Περισσότερο ελκυστικές στα μάτια των επενδυτών έχουν γίνει το τελευταίο διάστημα οι τράπεζες, αλλά και η χώρα στο σύνολό της, με το ξεκαθάρισμα των «κόκκινων» δανείων – μέσω κυρίως του «Ηρακλή» – αλλά και τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψής να λειτουργούν ενθαρρυντικά προς αυτή την κατεύθυνση. Αυτό ήταν το συμπέρασμα από το πάνελ «The Greek Capital Market and the Banking Sector: Outlook & Prospects», του 10ου Greek Investment Forum που διοργανώθηκε από το Χρηματιστήριο Αθηνών και το Ελληνο-Αμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο.

Ψάλτης: «Οι αναπτυξιακές προοπτικές της Alpha Bank συνδέονται πλήρως με την αναπτυξιακή τροχιά της χώρας»

Πιο αναλυτικά, στην ετοιμότητα της Alpha Bank να στηρίξει την πορεία αλλαγής της ελληνικής οικονομίας με το νέο στρατηγικό της σχέδιο και τη δραστική μείωση των «κόκκινων» δανείων αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, ο Διευθύνων Σύμβουλος της τράπεζας, κ. Βασίλης Ψάλτης.

«Η φιλοδοξία μας είναι σαφής. Έχοντας αντιμετωπίσει την κληρονομιά του παρελθόντος, βασιζόμενοι στον δικό μας ισολογισμό, επιλέγουμε σήμερα να επικεντρωθούμε στην αλλαγή της ‘ατζέντας’.

Πιστεύουμε ότι οι αναπτυξιακές προοπτικές της Alpha Bank συνδέονται πλήρως με την αναπτυξιακή τροχιά της χώρας μας και με την παροχή άμεσης και κορυφαίας ποιότητας εξυπηρέτησης στους πελάτες μας, πράγμα που, επίσης, συνάδει με τον διαχρονικό ρόλο που έχει η τράπεζά μας ως φορέας καινοτομίας στο τραπεζικό σύστημα», σημείωσε, αναφερόμενος και στην επικείμενη αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, προκειμένου να στηρίξει από την πρώτη στιγμή τα αναπτυξιακά σχέδια των ελληνικών επιχειρήσεων.

Σύμφωνα με τον ίδιο, η εισροή πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF) αναμένεται να συμβάλλει στην αύξηση του ΑΕΠ και στην ενίσχυση της παραγωγικότητας, αλλά και να οδηγήσει τον οικονομικό, τεχνολογικό και θεσμικό μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας, ενώ όσον αφορά στα «κόκκινα» δάνεια υπογράμμισε τη μεγάλη σημασία του «Ηρακλή» για την μέχρι στιγμής υλοποίηση τιτλοποιήσεων, συνολικού ύψους 31 δισ. ευρώ, καθώς και για την πρόσθετη προσπάθεια απομόχλευσης με νέες τιτλοποιήσεις, συνολικού ύψους 20 δισ. ευρώ, μέσω της επέκτασης του προγράμματος, γεγονός που θα επιτρέψει στις τράπεζες να πετύχουν μονοψήφιους δείκτες ΜΕΑ έως το 2022.

Τέλος, αναφορικά με το θέμα της πιθανής μετάπτωσης σε ΜΕΑ των δανείων που βρίσκονται σε καθεστώς μορατόριουμ, ο κ. Ψάλτης σημείωσε πως, εξετάζοντας την μέχρι στιγμής απόδοσή τους, πέντε μήνες μετά τη λήξη τους, καταγράφονται επίπεδα επαναφοράς σε εξυπηρέτηση 85% ή και περισσότερο. Διατύπωσε την εκτίμηση, δε, ότι ο όποιος αντίκτυπος θα είναι περιορισμένος και διαχειρίσιμος για τις ελληνικές τράπεζες.

