Ενα εμβληματικό ξενοδοχείο όπως η «Μεγάλη Βρεταννία» στην καρδιά της Αθήνας, το οποίο κλείνει φέτος 150 χρόνια παρουσίας, και κάποια άλλα μοναδικά κτίρια εντός και εκτός της πρωτεύουσας, που ήδη είναι ή φιλοδοξούν να γίνουν προσεχώς, μέσα από την αξιοποίησή τους, ιδιαίτερα τουριστικά τοπόσημα.

Από τα πιο κλασικά και διαχρονικά μέχρι τις πιο νέες προσθήκες, όπου τα παλιά κτίρια ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής αποκτούν καινούρια ζωή, τα ιστορικά ξενοδοχεία ανά την Ελλάδα αποτελούν σταθερή αξία και δημιουργούν από μόνα τους προορισμούς σε μια συγκυρία όπου το τουριστικό προϊόν της χώρας ζητεί να διαφοροποιηθεί περαιτέρω και να απευθυνθεί σε ένα κοινό που αναζητεί πιο αυθεντικές εμπειρίες. Κι αν στην Αθήνα ουκ ολίγα παλιά κτίρια έχουν ήδη αποκτήσει ή πρόκειται να αποκτήσουν νέα ζωή, αντίστοιχη προσπάθεια επιχειρείται και στην Περιφέρεια με την Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤΑΔ) να τρέχει αυτή την περίοδο πολλαπλούς διαγωνισμούς ανά την Ελλάδα για την αξιοποίηση τουλάχιστον οκτώ παλιών ξενοδοχείων «Ξενία», κρίνοντας τώρα τις συνθήκες πιο ώριμες σε σχέση με αντίστοιχες προσπάθειες που έγιναν στη διάρκεια της τελευταίας 15ετίας και έπεσαν στο κενό.

Η περίπτωση των «Ξενία»

Τα «Ξενία» Πλαταμώνα, Κοζάνης, Καστανιάς, Καλεντζίου Αχαΐας, Καρτερού, Ξάνθης, Τσαγκαράδας, Κομοτηνής, μαζί με τα τουριστικά περίπτερα Λούρου Ιωαννίνων και Ζαχάρως Ηλείας έχουν βγει ήδη σε διαγωνισμούς μακροχρόνιας παραχώρησης με καταληκτικές ημερομηνίες σταδιακά από το δεύτερο δεκαήμερο του Ιανουαρίου έως και το πρώτο δεκαήμερο του Μαρτίου. Αυτό που αναρωτιέται τώρα η αγορά είναι τελικά πόσα από αυτά τα παροπλισμένα ακίνητα, εκ των οποίων κάποια έχουν μετατραπεί σε κτίρια-φαντάσματα και μάλιστα στα ωραιότερα σημεία των περιοχών όπου βρίσκονται, θα καταφέρουν να καταλήξουν σε επενδυτές, με το δεδομένο και της προηγούμενης (κακής) εμπειρίας. Το σίγουρο είναι ότι από πλευράς ΕΤΑΔ υπάρχουν τώρα υψηλότερες προσδοκίες: αφενός λόγω της θετικής συγκυρίας για τον ελληνικό τουρισμό όπου το επενδυτικό ενδιαφέρον παραμένει υψηλό και πλέον προτάσσεται περισσότερο η ανάγκη για άνοιγμα σε νέα τουριστικά προϊόντα πέρα από το παραδοσιακό «ήλιος και θάλασσα» για την επιμήκυνση της σεζόν, αφετέρου λόγω της βελτίωσης των όρων και της μείωσης των ζητούμενων μισθωμάτων (αν και όχι σε όλες τις περιπτώσεις) σε σύγκριση με προηγούμενες προκηρύξεις όπως συμβαίνει στο «Ξενία» Κοζάνης.

