Κάλεσμα προς όλους τους φορείς που εμπλέκονται στη διαχείριση των «κόκκινων» δανείων, από το δημόσιο, μέχρι τις τράπεζες, αλλά και τους servicers, για συνεργασία απηύθυνε ο διευθύνων σύμβουλος της doValue Greece και πρόεδρος της Ένωσης Εταιρειών Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια & Πιστώσεις (ΕΕΔΑΔΠ), κ. Τάσος Πανούσης.

Ειδικότερα, μιλώντας στο πλαίσιο του 4ου NPL Summit, ο κ. Πανούσης υπογράμμισε πως στη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης τα κρατικά μέτρα στήριξης και οι παράλληλες πρωτοβουλίες των servicers αποδείχθηκαν ιδιαίτερα αποτελεσματικές, ώστε να μην υπάρξει νέο κύμα κόκκινων δανείων, που πολλοί φοβούνταν και προέβλεπαν. «Σήμερα, και πάλι απαιτείται να κινηθούμε πριν μας προλάβουν τα γεγονότα. Να συνεργαστούμε δηλαδή, δημόσιοι φορείς, τράπεζες, εταιρείες διαχείρισης και δανειολήπτες ώστε να μην επηρεαστούν, κατά το δυνατό, οι ομαλές αποπληρωμές και να μην δούμε τώρα κύμα αθετήσεων των δανειακών υποχρεώσεων. Είναι κρίσιμο προπάντων για την οικονομία», σημείωσε χαρακτηριστικά.

Σύμφωνα με τον ίδιο, σε ένα περιβάλλον χαμηλότερης ανάπτυξης από εκείνη που όλοι είχαν εκτιμήσει, αμφότεροι θα χρειαστεί να πολλαπλασιάσουν τις προσπάθειές μας, ώστε να μην εκτροχιαστούν τα business plan που συνοδεύουν τις τιτλοποιήσεις. «Η πρόκληση αφορά όλους και επομένως όλοι πρέπει να δείξουν την απαιτούμενη προσήλωση στο στόχο. Το όποιο πρόσκομμα μπορεί από μόνο του να είναι μικρό, αλλά κάθε πρόσθετη καθυστέρηση λόγω π.χ. της κινητοποίησης ενός κλάδου για ένα διαφορετικό θέμα πχ πρόσφατη απεργία συμβολαιογράφων ή της παράτασης μιας εκκρεμότητας -για παράδειγμα στη δικαστική διεκπεραίωση των υποθέσεων του νόμου Κατσέλη- μπορούν να έχουν σωρευτικά σοβαρό αρνητικό αντίκτυπο».

Ειδικά για τις εκκρεμότητες του νόμου Κατσέλη, ο κ. Πανούσης ανέφερε πως έχει χαθεί πολύτιμος χρόνος. «Υπολογιζόταν ότι στο σύνολό τους θα έχουν εκδικαστεί έως και τη φετινή χρονιά, αλλά έχουμε ήδη διανύσει το ένα τρίτο της και μόνο για το 60% περίπου των υποθέσεων έχει οριστεί δικάσιμος – και σε κάποιες περιπτώσεις για το 2023 ή το 2024 – χωρίς ωστόσο να έχει εκδοθεί σημαντικός αριθμός δικαστικών αποφάσεων. Το ζήτημα των ρυθμών απονομής της Δικαιοσύνης στην Ελλάδα δεν είναι καινούργιο. Η σημασία του αναγνωρίζεται, άλλωστε, από το γεγονός ότι -πολύ ορθά- υπάρχει ειδική πρόβλεψη και στον εθνικό σχεδιασμό για τους ευρωπαϊκούς πόρους και τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης, στο Ελλάδα 2.0, για την διάθεση πόρων ώστε να δημιουργηθεί η τεχνολογική υποδομή για ταχύτερη έκδοση των δικαστικών αποφάσεων. Ωστόσο, η αποτελεσματικότητα του δικαστικού συστήματος επηρεάζει καθοριστικά το δικό μας τομέα δραστηριότητας, καθώς η πορεία των υποθέσεων συνδέεται άμεσα με την προσφυγή (δυνητικά ή στην πράξη) στη Δικαιοσύνη. Αναγνωρίζουμε τις σημαντικές και ουσιαστικές προσπάθειες που καταβάλλει το υπουργείο Δικαιοσύνης. Για παράδειγμα, σε ό,τι αφορά το πρόβλημα με τις χρονίζουσες υποθέσεις του Νόμου Κατσέλη, η ανακατανομή ανάλογα με το φόρτο κάθε Ειρηνοδικείου, όπως νομοθετήθηκε πρόσφατα, θα βοηθήσει την ταχύτερη διεκπεραίωσή τους. Ωστόσο, χρειάζονται πρόσθετες παρεμβάσεις για να φτάσουμε γρήγορα (το γρήγορα είναι κρίσιμη παράμετρος) στον επιθυμητό στόχο, που είναι βέβαια η πλήρης εκκαθάριση των εκκρεμοτήτων και η ταχεία και σε προβλέψιμο χρόνο επίλυση των νέων υποθέσεων που φτάνουν στα δικαστήρια», εξήγησε.

Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με τον κ. Πανούση, για την προστασία της πρώτης κατοικίας των πραγματικά ευάλωτων νοικοκυριών είχε προβλεφθεί η δημιουργία φορέα με αντικείμενο τη μίσθωση και επαναγορά των ακινήτων. «Πρόκειται για μια σημαντική μεταρρύθμιση που υιοθετήθηκε με το νέο Κώδικα Αφερεγγυότητας το 2020 και παραμένει σε τροχιά υλοποίησης. Ασφαλώς έχουν αναληφθεί σημαντικές πρωτοβουλίες για τη λειτουργία του κρατικού Φορέα Απόκτησης και Επαναμίσθωσης Ακινήτων. Ωστόσο, η έναρξη της λειτουργίας του φαίνεται ότι θα απαιτήσει περισσότερο χρόνο και τεχνική προετοιμασία. Για να καλυφθεί η σχετική ανάγκη στο μεσοδιάστημα, είναι γνωστό ότι η Πολιτεία θέσπισε πρόσφατα το Ενδιάμεσο Πρόγραμμα Κρατικής Στήριξης για την προστασία της 1ης κατοικίας ευάλωτων νοικοκυριών. Ως κλάδος θεωρούμε ότι είναι σημαντικό να υπάρχει ένα αποτελεσματικό «δίχτυ» κοινωνικής προστασίας για τις στεγαστικές ανάγκες των ευάλωτων νοικοκυριών. Ωστόσο, η ύπαρξη τέτοιων μηχανισμών προστασίας αποτελεί και πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ένα διακριτό ζήτημα κοινωνικής πολιτικής. Η αποτελεσματική αντιμετώπιση αντίστοιχων ζητημάτων δεν μπορεί να έρθει μέσα από οριζόντιες προσεγγίσεις προστασίας και αναστολής των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης, όπως έγινε στο παρελθόν με τον νόμο Κατσέλη.

Σήμερα, γνωρίζουμε ότι αυτές οι προσεγγίσεις απέτυχαν στην πράξη, προκαλώντας συστημικά προβλήματα στο χρηματοπιστωτικό σύστημα με σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις για την Ελληνική Οικονομία», υπογράμμισε. Και πέρα από το νόμο Κατσέλη, όμως, για αρκετές κατηγορίες υποθέσεων οι διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης παραμένουν χρονοβόρες διαδικαστικά, ενώ το υπάρχον πλαίσιο δεν εφαρμόζεται στο σύνολό του. Όπως σημείωσε ο κ. Πανούσης. παρά τις αξιόλογες μεταρρυθμίσεις των τελευταίων ετών, η επίλυση των διαφορών που προκύπτουν στο πλαίσιο της διαδικασίας αναγκαστικής είσπραξης απαιτήσεων μπορεί να απαιτήσει χρόνια δικαστικών αγώνων και πολλαπλές δικαστικές προσφυγές. Πρόκειται για ένα φαινόμενο με αρνητικές συνέπειες όχι μόνο για τα επιχειρηματικά σχέδια διαχείρισης των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων, αλλά και για τους ίδιους τους οφειλέτες, λόγω της παράτασης και της διαιώνισης εκκρεμοτήτων που θα έπρεπε να εκκαθαρίζονται σε πολύ συντομότερο χρόνο. «Έχουμε πει περισσότερες φορές από όσες μπορώ να θυμηθώ ότι η αναγκαστική εκτέλεση δεν είναι ούτε ο στόχος, ούτε το συμφέρον, ούτε η επιδίωξή μας. Όχι απλώς δεν αποτελεί προτεραιότητα, αλλά είναι η έσχατη λύση. Χωρίς την ύπαρξή της, όμως, δημιουργείται μια αίσθηση θεσμικής χαλαρότητας σε εκείνους ακριβώς που θέλουν να αποφύγουν υποχρεώσεις τις οποίες ανέλαβαν και μπορούν να εκπληρώσουν. Η επιτάχυνση, επομένως, των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης είναι αναγκαία για να αποφύγουμε την υποτροπή σε μια κουλτούρα μη πληρωμών, που είχε αναπτυχθεί στη χώρα μας κάποιο διάστημα και κάναμε πολύ κόπο για να αναστρέψουμε. Η βελτίωση είναι σημαντική και πρέπει με κάθε τρόπο να τη διαφυλάξουμε, γιατί η εκπλήρωση των υποχρεώσεων που αναλαμβάνονται αποτελεί τη βάση του πιστωτικού συστήματος και θεμέλιο για της παραγωγικής δραστηριότητας σε μια ελεύθερη οικονομία», πρόσθεσε.

