Σύμπλευση απόψεων στο ζήτημα της Bad Bank, την οποία αξιολογούν ως λύση, χωρίς, ωστόσο, να έχουν καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα όσον αφορά στην αναγκαιότητά της και διάσταση στο θέμα της χρηματοδότησης των επιχειρήσεων – και δη, των μικρομεσαίων – καταγράφηκε μεταξύ κυβέρνησης, τραπεζών και servicers.

Ειδικότερα, μιλώντας στη συνεδρίαση της Βουλής, με θέμα τη λειτουργία του χρηματοπιστωτικού συστήματος, τις προκλήσεις και τις προοπτικές του, με έμφαση στη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, ο υπουργός Οικονομικών, κ. Χρήστος Σταικούρας, απάντησε – για πρώτη φορά επίσημα – για το σχέδιο της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ). «Η κυβέρνηση, με την αξιοποίηση διεθνών συμβούλων, εξετάζει και αξιολογεί την πρόταση της ΤτΕ. Πρόταση για τη δημιουργία μιας εταιρίας διαχείρισης στοιχείων ενεργητικού, η οποία θα αναλάβει τη διαχείριση ενός ποσοστού μη εξυπηρετούμενων δανείων, προβλέποντας και την αντιμετώπιση του ζητήματος της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης», ανέφερε χαρακτηριστικά, για να προσθέσει: «Η αξιολόγηση γίνεται με γνώμονα την ανάλυση κόστους – οφέλους για πολίτες, Δημόσιο και τράπεζες, τηρώντας και τις προϋποθέσεις που θέτουν οι ευρωπαϊκοί κανόνες. Την ίδια αξιολόγηση κάνουν αυτή την περίοδο τραπεζικά ιδρύματα, φορείς και θεσμοί, χωρίς κανείς – μέχρι σήμερα – να την έχει ολοκληρώσει».

Ανοιχτή σε οποιαδήποτε πρόταση, ειδικά εάν προέρχεται από ένα τόσο σημαντικό ίδρυμα, είναι, σύμφωνα με τον υφυπουργό Οικονομικών, αρμόδιο για το χρηματοπιστωτικό σύστημα, κ. Γιώργο Ζαββό, η κυβέρνηση. «Οποιαδήποτε πρόταση, όμως, την βλέπουμε κάτω από το πρίσμα ορισμένων κριτηρίων, τα οποία έχουν προκύψει από την πρακτική, με την οποία αντιμετωπίσαμε έως σήμερα τα θέματα των κόκκινων δανείων. Άρα, σε κάθε πρόταση πρέπει να εξετάζουμε: α) σε ποιον βαθμό είναι αναγκαία, β) σε ποιον βαθμό έχει δημοσιονομική ή εποπτική επίπτωση, γ) εάν είναι συμβατή με τους κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δηλαδή, τους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων και δ) εάν είναι συμβατή με τον ‘Ηρακλή’», ανέφερε.

Σύμφωνα με τον ίδιο, η Κομισιόν σημειώνει πως οι χώρες μπορούν να προχωρήσουν στη σύσταση εταιρειών διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων, υπογραμμίζοντας, ωστόσο, ότι θα πρέπει να διαθέτουν επαρκή χρηματοδοτική ισχύ ως προς την ικανότητα απορρόφησης ζημιών. «Όπως εξηγεί, ακόμα και εάν μπορούσαν να αντληθούν ιδιωτικά κεφάλαια και χρηματοδότηση πιθανότατα θα χρειαζόταν σημαντική δημόσια χρηματοδότηση στις περισσότερες περιπτώσεις, γεγονός που θα απαιτούσε αξιολόγηση των κρατικών ενισχύσεων. Επίσης, αναφέρει ότι θα πρέπει να υπάρχει μεγάλος βαθμός ομοιογένειας», κατέληξε.