Από νοσοκομεία και σανατόρια σε 5* resort

Ακριβώς προς αυτή την κατεύθυνση, ένα απτό, επιτυχημένο παράδειγμα είναι αυτό για το πρώην σανατόριο «Μάννα». Το κτίριο μοναδικής αρχιτεκτονικής, μέσα σε ένα παρθένο δάσος ελάτης σε υψόμετρο 1.200 μέτρων, βγήκε στα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας σε διαγωνισμό από το Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ) και πλέον από το περασμένο καλοκαίρι έχει μετατραπεί μετά την αναστήλωσή του σε ορεινό θέρετρο 5 αστέρων, υπό τη διαχείριση της γνωστής εταιρείας Modus & Amplio.

To ιστορικό Castello Bibelli στην Κέρκυρα μετατρέπεται σε boutique μονάδα με 15 πολυτελείς κατοικίες. Ο πύργος κατασκευάστηκε το 1905 από τον Ιταλό ναύαρχο Μπιμπέλι. Οταν το 1940 η οικογένεια Μπιμπέλι κατέφυγε στην Ιταλία και η κτηματική της περιουσία θεωρήθηκε εχθρική, περιήλθε στο Ελληνικό Δημόσιο. Σε όλη τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου χρησιμοποιήθηκε ως στρατιωτικό νοσοκομείο

Αντίστοιχα, τον δρόμο της αξιοποίησης επίσης μέσω ΤΑΙΠΕΔ, έχει πάρει ένα ακόμη εμβληματικό ακίνητο, αυτή τη φορά στην Κέρκυρα. Ο λόγος για το πολύ γνωστό και ιστορικό Castello Bibelli, που έχει αναλάβει σε συνέχεια του σχετικού διαγωνισμού  του 2020 το επενδυτικό σχήμα των Fais Group και Bluehouse. Αυτή τη στιγμή το project, συνολικής αξίας περί τα 40 εκατ. ευρώ για την αναβίωση και μετατροπή του πύργου σε boutique μονάδα με 15 πολυτελείς κατοικίες εντός της ευρύτερης έκτασης που βρίσκεται 13 χιλιόμετρα βόρεια της πόλης της Κέρκυρας και 700 μέτρα από την παραλία της Δασιάς, βρίσκεται στη φάση των αδειοδοτήσεων. Οι εγκρίσεις είναι άκρως απαιτητικές λόγω του διατηρητέου χαρακτήρα του πύργου, με τις πρώτες οικοδομικές άδειες να αναμένονται πολύ σύντομα, μέσα στο πρώτο διάστημα του έτους, ώστε στη συνέχεια να γίνει η εκκίνηση του project με ορίζοντα τριετίας. Η ιστορία του πύργου πάει πίσω στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, το 1905, όταν ο Ιταλός ναύαρχος Μπιμπέλι κατασκεύασε τα κτίρια. Οταν το 1940 η οικογένεια Μπιμπέλι κατέφυγε στην Ιταλία, η κτηματική της περιουσία θεωρήθηκε εχθρική, περιήλθε στο Ελληνικό Δημόσιο και σε ολόκληρη τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου το Castello χρησιμοποιήθηκε ως στρατιωτικό νοσοκομείο.

Πλούσια είναι και η ιστορία του «Mάννα», που λειτουργεί τους τελευταίους μήνες στην Αρκαδία. Πρόκειται για το διατηρητέο κτίριο στο Μαίναλο που δημιουργήθηκε από την Αννα Μελά, αδελφή του Παύλου Μελά, το 1927, η οποία χάρη στο τεράστιο φιλανθρωπικό της έργο πήρε το προσωνύμιο «Μάννα του Στρατιώτη». Η ίδια αφιέρωσε τη ζωή και την περιουσία της στη δημιουργία ενός σανατορίου για τους στρατιώτες των Βαλκανικών Πολέμων και της Μικρασιατικής Εκστρατείας. Το 2015 η εταιρεία Otus Ξενοδοχειακή-Tουριστική, με επικεφαλής τον κ. Στρατή Μπατάγια, πλειοδότησε στον διαγωνισμό του ΤΑΙΠΕΔ για το παλιό σανατόριο το οποίο έπειτα από επένδυση 9 εκατ. ευρώ λειτουργεί εδώ και ένα πεντάμηνο. Στόχος, η δωδεκάμηνη λειτουργία του που θα τονώσει την τουριστική κίνηση στην περιοχή με ένα διαφορετικό τουριστικό προϊόν γύρω από την ευεξία και τη γαστρονομία.

