Υποκατάστατες ή συμπληρωματικές προς τις ήδη υπάρχουσες παραδοσιακές μορφές χρηματοοικονομικών υπηρεσιών (κυρίως τραπεζικών) φαίνεται πως είναι οι υπηρεσίες FinTech, με την αγορά, ωστόσο, να αναμένει κλίση της πλάστιγγας υπέρ των νέων εταιρειών και δη, σε τομείς, όπως οι πληρωμές, η τεχνολογία και η δανειοδότηση.

Ειδικότερα, όπως προκύπτει από την κλαδική έρευνα της Επιτροπής Ανταγωνισμού για τις χρηματοοικονομικές τεχνολογίες, το αμέσως επόμενο διάστημα θα υπάρξει ένα «platformication» του banking, όπου για απλά προϊόντα οι τράπεζες θα δρουν σαν πλατφόρμες παροχής υπηρεσιών, αλλά ο τελικός πελάτης θα καταναλώνει αυτές τις υπηρεσίες μέσω FinTechs, οι οποίες θα προσφέρουν καλύτερη εμπειρία χρήστη («user experience»).

Περαιτέρω, στο μέλλον ενδέχεται να παρέχονται και άλλου είδους υπηρεσίες σε συνεργασία με FinTech, όχι απαραίτητα τραπεζικές. Για παράδειγμα, μία υπηρεσία διαχείρισης συνδρομών («subscriptions management»), στην οποία ο χρήστης θα μπορεί μέσω τραπεζικής εφαρμογής (app) να κλείνει τη συνδρομή του σε σχετικές ψηφιακές πλατφόρμες, οι οποίες απαιτούν συνδρομή (όπως π.χ. είναι η συνδρομητική υπηρεσία streaming Netflix).

«Συνεπώς, δεν αποκλείεται η ένταξη νέων υπηρεσιών στο μέλλον που θα καθίστανται είτε συμπληρωματικές, είτε υποκατάστατες ανάλογα με τη φύση τους, ώστε να δημιουργείται ένα ‘μπουκέτο’ υπηρεσιών που καλύπτει περισσότερες ανάγκες του πελάτη και δημιουργεί αφοσίωση και ‘κλείδωμα’ του πελάτη στον πάροχο των υπηρεσιών αυτών», επισημαίνει η Επιτροπή.

Ως προς το εάν είναι επιθυμητό και εφικτό να δραστηριοποιηθεί μία επιχείρηση ως ανεξάρτητος πάροχος υπηρεσιών ή η μοναδική δραστηριοποίηση μπορεί να λάβει χώρα μέσω συνεργασίας με τους παραδοσιακούς παρόχους χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, από την έρευνα προκύπτει πως η συνεργασία με παραδοσιακούς παίκτες είναι απλά μία από τις διάφορες εναλλακτικές go-to market στρατηγικές, αλλά δεν είναι ο μοναδικός δρόμος για την επιτυχία, μιας και υπάρχουν πολλά παραδείγματα FinTech στο εξωτερικό που λειτούργησαν ανεξάρτητα και έστησαν τη δική τους πελατειακή βάση.

Τα προβλήματα που εντοπίζονται στην περίπτωση της ανεξάρτητης δραστηριοποίησης είναι η έλλειψη κεφαλαίου και διαδεδομένου δικτύου πελατών, αλλά και η απουσία εμπιστοσύνης σε αντίθεση με μία τράπεζα γνωστή στο κοινό, η οποία αποτελεί εγγύηση για τα χρήματα του πελάτη.

«Ένας εναλλακτικός πάροχος αντιμετωπίζεται από κανονιστικής απόψεως ακριβώς όπως ένα τραπεζικό ίδρυμα, με αποτέλεσμα να πρέπει να πραγματοποιήσει υπερβολικές και υπέρογκες επενδύσεις σε τεχνολογικά συστήματα, σε συστήματα ελέγχου και κανονιστικής συμμόρφωσης και σε συστήματα digital onboarding πελατών, ενώ, παράλληλα, πρέπει να έχει και αντίστοιχη επάρκεια κεφαλαίων και ουσιαστικά, η αναλογική εφαρμογή των κανονιστικών διατάξεων δεν εφαρμόζεται στην πράξη. Οι απαιτήσεις αυτές λειτουργούν εντελώς αποτρεπτικά για εναλλακτικούς παρόχους, με αποτέλεσμα αυτοί να συγκεντρώνουν τις λειτουργίες τους σε συγκεκριμένα τμήματα της όλης διαδικασίας πληρωμής και να μην μπορούν να ανταγωνιστούν τις τράπεζες στην παροχή end-to-end λύσεων», τονίζεται στην έρευνα και προστίθεται:

«Ταυτόχρονα, τα ιδρύματα πληρωμών δεν μπορούν εύκολα να συνάψουν απευθείας σχέσεις με εξυπηρετούμενους οργανισμούς, οι οποίοι τους παραπέμπουν σε συνεργασίες είτε μέσω τραπεζών είτε μέσω του διατραπεζικού συστήματος ΔΙΑΣ, ενώ, παράλληλα, τα ιδρύματα πληρωμών βασίζονται σε τεχνολογικούς παρόχους τερματικών αποδοχής καρτών και σε συνεργαζόμενα με αυτούς τραπεζικά ιδρύματα, προκειμένου να μπορέσουν να κάνουν αποδοχή της πληρωμής με κάρτα.

Τα προαναφερθέντα έχουν ως αποτέλεσμα τα ιδρύματα πληρωμών να είναι εξαρτώμενα από συνεργασία με τράπεζες, με τις οποίες βρίσκονται σε ευθύ ανταγωνισμό, τόσο για τις υπηρεσίες πληρωμών λογαριασμών, όσο και για τις υπηρεσίες εμβασμάτων.

