«Πιστεύω πως η πρόσφατη συμφωνία στο Eurogroup και η ολοκλήρωση της αξιολόγησης, παρά τις ενστάσεις που έχουν διατυπωθεί για το μίγμα της οικονομικής πολιτικής, αίρει μια σοβαρή αβεβαιότητα και δικαιολογεί θετικές προσδοκίες για την τόσο αναγκαία σταθερότητα στη χώρα, ενώ ορόσημο θα είναι και η άρση του waiver, στην οποία αναφέρθηκε πρίν από λίγο στο υπουργικό συμβούλιο και ο Πρωθυπουργός».

Αυτό επεσήμανε πρίν από λίγο ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank κ. Φωκίων Καραβίας, στο πλαίσιο του πρώτου συνεδρίου του ομίλου για τον τουρισμό.

Σύμφωνα με τον κ. Καραβία, η πιστή εφαρμογή των συμφωνηθέντων τους επόμενους μήνες θα ενισχύσει την εμπιστοσύνη των αγορών και των διεθνών επενδυτών. Αν συνδυαστεί με ουσιαστικά βήματα προς τη σταδιακή άρση των capital controls, επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων και μια δέσμη πρωτοβουλιών φιλικών προς τις επενδύσεις, η Ελλάδα έχει τις δυνατότητες και παρέχει τις ευκαιρίες για να προσελκύσει σημαντικά ξένα κεφάλαια, που τα έχει ανάγκη, και να επιστρέψει σε τροχιά διατηρήσιμης ανάπτυξης.

«Είναι βέβαιον, ότι το 2016, ο τουρισμός αντιμετωπίζει τις δικές του προκλήσεις: το προσφυγικό που έχει επηρεάσει σημαντικά συγκεκριμένους προορισμούς, τα πρόσφατα τρομοκρατικά χτυπήματα στην Ευρώπη ή ο κίνδυνος Brexit που επιτείνουν ένα κλίμα ανασφάλειας και φόβου, νέες σημαντικές φορολογικές επιβαρύνσεις, τη διατήρηση του καθεστώτος των capital controls, κλπ.

Στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, αφήνουμε πίσω τη διαχείριση συνεχών κρίσεων και μπορούμε να στραφούμε στο κύριο αντικείμενό μας, τη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας. Θα ήθελα επομένως να επισημάνω ορισμένα στρατηγικά ζητήματα για την προοπτική της κοινής πορείας του τραπεζικού και του τουριστικού τομέα.

Πρώτον, αντίθετα με όσα συχνά λέγονται, σε όλη τη διάρκεια της κρίσης, ακόμη και στις ακραίες συνθήκες έλλειψης ρευστότητας, ποτέ δεν σταματήσαμε τις χρηματοδοτήσεις υγιών επιχειρηματικών σχεδίων, με γερό business plan, σοβαρούς επιχειρηματίες και καλές προοπτικές. Τα καλά projects πάντοτε έβρισκαν χρηματοδότηση, με όρους βέβαια λιγότερο ελκυστικούς από ό,τι σε άλλες χώρες του ευρωπαϊκού νότου, λόγω των ιδιαιτεροτήτων της οικονομίας, αλλά χρηματοδότηση υπήρξε. Αυτό ισχύει κατά μείζονα λόγο από εδώ και πέρα.
Συγχρόνως, η κρίση αφήνει πίσω της ένα ογκώδες απόθεμα μη εξυπηρετούμενων δανείων, συνολικού ύψους πάνω από 100 δις ευρώ. Η διαχείρισή τους είναι η μεγαλύτερη πρόκληση για τις τράπεζες, αλλά όχι μόνον για αυτές.

Εκτός αυτού, όμως, η διαχείριση των NPLs είναι και μια σημαντική ευκαιρία για την αναδιάρθρωση του παραγωγικού ιστού της χώρας, ώστε να γίνει πιο δυναμικός, πιο ανταγωνιστικός στις ανοιχτές διεθνείς αγορές. Η Ελλάδα χρειάζεται μαζική εισροή κεφαλαίων, που προφανώς, με τα δεδομένα που γνωρίζουμε, δεν μπορεί παρά να είναι ιδιωτικά κεφάλαια που θα προέλθουν κυρίως από το εξωτερικό. Χρειάζεται, επίσης, αναδιάρθρωση επιχειρήσεων και κλάδων σε μεγάλη κλίμακα, με αιχμή τη συνένωση δυνάμεων, την αύξηση του μέσου μεγέθους της ελληνικής επιχείρησης.

Μεγαλύτερες επιχειρήσεις σημαίνουν οικονομίες κλίμακας, αλλά και δυνατότητα να προσελκύσουν κεφάλαια καλύτερης ποιότητας και να αναπτύξουν δραστηριότητες (έρευνας, ανάπτυξης, μάρκετινγκ, διείσδυσης στις διεθνείς αλυσίδες πωλήσεων προϊόντων και υπηρεσιών) που δεν είναι δυνατές για μικρότερες επιχειρήσεις, με πιο αδύναμους ισολογισμούς και με ασθενή χρηματοοικονομική διάρθρωση.

Στο πεδίο αυτό, οι τράπεζες μπορούν να είναι ο καταλύτης. Η Eurobank έκανε ένα βήμα μπροστά σε αυτή την κατεύθυνση που, παρά τις δυσκολίες, είναι μονόδρομος ως συνολική αντίληψη και τάση. Ανακοινώσαμε πριν από λίγες μέρες μια συμφωνία με ένα κορυφαίο ξένο εταίρο, το fund KKR, την EBRD και σε συνεργασία με την Alpha Bank. Η πολυμερής αυτή συνεργασία εξασφαλίζει κεφάλαια, αλλά επίσης μοναδική διεθνή τεχνογνωσία και εξειδικευμένη εμπειρία στην αναδιάρθρωση επιχειρήσεων.

Αν αυτό ισχύει συνολικά για την ελληνική επιχειρηματικότητα, ασφαλώς ισχύει κατά μείζονα λόγο για ένα κλάδο που συνεισφέρει, άμεσα ή έμμεσα, το 18,5% του ΑΕΠ και ένα αντίστοιχο ποσοστό των θέσεων εργασίας στη χώρα. Κάποιες αποφάσεις θα χρειαστούν τόλμη και αποφασιστικότητα, και θα έχουν κόστος και για τους επιχειρηματίες αλλά και για τις τράπεζες. Κάθε εναλλακτική όμως είναι πολύ χειρότερη – ακόμη και η απλή καθυστέρηση των αποφάσεων», ανέφερε ο κ. Καραβίας.