Ουσιαστικά, εκπληρώνοντας το όνειρο του νέου ιδιοκτήτη και εμπνευστή του, ο οποίος ως παιδί πέρναγε τα καλοκαίρια του στην περιοχή, για την αναγέννηση του νέου «Mάννα», οι αρχιτέκτονες του K-Studio και το γραφείο Monogon ανέλαβαν την αναστήλωση του μοναδικού αυτού κτιρίου και τη μετατροπή του σε πεντάστερο resort ευεξίας και γαστρονομίας, όπου ο βραβευμένος Ελληνας σεφ Αθηναγόρας Κωστάκος δημιουργεί εποχικά μενού εμπνευσμένα από την Ελλάδα. Το αποτέλεσμα ενισχύεται το βράδυ, αποτέλεσμα του σχεδιασμού φωτισμού από την Ελευθερία Ντεκώ, την καταξιωμένη ειδικό που έχει βάλει την υπογραφή της και στον πολλαπλά βραβευμένο φωτισμό για την Ακρόπολη. Ηδη σε αυτούς τους λίγους μήνες λειτουργίας του η μέση πληρότητα βαίνει αυξανόμενη και είναι πάνω από 45%, όπως επισημαίνει στο «business stories» η κυρία Φωτεινή Κωνσταντίνου, διευθύντρια Πωλήσεων και Marketing της Modus & Amplio.

Η εταιρεία έχει υπό τη διαχείρισή της και άλλα ιστορικά ξενοδοχεία που χρονολογούνται από τον 17ο και τον 18ο  αιώνα σε διάφορους προορισμούς ανά την Ελλάδα και παρουσιάζουν υψηλές επιδόσεις, απευθυνόμενα σε ένα κοινό υψηλών απαιτήσεων: μεταξύ αυτών είναι το «Azade Chania», το διατηρητέο ιστορικό κτίριο του 1680 που ήταν το σπίτι του Οθωμανού κυβερνήτη των Χανίων και αργότερα του πολύ γνωστού Αμερικανού ποιητή και συγγραφέα Τσαρλς Χένρι Φορντ. Το ακίνητο μέσα στην Παλιά Πόλη των Χανίων, δίπλα στα ιστορικά Ενετικά Τείχη και το Παλιό Λιμάνι, έχει μετατραπεί και λειτουργεί από το 2022 ως εποχικό πολυτελές boutique ξενοδοχείο με εννέα σουίτες. Μάλιστα, για τη χρονιά που μόλις ολοκληρώθηκε είχε πληρότητα 84%, ποσοστό ενδεικτικό και της αποδοχής του ταξιδιωτικού κοινού.

Το «Azade Chania», διατηρητέο ιστορικό κτίριο του 1680, ήταν το σπίτι του Οθωμανού κυβερνήτη των Χανίων και αργότερα του πολύ γνωστού Αμερικανού ποιητή και συγγραφέα Τσαρλς Χένρι Φορντ. Το ακίνητο έχει μετατραπεί σε πολυτελές boutique ξενοδοχείο με εννέα σουίτες