Για τον λόγο αυτό και οι τράπεζες έχουν τη δύναμη να καθορίζουν την τιμή για την πρόσβαση στα συστήματά τους, στους δικαιούχους οργανισμούς, να αποφασίζουν άτυπα να καθυστερούν την παροχή πρόσβασης στα ιδρύματα ή να προτάσσουν ιδρύματα δικών τους συμφερόντων, ακόμα και να μην δέχονται ιδρύματα πληρωμών για πελάτες τους στο άνοιγμα τραπεζικών λογαριασμών υπό το πρόσχημα ότι είναι υψηλού ρίσκου». Αξίζει να αναφερθεί ότι, σύμφωνα με την Επιτροπή Ανταγωνισμού, για την πραγματοποίηση συναλλαγών τα τραπεζικά ιδρύματα θέτουν ως προϋπόθεση την τήρηση τραπεζικών λογαριασμών από πλευράς του ιδρύματος πληρωμών και προκαταβολικά την ύπαρξη υπολοίπου ίσου με τον όγκο των συναλλαγών. Παράλληλα, έχουν τη δυνατότητα να προσεγγίζουν μεγάλους εμπόρους απευθείας, παρέχοντάς τους end-to-end λύσεις, τις οποίες τιμολογούν εντελώς διαφορετικά σε σχέση με αυτές που παρέχουν στα ιδρύματα πληρωμών.

Οι υπηρεσίες FinTech που κερδίζουν έδαφος

Πληρωμές, τεχνολογία και δανειοδότηση. Αυτές είναι, με βάση την έρευνα της Επιτροπής Ανταγωνισμού, οι υπηρεσίες FinTech που αναμένεται να έχουν αυξημένη ζήτηση τα επόμενα χρόνια στην ελληνική αγορά.
Πιο αναλυτικά, ως προς τις υπηρεσίες τραπεζικής και πληρωμών υποστηρίζεται από τους συμμετέχοντες στην έρευνα ότι καθώς οι τράπεζες θα αρχίσουν να χρεώνουν την πρόσβαση σε mobile/e-banking οι καταναλωτές θα αρχίσουν να μεταφέρουν τις εργασίες τους σε άλλους παρόχους, ενώ έμποροι και αγοραστές θα αρχίσουν να αναζητούν υπηρεσίες που ελαχιστοποιούν προμήθειες και βελτιώνουν την εμπειρία χρήσης του καταναλωτή. Περαιτέρω υποστηρίζεται ότι λόγω και της συγκυρίας (πανδημία) οι καταναλωτές έχουν εξοικειωθεί με e-banking, mobile banking, ηλεκτρονικό εμπόριο, κάτι το οποίο αναμένεται να ενταθεί και να επεκταθεί και σε άλλες υπηρεσίες.

Επιπλέον αναγνωρίζεται ότι η εφαρμοσθείσα οδηγία (ΕΕ) 2015/2366 (PSD2), η οποία στοχεύει σε μία πιο ολοκληρωμένη και αποτελεσματική αγορά πληρωμών, κάνει τις υπηρεσίες πληρωμών ασφαλέστερες και προστατεύει περαιτέρω τους καταναλωτές, ενθαρρύνοντας με το συνδυασμό των υπηρεσιών και των μεθόδων τις χαμηλότερες τιμές για τους χρήστες υπηρεσιών. «Επειδή η Ελλάδα εξακολουθεί να βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις της κατάταξης των ευρωπαϊκών χωρών ως προς τη χρήση ηλεκτρονικών και ψηφιακών μέσων πληρωμής υπάρχει μεγάλο περιθώριο μέχρι η Ελλάδα να φτάσει στον ευρωπαϊκό μέσο όρο», σημειώνει η Επιτροπή και συνεχίζει: «Παράλληλα, βέβαια, αυξάνονται οι ψηφιακές πληρωμές και στην υπόλοιπη Ευρώπη πράγμα που αυξάνει τον μέσο όρο και το εν λόγω περιθώριο ανόδου της χώρας μας».

Ως προς τις τεχνολογικές υπηρεσίες υποστηρίζεται ότι θα έχουν στα επόμενα χρόνια αυξημένη ζήτηση, καθώς οι επενδύσεις στις υπηρεσίες αυτές δρουν συμπληρωματικά στην ανάπτυξη και των άλλων υπηρεσιών. Επίσης, εταιρείες του κλάδου δείχνουν την τάση να επενδύσουν σε αυτές στην Ελλάδα (π.χ. Microsoft, Lamda Helix κ.λπ.).

Τέλος, ως προς τις δανειοδοτήσεις εκφράστηκε η άποψη ότι τα επόμενα χρόνια οι καταναλωτές θα χρησιμοποιούν τις τράπεζες περισσότερο για βασικά και πολύπλοκα προϊόντα (όπως στεγαστικά δάνεια), ενώ πιο απλά προϊόντα θα παρέχονται από εταιρείες FinTech, επικρατεί, ωστόσο, η άποψή ότι οι δανειοδοτήσεις είναι ένας κλάδος που θα αναπτυχθεί ιδιαίτερα όσο οι τράπεζες είναι διστακτικές στη χορήγηση δανείων.

Διαβάστε ακόμη:

Στο 85% του 2019 ο τζίρος των καταστημάτων – Ικανοποιητικά κινείται η αγορά φέτος

Κοινωνικό μέρισμα: Πώς και γιατί χάνουν το επίδομα των 250 ευρώ ορισμένοι χαμηλοσυνταξιούχοι

Έντουαρντ Γουίλσον: Πέθανε σε ηλικία 92 ετών ο «σύγχρονος Δαρβίνος»