Τις εξελίξεις στο πολιτικό σκηνικό που πυροδότησε η υπόθεση των επισυνδέσεων της ΕΥΠ, παρακολουθούν οι τραπεζίτες, μην κρύβοντας την ανησυχία τους για τα… απόνερα, τόσο στην οικονομία, όσο και στις ίδιες τις τράπεζες, οι οποίες μόλις πρόσφατα κατάφεραν να απαλλαγούν από την κληρονομιά της 10ετούς κρίσης, στοχεύοντας στην επάνοδο σε «κανονική» κερδοφορία.

Πριν αποκαλυφθεί το επίμαχο ζήτημα οι CEOs των τεσσάρων συστημικών Ομίλων εμφανίζονταν αισιόδοξοι πως οι έμμεσες επιπτώσεις από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία θα επιβράδυναν μεν, τον ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας για εφέτος, δεν θα ανέτρεπαν δε, τη δυναμική της.

Στο πλαίσιο αυτό, εκτιμούσαν πως το ΑΕΠ θα μεγεθυνθεί κάπου μεταξύ 2,5% με 4%. Σήμερα, ωστόσο, όπως σημειώνουν αρμόδιες πηγές, στην παραπάνω εξίσωση θα πρέπει να προστεθεί και ο πολιτικός παράγοντας, με τον κίνδυνο μιας παρατεταμένης αβεβαιότητας να θέτει εν αμφιβόλω την ικανότητα επίτευξης σημαντικών ρυθμών ανάπτυξης τα επόμενα χρόνια.

Όπως, άλλωστε, ανέφερε σε παλαιότερη συνέντευξή του ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), κ. Γιάννης Στουρνάρας, «για να διατηρηθεί η καλή πορεία της οικονομίας δεν πρέπει να γίνουν λάθη, δεν υπάρχουν περιθώρια για αδύναμες κυβερνήσεις. Χρειάζονται ισχυρές κυβερνήσεις για να παίρνουν μέτρα».

Ήδη, πάντως, οι όποιες παρεμβάσεις της κυβέρνησης, με σκοπό να αμβλύνει τις συνέπειες της εκτίναξης του πληθωρισμού για νοικοκυριά και επιχειρήσεις, όπως για παράδειγμα, το σχέδιο για φθηνή στέγη ή οι επιδοτήσεις ρεύματος, εκλαμβάνονται από τα κόμματα της αντιπολίτευσης ως προεκλογικά… δωράκια, γεγονός που δυναμιτίζει ακόμη περισσότερο το κλίμα.

Από την άλλη, ελλοχεύει ο κίνδυνος υπέρβασης των δημοσιονομικών ορίων, που όμως, θα έθετε σε κίνδυνο και τον εθνικό στόχο ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας (σ.σ. η απόσταση της διαβάθμισης της ελληνικής οικονομίας από την επενδυτική κατηγορία – δηλαδή, διαβάθμιση ίση με ή καλύτερη από ΒΒΒ-/Baa3/ΒΒΒ (low) – έχει διαμορφωθεί σε μία βαθμίδα με βάση την αξιολόγηση των S&P και DBRS, σε δύο βαθμίδες με βάση την αξιολόγηση του Fitch και σε τρεις βαθμίδες με βάση την αξιολόγηση του Moody’s).

«Εάν εκλείψει η κυβερνητική στήριξη τότε αυξάνονται οι πιθανότητες να δούμε ένα νέο κύμα «κόκκινων» δανείων που τουλάχιστον προς ώρας, έχει αποφευχθεί.

Προφανώς, πρέπει να υπάρξει μία ισορροπία, με κινήσεις στοχευμένες και όχι οριζόντιες», σχολιάζουν οι ίδιες πηγές. Υπενθυμίζεται πως αμφότερες οι διοικήσεις των τεσσάρων συστημικών Ομίλων εμφανίστηκαν καθησυχαστικές ως προς τη συμπεριφορά των δανείων, τόσο αυτών που έχουν ενταχθεί σε προγράμματα είτε κρατικής είτε τραπεζικής στήριξης, όσο και στο σύνολο, για το α’ εξάμηνο του 2022, παρά τις έντονες πληθωριστικές πιέσεις, συμπεριλαμβανομένης και της απότομης αύξησης του ενεργειακού κόστους.

Το «πάθημα» της Ιταλίας

Στους τριγμούς που προκάλεσε στα ιταλικά ομόλογα η πρόσφατη πολιτική κρίση, εφιστούν την προσοχή υψηλόβαθμα τραπεζικά στελέχη, ευελπιστώντας πως η ελληνική «περιπέτεια» δεν θα λάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις.

Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), οι αποδόσεις των μακροπρόθεσμων ελληνικών κρατικών ομολόγων ακολουθούν ανοδική τάση από τον Σεπτέμβριο του 2021, οπότε διαφάνηκε η προοπτική αύξησης των επιτοκίων από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ εντός του 2022, ενώ αντίστοιχα, ανοδική τάση ακολουθούν από το τέλος του Οκτωβρίου και οι αποδόσεις των βραχυπρόθεσμων ομολόγων. Κατά συνέπεια, έως τα μέσα Ιουνίου του τρέχοντος έτους η καμπύλη αποδόσεων των ελληνικών κρατικών ομολόγων έχει σημαντικά μετατοπιστεί προς τα άνω σε σχέση, τόσο με τις αρχές του 2021, όσο και με τις αρχές του 2022.

Παρόμοια εξελίχθηκε και η διαφορά των αποδόσεων (spread) του ελληνικού δεκαετούς ομολόγου σε σχέση με τις αποδόσεις, τόσο του γερμανικού, όσο και του ιταλικού τίτλου αντίστοιχης διάρκειας, εμφανίζοντας ανοδική τάση από το τέλος του Οκτωβρίου του 2021.

«Ειδικά μετά τα μέσα Φεβρουαρίου, οπότε η γεωπολιτική ένταση στην Ουκρανία άρχισε να επιδρά στο επενδυτικό κλίμα, η διαφορά μεταξύ των αποδόσεων των ελληνικών και των ιταλικών τίτλων διευρύνθηκε σημαντικά, ενώ η μείωσή της στο τέλος Μαρτίου έως τα τέλη Απριλίου τεκμαίρεται ότι οφείλεται στις αναβαθμίσεις συγκεκριμένων οίκων και ως εκ τούτου, καταδεικνύει τα οφέλη μίας ενδεχόμενης περαιτέρω αναβάθμισης που θα έφερνε την πιστοληπτική αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας εντός της επενδυτικής κατηγορίας», σημειώνει χαρακτηριστικά.

Διαβάστε ακόμη

«Πράσινο» για τη νέα 5άστερη επένδυση άνω των €14 εκατ. των Ισραηλινών στο Σούνιο (pics)

Αλέξανδρος Μαμιδάκης: Ξανά στο σφυρί το ακίνητο στην Πολιτεία (pics)