Σε έναν άλλον κορυφαίο προορισμό, από τα βαριά χαρτιά του ελληνικού τουρισμού, τη Ρόδο, το κλασικό πεντάστερο «Grande Albergo Delle Rose» (αλλιώς Ξενοδοχείο των Ρόδων στα ιταλικά) είχε πέρυσι μέση πληρότητα 77%. Το ιστορικό κτίριο του 1925-1297 δημιουργήθηκε από τον Ιταλό κυβερνήτη Μάριο Λάγκο και ουσιαστικά τοποθέτησε τη Ρόδο στον παγκόσμιο τουριστικό χάρτη στις αρχές της δεκαετίας του 1930, έχοντας φιλοξενήσει προσωπικότητες παγκόσμιου βεληνεκούς όπως οι Γουίνστον Τσόρτσιλ, Ελευθέριος Βενιζέλος, Αριστοτέλης Ωνάσης, Κωνσταντίνος Καραμανλής κ.ά. Μάλιστα σε αυτό το 1949 υπεγράφη η συμφωνία ειρήνης και κατάπαυσης πυρός του Αραβοϊσραηλινού πολέμου, με την εν συνεχεία δημιουργία του κράτους του Ισραήλ. Το επίσης κλασικό στις Σπέτσες «The Poseidonion Grand Hotel», σήμα κατατεθέν του νησιού από το 1914, οπότε και άνοιξε τις πόρτες του χάρη στο όραμα του ευπατρίδη ευεργέτη Σωτήριου Ανάργυρου, παρουσιάζει μέχρι σήμερα σταθερά υψηλή πληρότητα, η οποία τη σεζόν του 2023 ήταν 82%.

Το «The Poseidonion Grand Hotel» στις Σπέτσες είναι το σήμα κατατεθέν του νησιού από το 1914, οπότε και άνοιξε από το όραμα του ευπατρίδη ευεργέτη Σωτήριου Ανάργυρου

Το προφίλ των επισκεπτών

«Το προφίλ όσων επιλέγουν αυτό το είδος των ξενοδοχειακών μονάδων είναι έμπειροι και απαιτητικοί επισκέπτες που έχουν ταξιδέψει πολύ και αναζητούν πλέον να ζήσουν ένα διαφορετικό είδος ταξιδιού με έντονο ενδιαφέρον για τον αυθεντικό χαρακτήρα του τόπου που επισκέπτεται», ανέφερε η κυρία Κωνσταντίνου. «Πέραν της φυσικής ομορφιάς, ο συγκεκριμένος ταξιδιώτης αναζητά έναν τόπο διαμονής με ξεχωριστή ταυτότητα και έντονο χαρακτήρα. Ενδιαφέρεται να μάθει την ιστορία του τόπου και τις ιστορικές καταβολές του κτιρίου όπου διαμένει, καθώς και την πορεία του μέσα από τις δεκαετίες. Ενδιαφέρεται να αντλήσει πληροφορίες και να νιώσει τον τόπο όπου διαμένει, μέσω της Ιστορίας, του μοναδικού αρχιτεκτονικού σχεδιασμού, του πολιτισμού και των κοινωνικών πτυχών του προορισμού που επισκέπτεται. Συνήθως, είναι επισκέπτης υψηλών προδιαγραφών, με πολύ υψηλές δυνατότητες δαπάνης στο ξενοδοχείο και συνολικά στον τόπο διαμονής, λάτρης της φύσης, του design και της αρχιτεκτονικής του κτιρίου.

Επίσης, είθισται να έχει έντονες περιβαλλοντολογικές ευαισθησίες, προσέχει ιδιαίτερα το αποτύπωμα που αφήνει πίσω του. Για αυτό επιλέγει ως τόπο διαμονής ξενοδοχεία με ιστορία, σε ιστορικά διατηρητέα κτίρια που έχουν αναστηλωθεί και έχουν μια συνέχεια μέσα στον χρόνο κουβαλώντας τη μεγάλη κληρονομιά τους μέσα από μια δεύτερη και τρίτη ευκαιρία ζωής. Μέσα από τα χρόνια εμπειρίας που έχουμε ως Modus & Amplio στη διαχείριση ιστορικά αναπαλαιωμένων και διατηρητέων κτιρίων, έχουμε δει αρκετές φορές επισκέπτες που έχουν αλλάξει πλήρως το πρόγραμμά τους μόνο και μόνο για να καταφέρουν να διαμείνουν περισσότερο σε ένα ιστορικό ξενοδοχείο, καθώς επίσης και επισκέπτες που έρχονται σε μια περιοχή μόνο και μόνο λόγω του ξενοδοχείου, καθιστώντας τελικά αυτές τις μονάδες από μόνες τους προορισμό».

