Προσήλωση στο στόχο για την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας εντός του 2023, παρά το δυσμενές διεθνές περιβάλλον, ζητούν οι τράπεζες, χτυπώντας «καμπανάκι» για τυχόν δημοσιονομική παρέκκλιση, ως απόρροια των μέτρων στήριξης προς νοικοκυριά και επιχειρήσεις.

Πιο αναλυτικά, η δημοσιονομική προσαρμογή είναι μία -ίσως, η βασικότερη- από τις προϋποθέσεις που «τσεκάρουν» οι οίκοι αξιολόγησης, προκειμένου να αναβαθμίσουν -ή να υποβαθμίσουν- το αξιόχρεο κάθε χώρας. Η Ελλάδα αύξησε το πρωτογενές έλλειμμά της στο 7,5% του ΑΕΠ το 2020, για να μειωθεί στο 5% πέρυσι και στο 2% το 2022. «Αυτή τη στιγμή δεν μπορούμε να ξεπεράσουμε ορισμένα δημοσιονομικά όρια. Νομίζω ότι θα πρέπει το συντομότερο δυνατό να επανέλθουμε σε πρωτογενή πλεονάσματα που θα πρέπει να είναι ικανά για να πληρώνουν τους τόκους του δημοσίου χρέους, οι οποίοι είναι περίπου 2,2% του ΑΕΠ. Άρα, θα πρέπει μεσοπρόθεσμα, δεν λέω αύριο, να επιστρέψουμε σε μία δημοσιονομική ισορροπία που σημαίνει ότι θα πρέπει τουλάχιστον να μπορούμε να πληρώνουμε τους τόκους του δημοσίου χρέους με τα πρωτογενή πλεονάσματα», σχολίασε σε πρόσφατη συνέντευξή του ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), κ. Γιάννης Στουρνάρας, χαρακτηρίζοντας ως «εθνικό και απόλυτο» τον στόχο της επενδυτικής βαθμίδας.

Στο θέμα των δημοσιονομικών περιθωρίων εστίασε από την πλευρά του και ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank, κ. Φωκίων Καραβίας, συστήνοντας την υιοθέτηση πιο στοχευμένων κυβερνητικών μέτρων. «Δεδομένων των διεθνών προκλήσεων δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα δημοσιονομικά περιθώρια της χώρας παραμένουν περιορισμένα, επομένως οποιεσδήποτε κινήσεις στήριξης από το κράτος πρέπει να είναι στοχευμένες και όχι οριζόντιες, να γίνονται με μέτρο», ανέφερε χαρακτηριστικά από το βήμα της ετήσιας τακτικής γενικής συνέλευσης των μετόχων της τράπεζας, για να προσθέσει: «Να θυμηθούμε ότι τα υπερβολικά δίδυμα ελλείμματα ήταν αυτά που μας οδήγησαν στην κρίση, άρα πρέπει να αποφύγουμε πιθανή υποτροπή. Καθώς, μάλιστα, συνεχίζεται η προσπάθεια της χώρας για την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, η οποία, αν και δυσχερέστερη σε προβληματικό διεθνή περίγυρο, πιστεύουμε ότι θα συντελεστεί, εφόσον επιδείξουμε την απαραίτητη δημοσιονομική σύνεση».

Την άποψη πως η αξιοποίηση των χρηματοδοτικών πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, σε συνδυασμό με τη συνετή δημοσιονομική πολιτική και τις διαθρωτικές αλλαγές, θα παίξουν καταλυτικό ρόλο στο να αποκτήσει η χώρα την επενδυτική βαθμίδα, εξέφρασε ο πρόεδρος της Alpha Bank, κ. Βασίλης Ράπανος, σημειώνοντας πως πρόκειται για στόχο ζωτικής σημασίας για τη χρηματοδότηση του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα.

Τραπεζική «υγεία»

Η δεύτερη προϋπόθεση που θα κρίνει την αναβάθμιση από τους οίκους δεν είναι άλλη από την υγεία του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Σε αυτό τον τομέα, τα πράγματα είναι μάλλον θετικά -εάν εξαιρέσουμε το ζήτημα της χαμηλής κερδοφορίας, ως απόρροια της υψηλής αναβαλλόμενης φορολογίας- δεδομένου ότι όλες οι τράπεζες θα είναι σε θέση ήδη από το α’ εξάμηνο του τρέχοντος έτους να ανακοινώσουν μονοψήφιο δείκτη «κόκκινων» δανείων.

Πιο αναλυτικά, πέρα από Eurobank και Εθνική Τράπεζα που έτσι κι αλλιώς είχαν «πιάσει» τον στόχο ήδη από το τέλος του 2021, σε… μονοψήφια μονοπάτια βρίσκονται, τόσο η Τράπεζα Πειραιώς, όσο και η Alpha Bank.

«Το 2021 ήταν έτος πλήρους ανάκαμψης για την Τράπεζα Πειραιώς, πετυχαίνοντας δείκτη μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων περίπου στο 12,5% από 45% πριν από έναν χρόνο, με στόχο μονοψήφιο δείκτη NPE εντός του 2022. Ο στόχος αυτός έχει επιτευχθεί ήδη με στοιχεία Ιουνίου 2022, οπότε και τα NPEs βρέθηκαν στο 9%», τόνισε ο διευθύνων σύμβουλος της τράπεζας, κ. Χρήστος Μεγάλου, στο πλαίσιο της ετήσιας τακτικής γενικής συνέλευσης των μετόχων.