Μεγάλου: «Υψηλής ποιότητας επενδυτές ενδιαφέρονται να επενδύσουν, να συμμετάσχουν και να μείνουν στην ελληνική αγορά»

«Ολοκληρώσαμε την μεγαλύτερη ΑΜΚ στην Ευρώπη από τον Ιούνιο του 2017 – 1,4 δισ. ευρώ – ενώ δρομολογούμε και την έκδοση ενός ομολόγου Tier I. Επιστρέψτε μου, όμως, να επικεντρωθώ στο τι αναζητούν να δουν οι επενδυτές, όταν κοιτούν μία χώρα σαν την Ελλάδα, αλλά και συμμετέχουν στα κεφάλαια της Τράπεζας Πειραιώς».

Έτσι ξεκίνησε την τοποθέτησή του, ο διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας Πειραιώς, κ. Χρήστος Μεγάλου, εστιάζοντας στην ανάπτυξη, η οποία αναμένεται να είναι σημαντική τα επόμενα χρόνια. «Όπως φαίνεται από τα στοιχεία για το α’ τρίμηνο του 2021, μία αύξηση 6% του ΑΕΠ θα είναι εφικτή. Οι μεταρρυθμίσεις στις συντάξεις, στο εργασιακό, στην παραγωγικότητα, αλλά και τα κονδύλια του RRF, είναι μερικοί από τους λόγους που οι επενδυτές θέλουν να έρθουν στην Ελλάδα και να συμμετάσχουν σε μία τέτοια ΑΜΚ, η οποία υπερκαλύφθηκε τέσσερις φορές. Το ίδιο ενδιαφέρον βλέπουμε και σε τοποθετήσεις με περισσότερο ρίσκο, όπως στο ομόλογο Tier I. Είμαστε πολύ ευχαριστημένοι που μερικοί υψηλής ποιότητας επενδυτές ενδιαφέρονται να επενδύσουν, συμμετέχουν και μείνουν στην ελληνική αγορά τα χρόνια που θα έρθουν», σχολίασε.

Σύμφωνα με τον ίδιο, για την Τράπεζα Πειραιώς, αλλά και για όλο το εγχώριο χρηματοπιστωτικό σύστημα, αυτή είναι μία πολύ σημαντική στιγμή, γιατί όλες οι κινήσεις έχουν ως στόχο την εκκαθάριση των ισολογισμών τους και την χρηματοδότηση της οικονομίας.

«Εμείς, για παράδειγμα, χρηματοδοτούμε σε μεγάλη έκταση μικρές επιχειρήσεις, ενώ αυτή θα είναι η βασική μας προτεραιότητα τα επόμενα χρόνια, παράλληλα με τη στήριξη των επενδυτικών σχεδίων μεγάλων επιχειρήσεων και την υποστήριξη των στόχων του Ταμείου Ανάκαμψης. Για την περίοδο 2021-2024, σχεδιάζεται η εκταμίευση νέων δανείων, της τάξης των 22 – 23 δισ. ευρώ, εκ των οποίων το 75% προς επιχειρήσεις. Είμαστε στο σωστό σημείο και μπορούμε να επιτύχουμε ρυθμούς ανάπτυξης που δεν έχουμε δει τα προηγούμενα χρόνια», πρόσθεσε.

Απαντώντας σε ερώτηση για τη μετάβαση στην ψηφιακή εποχή, ο κ. Μεγάλου σημείωσε ότι η πανδημία επιτάχυνε την ψηφιακή προσαρμογή στο Δημόσιο, με αλλαγές που θα χρειάζονταν πολλά χρόνια να πραγματοποιηθούν, ενώ και οι τράπεζες ανταποκρίνονται στο νέο περιβάλλον, προκειμένου να ενισχύσουν την κερδοφορία και την λειτουργική τους αποτελεσματικότητα.

«Στην Τράπεζα Πειραιώς, έχουμε ενσωματώσει την ψηφιοποίηση ως βασική στρατηγική και προσαρμόζουμε την παραδοσιακή τραπεζική στα ψηφιακά κανάλια», τόνισε ο κ. Μεγάλου και ανέφερε ότι το 95% των συνολικών συναλλαγών της Τράπεζας μπορούν να γίνουν ψηφιακά ενώ ακόμη περισσότερες καινοτομίες θα παρουσιαστούν το επόμενο διάστημα. Ενδεικτικά τον Μάιο, πραγματοποιήθηκαν 34 εκατομμύρια συναλλαγές στην winbank, κατά 31% περισσότερες από ό, τι πριν ένα έτος, ενώ καταγράφονται περίπου 2,4 εκατομμύρια εγγεγραμμένοι πελάτες», κατέληξε.