Όσον αφορά στα ζητήματα της χρηματοδότησης των επιχειρήσεων, ο κ. Σταικούρας, αφού ανέλυσε τα ποσά που έχουν μέχρι στιγμής διοχετευθεί στην αγορά, κάλεσε τις τράπεζες να αυξήσουν τον αριθμό των πιστώσεων προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. «Μέχρι σήμερα, έχουν διατεθεί στην αγορά 7,1 δισ. ευρώ μέσω χρηματοδοτικών εργαλείων, όπως είναι το ΤΕΠΙΧ και το Ταμείο Εγγυοδοσίας, με εγγυήσεις και επιδότηση επιτοκίου. Συγκεκριμένα, έχουν χορηγηθεί δύο δισ. ευρώ μέσω του ΤΕΠΙΧ ΙΙ και 5,1 δισ. ευρώ μέσω του

Ταμείου Εγγυοδοσίας. Επίσης, έχουν επιδοτηθεί τόκοι, ύψους 312 εκατ. ευρώ, σε 23.000 επιχειρήσεις και 54.686 δάνεια αυτών», τόνισε, για να καταλήξει: «Είναι, βέβαια, γεγονός και αυτό το έχουμε επισημάνει ότι τα πιστωτικά ιδρύματα άργησαν να συγχρονιστούν με τον βηματισμό της κυβέρνησης σε ό, τι αφορά την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης. Όπως, επίσης, είναι γεγονός ότι οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις δεν έχουν τον απαιτούμενο βαθμό πρόσβασης σε τραπεζικό δανεισμό. Και αυτό πρέπει να αλλάξει, με ευθύνη των πιστωτικών ιδρυμάτων. Οι τράπεζες πρέπει να διοχετεύσουν, φυσικά με προσοχή, μεγαλύτερο μέρος των συνολικών πιστώσεων προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις απ’ ότι στο πρόσφατο παρελθόν».

Χαντζηνικολάου: «Μέσω επιδοτήσεων η χρηματοδότηση όσων δεν πληρούν τα τραπεζικά κριτήρια»

«Η πρόκληση της χρηματοδότησης οικονομικών μονάδων, οι οποίες δεν μπορούν να χρηματοδοτηθούν από τις τράπεζες, μπορεί να αντιμετωπισθεί μόνον από το κράτος που μπορεί να μεταφέρει πόρους, εάν το κρίνει εφικτό, προς αυτό τον σκοπό, μέσω επιδοτήσεων. Το πρόγραμμα της επιστρεπτέας προκαταβολής και η επιδότηση των θέσεων εργασίας είναι τέτοια παραδείγματα». Αυτό τόνισε από την πλευρά του, ο πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών (ΕΕΤ), κ. Γιώργος Χαντζηνικολάου, σηκώνοντας, ουσιαστικά το… γάντι που του έριξε ο κ. Σταικούρας.

Πιο αναλυτικά, απαντώντας στην κριτική που δέχεται τελευταία το τρ4απεζικό σύστημα ότι ενώ έχει πλεονάζουσα ρευστότητα λόγω ευρώ-συστήματος και αύξησης των καταθέσεων δεν ανταποκρίνεται στις χρηματοδοτικές ανάγκες της οικονομίας ο κ. Χαντζηνικολάου απάντησε πως η μεγάλη ρευστότητα δεν συνεπάγεται αυτόματα πιστωτική επέκταση. «Το έχω τονίσει κατ’ επανάληψη και θα μου επιτρέψετε να το ξαναπώ, ότι δεν μπορούν να έχουν πρόσβαση σε δανεισμό οι επιχειρήσεις και ιδιώτες που δεν ικανοποιούν τα βασικά τραπεζικά κριτήρια. Οι λόγοι που τα βασικά τραπεζικά κριτήρια ενδέχεται να μην ικανοποιούνται από αυτές τις οικονομικές μονάδες είναι πολλοί: είτε γιατί έχουν μη εξυπηρετούμενα δάνεια είτε γιατί έχουν αρρύθμιστες φορολογικές ή ασφαλιστικές εισφορές είτε γιατί έχουν ξεπεράσει τα όρια των κρατικών επιχορηγήσεων είτε έχουν αρνητικά ίδια κεφάλαια ή γιατί είναι ήδη υπερδανεισμένες. Με άλλα λόγια, ανήκουν σε μία κατηγορία που για τις ανάγκες του δανεισμού τις καθιστά προβληματικές ως προς την πιθανότητα αποπληρωμής των συνολικών υποχρεώσεων τους», υπογράμμισε, προσθέτοντας πως οι τράπεζες είναι εποπτευόμενες οικονομικές μονάδες και άρα, εάν τα δάνεια σταματούν να είναι εισπράξιμα υπονομεύεται η ικανότητά τους να ανταποκριθούν στην υποχρέωση επιστροφής των καταθέσεων στους καταθέτες.

