Τον αντίκτυπο που θα έχει στους ισολογισμούς και την κερδοφορία τους η επιτοκιακή πολιτική που ακολουθεί η Ευρωπαική Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), στο πλαίσιο της προσπάθειας τιθάσευσης του πληθωρισμού, επιχειρούν να «ζυγίσουν» οι τράπεζες, έχοντας από τη μία πλευρά την αύξηση των εσόδων από τόκους και από την άλλη το ενδεχόμενο αύξησης του πιστωτικού κινδύνου λόγω «αρρυθμιών» στα δάνεια.

Σύμφωνα με τον αντιπρόεδρο της ΕΚΤ, Λουίς ντε Γκίντος και τον επικεφαλής της ανώτατης εποπτικής αρχής (SSM), Αντρέα Ενρία, η κεντρική τράπεζα αύξησε τα επιτόκια κατά 2,5 ποσοστιαίες μονάδες και θα τα αυξήσει περαιτέρω για την καταπολέμηση του πληθωρισμού.

Αυτό θα έχει σημαντικό αντίκτυπο στους ισολογισμούς και την κερδοφορία των τραπεζών και τελικά στην ικανότητά τους να χορηγούν δάνεια σε νοικοκυριά, μικρές επιχειρήσεις και εταιρείες. «Πόσο ανθεκτικές είναι, λοιπόν, οι τράπεζες όταν αντιμετωπίζουν αυτό το μεταβαλλόμενο περιβάλλον; Η εκτίμησή μας για την ανθεκτικότητα των τραπεζών σε διαφορετικά μακροοικονομικά σενάρια δείχνει ότι ο τραπεζικός τομέας είναι αρκετά υγιής για να διαχειριστεί τις επιπτώσεις της αύξησης των επιτοκίων στους ισολογισμούς του. Ωστόσο, οι τράπεζες πρέπει να προετοιμαστούν για πιθανές μακροπρόθεσμες επιπτώσεις και θα πρέπει να δίνουν ιδιαίτερη προσοχή στον κίνδυνο επιτοκίου στη διαχείριση περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων», αναφέρουν χαρακτηριστικά σε σχετικό κείμενο που υπογράφουν από κοινού και δημοσιεύθηκε στο blog της εποπτικής αρχής.

Πιο αναλυτικά, η ανάλυσή τους δείχνει ότι ο τραπεζικός τομέας της ζώνης του ευρώ θα παραμείνει σε γενικές γραμμές ανθεκτικός σε ποικίλες διαταραχές επιτοκίων. Αυτό θα ίσχυε, επίσης, σε ένα βασικό σενάριο οικονομικής επιβράδυνσης το 2023, με κίνδυνο ύφεσης. Η κερδοφορία θα αυξηθεί συνολικά, λόγω των καθαρών εσόδων από τόκους. Ωστόσο, οι προβλέψεις θα αυξηθούν επίσης, αντανακλώντας πιθανές δυσκολίες για τους δανειολήπτες. «Οι διαταραχές των επιτοκίων επηρεάζουν τη φερεγγυότητα των τραπεζών μέσω δύο κύριων καναλιών: Πρώτον, μέσω των καθαρών εσόδων από τόκους και της μετακύλισης των μεταβολών των επιτοκίων στα περιουσιακά στοιχεία και τις υποχρεώσεις. Δεύτερον, οι τράπεζες θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν μεγαλύτερες πιστωτικές απώλειες, καθώς οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά μπορεί να δυσκολεύονται να εξυπηρετήσουν τα χρέη τους σε ένα περιβάλλον αυξανόμενων επιτοκίων. Ενώ ο τραπεζικός τομέας πρόσφατα σημείωσε ανάκαμψη της κερδοφορίας, υπάρχουν αρχικές ενδείξεις επιδείνωσης της ποιότητας των περιουσιακών στοιχείων που ενδέχεται να απαιτούν υψηλότερες προβλέψεις. Η αύξηση των προβλέψεων ως ποσοστό επί του συνόλου των δανείων θα είχε ήπια αρνητική επίπτωση στα κεφάλαια των τραπεζών σε ένα σενάριο απότομης αύξησης», εξηγούν.

Οι ελληνικές τράπεζες εμφάνισαν το γ’ τρίμηνο του 2022 καθαρά έσοδα από τόκους, ύψους 1,379 δισ. ευρώ, ενώ σωρευτικά στο 9μηνο αυτά «άγγιξαν» τα 3,849 δισ. ευρώ. Οι ισχυρές αυτές επιδόσεις ήταν, άλλωστε και ο λόγος που ώθησε την κυβέρνηση να ασκήσει πίεση στις διοικήσεις των τεσσάρων συστημικών Ομίλων, προκειμένου να υπάρξει άμεσα μείωση της «ψαλίδας» μεταξύ επιτοκίων χορηγήσεων και καταθέσεων, με τις σχετικές κινήσεις να έχουν ήδη δρομολογηθεί.

Όσον αφορά στις προβλέψεις, σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), αυτές μειώθηκαν στο 9μηνο του 2022 κατά 82,6% ή 6,352 δισ. ευρώ. Υπενθυμίζεται πως σύσσωμο το χρηματοπιστωτικό σύστημα υποχρεώθηκε να εγγράψει τεράστιο ύψος προβλέψεων για τον πιστωτικό κίνδυνο το 2021 λόγω της μαζικής τιτλοποίησης προβληματικών δανείων με τις κρατικές εγγυήσεις του προγράμματος «Ηρακλής». Δεδομένου δε, ότι οι τράπεζες έχουν αποφασίσει να στηρίξουν με ίδια κεφάλαια τους ευάλωτους δανειολήπτες που πλήττονται από την αύξηση των επιτοκίων, με τις σχετικές εκτιμήσεις να κάνουν λόγο για μία δεξαμενή δανείων πέριξ των δύο δισ. ευρώ, ο SSM θα «τεστάρει» ξεχωριστά τα επίμαχα χαρτοφυλάκια, προκειμένου – εφόσον χρειαστεί – να ζητήσει πρόσθετες προβλέψεις.

Οι… αντοχές του ελληνικού τραπεζικού συστήματος σε αυτή τη νέα κρίση αναμένεται να τεθούν επί τάπητος στη συνάντηση που θα έχουν τράπεζες και ΤτΕ με τον Αντρέα Ενρία στις 19 Γενάρη. Μολονότι πρόκειται για μία τυπική επίσκεψη, η οποία, μάλιστα, εκκρεμεί από τον περασμένο Ιούλιο, οπότε και δεν κατέστη εφικτό να πραγματοποιηθεί, θεωρείται βέβαιο πως σε αυτή θα συζητηθούν όλα τα ανοικτά μέτωπα, με πλέον χαρακτηριστικό εκείνο του μερίσματος, η διανομή του οποίου είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την κερδοφορία των τραπεζών.

Διαβάστε ακόμη:

Στουρνάρας: Η αντιμετώπιση του πληθωρισμού, η βασικότερη πρόκληση για την οικονομική πολιτική

Βρήκαν «χρυσό» στο ΟnlyFans – Οι celebrities που κερδίζουν πάνω από 2 εκατ. τον μήνα (λίστα)

H πορεία αποκρατικοποίησης στα πέντε περιφερειακά λιμάνια