Μυλωνάς: «Οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις για να αυξηθούν οι εισροές επενδυτικών κεφαλαίων»

Μεγάλη ευκαιρία για την ελληνική οικονομία χαρακτήρισε την αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας, κ. Παύλος Μυλωνάς.

Όπως ανέφερε, εάν εφαρμοστούν οι κατάλληλες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, παράλληλα με τις εισροές του Ταμείου Ανάκαμψης, το αποτέλεσμα για τους ρυθμούς ανάπτυξης του ΑΕΠ θα είναι πολλαπλάσιο, ενώ υπογράμμισε ότι η κυβέρνηση έχει εντοπίσει, μέσω της έκθεσης Πισσαρίδη, τα βασικά πεδία στα οποία είναι απαραίτητο να γίνουν οι μεταρρυθμίσεις τα επόμενα χρόνια.

«Ενώ η Ελλάδα έχει ήδη υλοποιήσει αρκετές μεταρρυθμίσεις τα τελευταία χρόνια, υπάρχουν και άλλες που είναι απαραίτητες για να αυξηθούν οι εισροές επενδυτικών κεφαλαίων», σχολίασε, για να προσθέσει:

«Το πρώτο πεδίο αφορά σε μεταρρυθμίσεις που θα ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα και αποδοχή των ελληνικών προϊόντων. Ένα άλλο πολύ σημαντικό πεδίο σχετίζεται με την ‘μαύρη οικονομία’, η οποία συνεχίζει να αποτελεί μεγάλο κομμάτι της οικονομικής δραστηριότητας και λειτουργεί ως ‘βαρίδι’ για την υπόλοιπη οικονομία. Η τρίτη αναγκαία μεταρρύθμιση αφορά στην αποτελεσματικότητα του δημόσιου τομέα, όπου κυριαρχεί ο ψηφιακός μετασχηματισμός».

Τέλος, ο κ. Μυλωνάς τόνισε την ανάγκη μεταρρύθμισης του δικαστικού συστήματος έτσι ώστε να επιτευχθεί ταχύτερη απόδοση δικαιοσύνης, ενώ σε ερώτηση σχετικά με την κερδοφορία των τραπεζών και το πως μπορεί να ενισχυθεί περαιτέρω, τόνισε ότι κλειδί δεν είναι μόνον οι ιδέες και οι κατευθύνσεις που όλοι ξέρουμε και ακολουθούμε, αλλά και ο τρόπος που θα τις αναπτύξουμε και θα τις εφαρμόσουμε.

Ειδικότερα για τις ελληνικές τράπεζες, ο διευθύνων σύμβουλος της ΕΤΕ αναφέρθηκε στην προοπτική ανάκτησης μέρους των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, στην ψηφιοποίηση των υπηρεσιών καθώς και στην ανάπτυξη καταθετικών και τραπεζοασφαλιστικών προϊόντων, που μπορεί να οδηγήσει σε διψήφια αύξηση των εσόδων από προμήθειες. Επίσης, αναφέρθηκε στην αξιοποίηση των πολλών δεδομένων που συλλέγουν οι τράπεζες και τους δίνει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στην προσφορά νέων υπηρεσιών.

Καραβίας: «Σε συζητήσεις με πιθανούς επενδυτές για την επιλογή έργων που θα μπορούσαν να μπουν υπό την ομπρέλα του RRF»

«Υπάρχουν δύο στοιχεία που ξεχωρίζουν σε σχέση με το RRF. Το ένα είναι το μέγεθος των κεφαλαίων – δεν έχει προηγούμενο, χωρίς την παραμικρή υπερβολή. Το δεύτερο είναι η απόφαση της κυβέρνησης να επιλέξει μια κατανομή που θα εμπλέκει σε μεγάλο βαθμό τον ιδιωτικό τομέα και θα αξιοποιεί κεφάλαια της ΕΕ με ιδιωτική χρηματοδότηση. Με αυτόν τον τρόπο, τα δάνεια, ύψους 13 δισ. ευρώ του RRF, πρόκειται να καταλήξουν ως ‘ένεση’ 30 δισ. ευρώ στην οικονομία, αντιμετωπίζοντας έτσι, ένα βασικό ζήτημα της ελληνικής οικονομίας, δηλαδή την ανάγκη κάλυψης μετά από μια δεκαετία σημαντικών αρνητικών επενδύσεων και εξάντληση παγίου κεφαλαίου».