Όσον αφορά στην Bad Bank, ο ίδιος ανέφερε πως η ΕΕΤ βρίσκεται στη διαδικασία λεπτομερούς ανάλυσης της πρότασης, με την βοήθεια ειδικού

εξωτερικού συμβούλου. «Το τραπεζικό σύστημα έχει δηλώσει επανειλημμένως ότι όσο περισσότερα εργαλεία διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων είναι διαθέσιμα, τόσο αποτελεσματικότερη είναι η διαχείρισή τους. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, καλωσορίζει την πρωτοβουλία της ΤτΕ», σημείωσε, εστιάζοντας σε μία σειρά από θέματα που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά πως πρέπει να εξεταστούν ενδεχομένως με ομοιόμορφο τρόπο σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, όπως λ.χ. εάν οι δημόσιοι πόροι που θα διατεθούν για ένα τέτοιο σχήμα θα είναι συμβατοί με τις κρατικές ενισχύσεις και δεν θα θίγουν τον ευρωπαϊκό ανταγωνισμό. «Επίσης, είναι γνωστό ότι, τόσο στην Ελλάδα, όσο και σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες (Ισπανία, Ιταλία, Πορτογαλία), μέρος από τα κεφάλαια των τραπεζών αποτελείται από τον αναβαλλόμενο φόρο. Είναι προφανές από τα ανωτέρω ότι ενώ η πρόταση της ΤτΕ για τη δημιουργία εταιρείας διαχείρισης ενεργητικού είναι ευπρόσδεκτη, καθώς διακρίνεται από σημαντικά στοιχεία καινοτομίας που επιτρέπουν, πέρα από τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και την καλύτερη διαχείριση και της αναβαλλόμενης φορολογίας, ωστόσο, υπάρχουν διαστάσεις της πρότασης αυτής που χρειάζονται περαιτέρω ανάλυση και πιθανές εγκρίσεις από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, μιας και δεν υπάρχει προηγούμενο, όπως με τον Ηρακλή», κατέληξε.

Στουρνάρας: «Σκόπιμο να αξιολογηθεί μία νέα παράταση του «Ηρακλή»

Την άποψη πως μία ενδεχόμενη παράταση του προγράμματος «Ηρακλής» πέραν του πρώτου σταδίου είναι σκόπιμο να αξιολογηθεί υπό το πρίσμα των εκτιμώμενων δημοσιονομικών επιπτώσεων (λόγω της πρόσθετης παροχής κρατικών εγγυήσεων και της ενδεχόμενης ενεργοποίησης της νομοθεσίας για την αναβαλλόμενη φορολογία), καθώς και από τη δυνατότητα των ελληνικών τραπεζών να εγγράψουν εμπροσθοβαρώς ζημίες που θα περιορίσουν περαιτέρω τους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας, εξέφρασε με την σειρά του, ο διοικητής της ΤτΕ, κ. Γιάννης Στουρνάρας, υπενθυμίζοντας πως οι ελληνικές τράπεζες εμφανίζουν έλλειμμα άνω των 10 δισ. ευρώ σε σχέση με τις λεγόμενες Ελάχιστες Απαιτήσεις Ιδίων Κεφαλαίων και Επιλέξιμων Υποχρεώσεων (MREL), το οποίο υποχρεούνται να καλύψουν εντός των επόμενων τεσσάρων με πέντε ετών.

