια της τηλεόρασης και άλλες υπηρεσίες streaming», υποστηρίζει.

Αντιδράσεις από τις αρχές προστασίας των καταναλωτών

Οι συνήγοροι καταναλωτών πάντως φέρονται να ετοιμάζουν ήδη συλλογικές αγωγές εναντίον της Amazon, καθώς η πλατφόρμα θα έπρεπε σύμφωνα με αυτούς να ζητήσει πρώτα τη συγκατάθεση του εκάστοτε χρήστη, μιας και πρόκειται για διαφοροποίηση των όρων που συμφωνήθηκαν κατά τη σύμβαση μεταξύ αυτών και της εταιρείας.

Οι συνδρομητικές υπηρεσίες που προβάλλουν και διαφημίσεις δεν αποτελούν ακόμη τον κανόνα στη Γερμανία, ωστόσο πληθαίνουν διαρκώς. Σύμφωνα με την Ένωση Ιδιωτικών Μέσων (Vaunet) ήδη υπάρχουν ορισμένες υπηρεσίες streaming που προσφέρουν συνδρομητικά πακέτα, αλλά χρηματοδοτούνται και από τη «μετρημένη τοποθέτηση διαφημίσεων», όπως το Disney+, το Netflix ή το Wow. Η συμβουλευτική εταιρεία Goldmedia που ασχολείται με έρευνες της αγοράς εξηγεί πως «αυτή η τάση ακολουθείται εδώ και καιρό από πλατφόρμες στις Η.Π.Α., όπου το μοντέλο αυτό λειτουργεί πολύ καλά. Ήταν επομένως θέμα χρόνου να έρθει και στη Γερμανία».

Διαβάστε τη συνέχεια στη DW