Τέσσερις συναλλαγές τιτλοποίησης και πώλησης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, ύψους 16 δισ. ευρώ και πέντε επιπλέον συναλλαγές για το 2022, συνολικού ύψους 1,8 δισ. ευρώ, «μετρά» η Alpha Bank, με τον διευθύνοντα σύμβουλο, κ. Βασίλη Ψάλτη, να τονίζει στους μετόχους πως υπήρξαν καταλυτικές, ώστε η τράπεζα να επιτύχει τον στόχο για μονοψήφιο δείκτη ΜΕΑ ήδη στο β’ τρίμηνο του 2022, ταχύτερα κατά έξι μήνες.

Ανάπτυξη

Το τρίτο προαπαιτούμενο για την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας είναι, όπως είναι λογικό, η διατήρηση της ανάπτυξης.
Πράγματι, το 2021 η χώρα είχε μεγάλη ανάκαμψη, με ανάπτυξη που έφτασε το 8,3%, ενώ για εφέτος αυτή εκτιμάται πέριξ του 4%.

«Το ΑΕΠ το 2021 ενισχύθηκε κατά 8% σε ετήσια βάση. Στην τάση αυτή συνέβαλαν θετικά η δυναμική άνοδος της ιδιωτικής κατανάλωσης, η περαιτέρω ενίσχυση των επενδύσεων και η σημαντική αύξηση των εξαγωγών. Η ανάκαμψη εφεξής αναμένεται να εξαρτηθεί από την αποκλιμάκωση του πληθωρισμού και τις γεωπολιτικές εξελίξεις, με καθοριστική συμβολή της τουριστικής περιόδου για τη χώρα μας. Η ταχύτητα της ανάκαμψης, αλλά και η αποτελεσματική αξιοποίηση των πόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα αποτελέσουν αποφασιστικούς παράγοντες που θα καθορίσουν τις εξελίξεις στην ελληνική οικονομία», ανέφερε ο κ. Μεγάλου.

Πεπεισμένος πως βασικό μοχλό ανάπτυξης τα προσεχή έτη θα αποτελέσουν τα διαθέσιμα για τη χώρα ευρωπαϊκά κονδύλια, με προεξάρχον το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, συνολικού ύψους περίπου 90 δισ. ευρώ μέχρι το 2027, εμφανίστηκε ο κ. Καραβίας.

«Υπάρχει επαρκής ρευστότητα στην οικονομία, χάρη και στην αύξηση των καταθέσεων στη διάρκεια της πανδημίας κατά 35 δισ. ευρώ, ενώ το κρατικό ταμειακό απόθεμα ασφαλείας ανέρχεται σε σχεδόν 40 δισ. ευρώ. Εξίσου σημαντικό είναι το γεγονός ότι τα ευρωπαϊκά κονδύλια έχουν συγκεκριμένες προδιαγραφές, ώστε να κατευθυνθούν σε επενδυτικούς και αναπτυξιακούς στόχους», σημείωσε, για να προσθέσει: «Περαιτέρω αναπτυξιακή ώθηση αναμένεται από ξένα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια που δραστηριοποιούνται ξανά στην Ελλάδα, χάρη στη σταθερή πρόοδο των δημοσίων οικονομικών, τη διαμόρφωση κλίματος φιλικού προς τις επενδύσεις και την πλήρη άρση των αμφιβολιών για τις κεντρικές επιλογές της χώρας. Με βάση στοιχεία του ΟΗΕ που δημοσιεύτηκαν πριν από λίγες εβδομάδες, οι άμεσες ξένες επενδύσεις στην Ελλάδα ανήλθαν στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 30 ετών, κοντά στα έξι δισ. δολάρια το 2021».

Τέλος, συγκρατημένα αισιόδοξος για την προοπτική της ελληνικής οικονομίας για το 2022 δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας, κ. Παύλος Μυλωνάς, σημειώνοντας πως αφενός, η ενεργειακή εξάρτηση της χώρας μας από τη Ρωσία είναι σχετικά χαμηλή και μπορεί να αντικατασταθεί σχετικά ευκολότερα σε σχέση με τους εταίρους μας και αφετέρου, δεν αναμένεται πολύ μεγάλη πτώση του διαθέσιμου εισοδήματος, ως απόρροια του υψηλού πληθωρισμού, εξαιτίας και των μέτρων στήριξης. «Παράλληλα, διανύουμε μία εξαιρετική τουριστική περίοδο, υψηλής επισκεψιμότητας και με βελτιωμένες τιμές – 15% με 20% υψηλότερες σε σχέση με πέρυσι», κατέληξε.

Διαβάστε ακόμη:

Από εφοπλιστής, επικεφαλής σε κέντρο αποτοξίνωσης στην Αντίγκουα (pics + vid) 

Πάνος Δάβαρης: Βγαίνει στο σφυρί η βίλα του στη Μύκονο (pics) 

Η απίθανη ιστορία του Δανού που κέρδισε 120 εκατ. ευρώ στο Eurojackpot