Αναλύοντας, δε τους λόγους που υπαγορεύουν την υιοθέτηση της πρότασης για την Bad Bank. Συγκεκριμένα:

  • Το πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων πρέπει να λυθεί αμέσως
  • Είναι απαραίτητη μία συστημική λύση, η οποία θα λειτουργήσει συμπληρωματικά της υφιστάμενης, με δεδομένο ότι μετά την ολοκλήρωση των συναλλαγών που είναι προγραμματισμένες με τον «Ηρακλή», το πρώτο ήμισυ του 2021, θα συνεχίσουν να υφίστανται ΜΕΔ, ύψους περίπου 40 με 45 δισ. ευρώ, αναλόγως των εκτιμήσεων.
  • Στην πρόταση της ΤτΕ το κόστος εξυγίανσης των ισολογισμών των τραπεζών επωμίζονται σε βάθος χρόνου οι ίδιες οι τράπεζες και όχι ο φορολογούμενος. Εκείνες, ωστόσο, μπορούν να επωφεληθούν από την εισαγωγή ενός μηχανισμού σταδιακής αναγνώρισης των ζημιών που καθιστά δυνατή την ενίσχυση της κεφαλαιακής τους επάρκειας σε βάθος χρόνου.
  • Επιλύει πέραν των ΜΕΔ και το πρόβλημα του υψηλού ποσοστού της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης στα κεφάλαια των πιστωτικών ιδρυμάτων. Εδώ και έξι χρόνια οι τράπεζες έχουν άνω του 50% των εποπτικών τους κεφαλαίων σε αποθεματικά που ΔΕΝ έχουν καταβληθεί. Αυτός είναι επί της ουσίας και ο λόγος, για τον οποίο η κεφαλαιακή τους βάση θεωρείται από τις αγορές κεφαλαίου ως χαμηλότερης ποιότητας σε σχέση με το κανονικό.

Πανούσης: «Στους servicers η διαχείριση ανεξαρτήτως συστημικής λύσης»

«Έχω πει και επαναλαμβάνω ότι το πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων είναι μεγάλο και όσο περισσότερα εργαλεία έχουμε, τόσο το καλύτερο. Αυτό, όμως, που θέλω να υπογραμμίσω, για να γίνει απόλυτα ξεκάθαρο, είναι ότι οι εταιρείες διαχείρισης δεν έχουν κάποιο όφελος από την επιλογή του ενός ή του άλλου μηχανισμού ή από την παράλληλη λειτουργία τους. Και στην περίπτωση των τιτλοποιήσεων και στην περίπτωση της μεταβίβασης προβληματικών χαρτοφυλακίων σε ειδικό φορέα, η διαχείριση τελικά θα γίνει από τους οργανισμούς που έχουν την εμπειρία και την τεχνογνωσία». Αυτό υπογράμμισε ο πρόεδρος του Δ.Σ. των Εταιρειών Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις (ΕΔΑΔΠ), κ. Τάσος Πανούσης, προσθέτοντας πως σκοπός και στόχος τους είναι να επιτύχουν το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα για λογαριασμό των εντολέων τους, με τις αναγκαίες κοινωνικές προδιαγραφές – ανεξάρτητα από το σχήμα ή τα σχήματα που θα επιλεγούν.

Σύμφωνα με τον ίδιο, όπως κάθε μεγάλη ύφεση και διαταραχή της οικονομικής δραστηριότητας, θα φέρει νέες αθετήσεις υποχρεώσεων. «Θα προστεθούν νέα ΝΡLs. Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε εάν θα κινηθούν

στο χαμηλό ή στο υψηλό του εύρους προβλέψεων που έχουν διατυπωθεί – ενώ ξέρουμε ότι δάνεια που ξεπερνούν τα 20 δισ. ευρώ είχαν ενταχθεί στο μέτρο της αναστολής πληρωμών έως και τον Δεκέμβριο και τώρα θα πρέπει να επανενταχθούν στην κανονικότητα», εξήγησε, καταλήγοντας πως η έγκαιρη διαχείρισή τους είναι κομβικής σημασίας, ώστε να μην φορτωθεί η χώρα ένα νέο βάρος που θα εμποδίζει την ανάκαμψη και την τραπεζική χρηματοδότηση για σημαντικό βάθος χρόνου.

Διαβάστε ακόμη:

Στις στρατηγικές επενδύσεις εντάχθηκε το project «Αιολικά Πάρκα Εύβοιας» των Ελλάκτωρ – EDP

Χωρίς ρεύμα για 5η μέρα 3.500 νοικοκυριά – Αδιευκρίνιστο το μέγεθος της βλάβης στη χαμηλή τάση

Στουρνάρας: Γιατί πρέπει να προχωρήσει η bad bank – Οι 4 λόγοι