Αντίθετα, στο σκέλος του εξωδικαστικού συμβιβασμού, μετά από μια περίοδο που αφιερώθηκε στην επίλυση τεχνικών και διαδικαστικών προβλημάτων, η εικόνα βελτιώνεται ουσιαστικά. Η πλατφόρμα λειτουργεί, ήδη υπάρχουν πάνω από 700 περιπτώσεις δανείων ύψους άνω των 200 εκ. που περιλαμβάνουν και άφεση χρέους τουλάχιστον 30% όπου η διαδικασία ολοκληρώθηκε ή ολοκληρώνεται. «Το κρίσιμο σημείο για το επόμενο διάστημα είναι να ανεβάσουμε ρυθμούς και να παγιώσουμε μια κουλτούρα υγιούς οικονομικής συμπεριφοράς. Οτιδήποτε δημιουργεί προσκόμματα στην ομαλή αποπληρωμή πρέπει να αντιμετωπίζεται έγκαιρα. Όσοι, ιδιώτες και επιχειρήσεις, συνεργάστηκαν μαζί μας ξέρουν ότι όπου υπάρχει εφικτή λύση, τη βρίσκουμε. Ζητούμε τη συνεργασία όλων, δανειοληπτών, δημόσιων και ιδιωτικών φορέων, επαγγελματικών κλάδων και θεσμικών εκπροσώπων, γιατί το πρόβλημα ενός αποθέματος μη εξυπηρετούμενων δανείων ύψους πάνω από 120 δις ευρώ, που διαχειριζόμαστε σήμερα, είναι μεγάλο και η αποτελεσματική διαχείρισή του μπορεί να κάνει τη διαφορά για την ελληνική οικονομία», τόνισε.

Οι ρυθμίσεις

Σύμφωνα με τον κ. Πανούση, την τελευταία διετία οι servicers ρύθμισαν περισσότερα από 160.000 δάνεια, ύψους πάνω από €5,5 δισ. Οι αριθμοί αυτοί αφορούν αποκλειστικά χαρτοφυλάκια που έχουν μεταβιβαστεί και βρίσκονται εκτός τραπεζικών ισολογισμών. Στις περισσότερες περιπτώσεις οι λύσεις περιλάμβαναν και άφεση χρέους. Για τα χαρτοφυλάκια που διατηρούν οι τράπεζες οι servicers προχώρησαν σε χιλιάδες ρυθμίσεις, με κριτήριο τη βιωσιμότητα της ρύθμισης και την ικανότητα του δανειολήπτη να ανταποκρίνεται μακροπρόθεσμα στους όρους της. Με τον τρόπο αυτό, το δάνειο καθίσταται εκ νέου, μετά από ένα διάστημα, εξυπηρετούμενο. Ήδη μέσω των servicers μέσα στην περυσινή χρονιά μόνον δάνεια άνω των €2,8 δισ. αναταξινομήθηκαν το 2021 ως “εξυπηρετούμενα” και επανήλθαν στα υγιή τραπεζικά χαρτοφυλάκια των πιστωτικών ιδρυμάτων – ενισχύοντας την κερδοφορία και μέσω αυτής την κεφαλαιακή ισχύ τους. Το ίδιο ισχύει και για τα ΜΕΔ που «θεράπευσαν» και βρίσκονται εκτός τραπεζικών ισολογισμών, σε χαρτοφυλάκια επενδυτών. Τελικά, αυτά τα δάνεια, υγιή και εξυπηρετούμενα πλέον, πρέπει να επιστρέψουν στη φυσική τους θέση, δηλαδή στις τράπεζες. Η επιστροφή των ενήμερων πλέον, πρώην προβληματικών, χαρτοφυλακίων στο τραπεζικό σύστημα θα έχει πολλαπλή θετική επίδραση:

  • θα ενισχύσει την κερδοφορία και, μέσω αυτής, την κεφαλαιακή βάση των τραπεζών,
  • θα υποβοηθήσει την εκπλήρωση των επιχειρηματικών πλάνων των τιτλοποιήσεων, που φέρουν την εγγύηση του Δημοσίου, άρα θα
  • προστατεύσει τον Έλληνα φορολογούμενο,
  • και, κατεξοχήν, θα βοηθήσει τους δανειολήπτες, νοικοκυριά αλλά προπάντων επιχειρήσεις, που βρίσκονταν εκτός τραπεζικής χρηματοδότησης να αποκαταστήσουν την πρόσβασή τους στο χρηματοπιστωτικό σύστημα.

«Η επάνοδος χαρτοφυλακίων στους τραπεζικούς ισολογισμούς ως ενήμερων δεν συνιστά απλώς μια σαφή ένδειξη επιστροφής στην οικονομική κανονικότητα, αλλά επιπλέον ενισχύει την προσπάθεια αποκατάστασης της παραγωγικής βάσης της οικονομίας και στηρίζει την επίτευξη των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης που χρειάζεται η χώρα τα επόμενα χρόνια», κατέληξε.

Διαβάστε επίσης:

Φυσικό αέριο: Σε χαμηλό 4 εβδομάδων – Η ΕΕ καθησυχάζει τους αγοραστές

Euroxx: Γιατί η μετοχή της Τέρνα Ενεργειακή μπορεί να φθάσει τα 22,5 ευρώ

Helikon: Χτίζει θέση και στη ΓΕΚ Τέρνα – Άνω του 5% το ποσοστό των μετοχών του