Αυτό τόνισε με την σειρά του, ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank, κ. Φωκίων Καραβίας, αποκαλύπτοντας πως η τράπεζα βρίσκεται ήδη σε συζητήσεις με διάφορα ενδιαφερόμενα μέρη και πιθανούς επενδυτές και καταρτίζει μία λίστα έργων που θα μπορούσαν να τεθούν κάτω από την ομπρέλα του RRF. «Στόχος μας είναι να έχουμε υπόψη μία σειρά έργων όταν θα διατεθούν τα πρώτα κεφάλαια, πιθανώς προς το τέλος του έτους. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι δεν επικεντρωνόμαστε σε έναν μόνο τομέα. Προφανώς, πολλά ξενοδοχειακά έργα ικανοποιούν τα περισσότερα από τα κριτήρια RRF. Ωστόσο, βλέπουμε το ενδιαφέρον για πολλούς άλλους τομείς, όπως η ενέργεια, τα ακίνητα, τα logistics, τις κατασκευές και τα έργα στην βιομηχανία», συνέχισε.

Όσον αφορά στη συζήτηση για το DTC, ο κ. Καραβίας τόνισε πως αρκετά ιδρύματα έχουν επισημάνει πως το ύψος του είναι ένα ακόμη αδύνατο σημείο του ελληνικού τραπεζικού συστήματος.

«Όλα αυτά τα ιδρύματα, συμπεριλαμβανομένης και της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), διορθώνουν αυτά τα προγνωστικά. Πρέπει, μάλιστα, να αναγνωριστεί πως η ΤτΕ, πέρα από τις εκτιμήσεις, ήρθε με μία πρόταση, προκειμένου να αντιμετωπίσει το ζήτημα, με έναν αρκετά καινοτόμο τρόπο», εξήγησε, σημειώνοντας πως μέχρι πρόσφατα θεωρείτο ένα σοβαρό εμπόδιο στη μείωση των «κόκκινων» δανείων, γιατί πιθανές απώλειες θα ενεργοποιούσαν τον μηχανισμό, προκαλώντας την απίσχναση των μετόχων.

Οι τράπεζες, ωστόσο, απέφυγαν ένα τέτοιο ενδεχόμενο μέσω των hive down. «Η Eurobank υπήρξε πρωτοπόρος και άλλες δύο τράπεζες ακολούθησαν, πετυχαίνοντας να ‘ξεφορτωθούν’ το προβληματικό τους χαρτοφυλάκιο χωρίς να ενεργοποιήσουν τον μηχανισμό. Τα NPEs μειώθηκαν, είμαστε η πρώτη τράπεζα που θα πετύχει εφέτος μονοψήφιο ποσοστό, ενώ και άλλες τράπεζες είναι προς αυτό το μονοπάτι», σχολίασε, για να καταλήξει:

«Οι προβλέψεις κάνουν λόγο για ισχυρή ανάπτυξη τουλάχιστον για τα επόμενα πέντε χρόνια. Σε μία προοπτική ανάπτυξης οι τράπεζες μπορούν να πετύχουν σταθερή και βιώσιμη κερδοφορία. Σε ένα θετικό μάκρο περιβάλλον, λοιπόν, με ισχυρή ανάπτυξη και ισχυρή κερδοφορία το DTC είναι ένα πρόβλημα που ξεθωριάζει».

Διαβάστε ακόμη:

Σταϊκούρας στο 10th Greek Investment Forum: Έξοδος της Ελλάδας το 2022 από την ενισχυμένη εποπτεία

Αντώνης Λελάκης: Πώς το όραμα ενός πρωτοπόρου εφοπλιστή βούλιαξε στην… άμμο και στα χρέη

Αρχίζουν οι πλειστηριασμοί: Στο σφυρί 40+1 ξενοδοχεία