150 χρόνια ιστορίας

Αυτόνομο προορισμό και σύμβολο στο κέντρο της Αθήνας συνιστά και η εμβληματική «Μεγάλη Βρεταννία», η οποία κλείνει φέτος 150 χρόνια, από το 1874, έχοντας συνδέσει «την ιστορία της με την ιστορία της ίδιας της Ελλάδας», σύμφωνα με τον διευθύνοντα σύμβουλο της ιδιοκτήτριας ΛΑΜΨΑ Τάσο Χωμενίδη. Σημαντικές στιγμές της Ελληνικής Ιστορίας εκτυλίχθηκαν στον χώρο της «Μεγάλης Βρεταννίας», η οποία, σύμφωνα με τον κ. Χωμενίδη, προετοιμάζει για τη φετινή χρονιά μια σειρά από σημαντικές εκδηλώσεις που θα αναδείξουν την ταυτότητά της στο πέρασμα των ετών από τον 19ο και τον 20ό αιώνα. Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου το ξενοδοχείο επιτάχθηκε, ενώ από εκεί στις 28 Οκτωβρίου του 1940 εκδόθηκε το ανακοινωθέν του Γενικού Στρατηγείου για την είσοδο της Ελλάδας στον πόλεμο. Ο Τσόρτσιλ, ο Ωνάσης, μέλη της οικογένειας Κένεντι, η Μαρία Κάλλας, η Ελίζαμπεθ Τέιλορ, ο Ζακ Σιράκ και πολλές ακόμη προσωπικότητες έχουν διαμείνει σε αυτό, το οποίο εδώ και 150 χρόνια έχει θρυλικό ρόλο στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της πόλης, αφού το κτίριο έχει χρησιμοποιηθεί ως έδρα κυβερνήσεων (μετά την Απελευθέρωση εκεί εγκαταστάθηκε η έδρα της πρώτης ελεύθερης ελληνικής κυβέρνησης, υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου), ενώ από τα σαλόνια του έχουν περάσει πολιτικοί που έχουν υπογράψει συνθήκες, βιομήχανοι που έχουν κλείσει συμφωνίες, καθώς και κοσμικοί Αθηναίοι.

Η εμβληματική «Μεγάλη Βρεταννία» κλείνει φέτος τα 150 της χρόνια

Δεύτερο ορόσημο για τον όμιλο Λάμψα μέσα στο νέο έτος είναι η νέα boutique μονάδα στην οδό Ζαλοκώστα 7-9, στο διατηρητέο ιδιοκτησίας του e-ΕΦΚΑ, το οποίο έχει μισθώσει με μακροχρόνια παραχώρηση σε συνέχεια του σχετικού διαγωνισμού. Το κτίριο που κατασκευάστηκε το 1938 από τον αρχιτέκτονα Αδριανό Λαζαρίμο (δημιουργό και του κινηματοθεάτρου «Παλλάς») έχει πλούσια ιστορία: το υπόγειό του ήταν διαμορφωμένο προπολεμικά ως καταφύγιο με ειδική προφύλαξη από αέρια, την περίοδο της Κατοχής στέγασε τα κρατητήρια της Γκεστάπο, ενώ, σύμφωνα με προφορικές μαρτυρίες, επικοινωνούσε με παλιά στοά η οποία χρησιμοποιήθηκε από το ΕΑΜ κατά την απόπειρα ανατίναξης της «Μεγάλης Βρετανίας» το 1944. Πλέον από το φετινό καλοκαίρι αυτό το ιστορικό διατηρητέο θα λειτουργήσει συμπληρωματικά με το «Athens Capital MGallery», το έτερο ξενοδοχείο 5 αστέρων του ομίλου στην οδό Κριεζώτου στο Σύνταγμα.

Διαβάστε ακόμη

Καταιγισμός αξιολογήσεων και αναβαθμίσεων μέσα στο 2024 για την ελληνική οικονομία

Πώς η PetroGaz μπήκε σε κάθε ελληνικό σπίτι – Επί 70 χρόνια εφοδιάζει τη χώρα με υγραέριο (pics)

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