Παρά τις καθησυχαστικές διαβεβαιώσεις από πολλές πλευρές ότι η μεγάλη κρίση της ενέργειας και του πληθωρισμού έχει παρέλθει και ότι πλέον η παγκόσμια οικονομία έχει πάρει τον δρόμο της επιστροφής προς την κανονικότητα, τα γεγονότα αναδεικνύουν μια διαφορετική πραγματικότητα.

Άλλωστε και στο Νταβός δεν ήταν λίγοι εκείνοι που εξέφρασαν επιφυλάξεις και προειδοποίησαν ότι η «κανονικότητα» θα αργήσει να επανεμφανιστεί και ότι δεν θα υπάρξει επιστροφή στα χαμηλά επιτόκια και στο φθηνό χρήμα.

Στην πραγματικότητα, οικονομολόγοι, άνθρωποι της αγοράς και αναλυτές υποδεικνύουν ότι οδεύουμε προς μια «νέα κανονικότητα» με επιτόκια ίσως λίγο χαμηλότερα από τα επίπεδα στα οποία έχουν ήδη φτάσει, αλλά όχι κατά πολύ και πάντως αρκετά ψηλότερα από ότι την περίοδο του φθηνού χρήματος η οποία δείχνει να έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί.

Το ίδιο και για τον πληθωρισμό, ο οποίος το πιο πιθανο είναι να μην επιστρέψει στη ζώνη του 2% που αποτελεί τον επίσημο στόχο των κεντρικών τραπεζών, αλλά να σταθεροποιηθεί σε ένα επίπεδο γύρω από το 3%, ίσως και ψηλότερα και μάλιστα με εξάρσεις.

Σε αυτό το σκηνικό, είναι δύσκολο να περιμένουμε ότι και τα επιτόκια θα υποχωρήσουν σημαντικά. Εάν ο πληθωρισμός είναι στο 3-4% τα επιτόκια δεν μπορούν να είναι χαμηλότερα. Δεν γίνεται να έχουμε πληθωρισμό 3% και επιτόκια 2,5%. Ο βασικός λόγος είναι ότι ο πληθωρισμός αποκτά «ενδημικά στοιχεία» για μια σειρά από λόγους. Μακροπρόθεσμα, η απορρύθμιση των διεθνών εφοδιαστικών αλυσίδων προσαυξάνει διαρθρωτικά το κόστος παραγωγής.

Επιπλέον οι συγκρούσεις δημιουργούν ένα διαρκή κίνδυνο απότομης εκτίναξης των τιμών λόγω διαταραχής στην τροφοδοσία ή τη διακίνηση διεθνών εμπορευματικών αγαθών.

Η «φούσκα» των επιτοκίων

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, βέβαια, έδωσε προ εβδομάδων «σήμα» ότι από το καλοκαίρι θα ξεκινήσουν οι μειώσεις των επιτοκίων, αλλά ορισμένοι αναλυτές πιστεύουν ότι το έκανε περισσότερο για να «καθησυχάσει» την αγορά και να αποτρέψει τον κίνδυνο περαιτέρω επιβράδυνσης της οικονομίας.

Πηγές που έχουν γνώση των εσωτερικών ισορροπιών έλεγαν ότι η πεποίθηση αρκετών κύκλων της ΕΚΤ είναι ότι πληθωρισμός δεν θα υποχωρήσει κάτω από το 3%, ενώ θα παρουσιάζει κατά διαστήματα «εκτινάξεις» ανάλογα με τη διεθνή συγκυρία και τις συγκρούσεις που πιθανότατα θα εκδηλώνονται σε διάφορα σημεία του πλανήτη, λόγω του διαρκώς αυξανόμενου ανταγωνισμού μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας.

Σε ένα τέτοιο πλαίσιο και με τον κίνδυνο ανά πάσα στιγμή ο πληθωρισμός να «τσιμπήσει» ύστερα από κάποια επίθεση των Χούθι ή οποιουδήποτε άλλου, έλεγαν οι ίδιες πηγές, η ΕΚΤ δύσκολα μπορεί να κατεβάσει τα επιτόκια. Επομένως, είναι λογικό οι δηλώσεις να είναι καθησυχαστικές, αλλά η πραγματικότητα μπορεί να είναι διαφορετική.

Επομένως, τους επόμενους μήνες, οι εξελίξεις του πληθωρισμού θα καθοριστούν από δύο αντίθετες τάσεις:

Από τη μια η πτωτική τάση λόγω ασθενέστερης ζήτησης εξαιτίας της οικονομικής στασιμότητας. Από την άλλη οι νέες πληθωριστικές πιέσεις λόγω των εντάσεων στη διώρυγα του Σουέζ, καθώς και κυβερνητικές παρεμβάσεις με χρηματοδοτήσεις που θα ενισχύσουν τη ζήτηση σε ορισμένες χώρες, κυρίως στη Γερμανία.

Σε αυτό το πλαίσιο μάλλον περισσότερων ανοδικών παρά καθοδικών κινδύνων για τον πληθωρισμό, οποιαδήποτε μείωση των επιτοκίων στην παρούσα φάση δεν έχει νόημα, τουλάχιστον όχι στα μάτια πολλών εκ των μελών του συμβουλίου της ΕΚΤ, υποστηρίζουν ορισμένοι αναλυτές.

Στην πραγματικότητα, οι νέοι πληθωριστικοί κίνδυνοι επαναφέρουν το «σύνδρομο του Arthur Burn», του προέδρου της FED το 1970 ο οποίος μείωσε τα επιτόκια πρόωρα, προετοιμάζοντας το έδαφος για ένα δεύτερο άλμα του πληθωρισμού.

Σήμερα, οι κεντρικοί τραπεζίτες που πιάστηκαν στον ύπνο και υποεκτίμησαν την άνοδο του πληθωρισμού το 2021, τώρα θέλουν να είναι απολύτως σίγουροι για την πτώση του πληθωρισμού και, ως εκ τούτου, θα παραμείνουν εξ ορισμού πολύ «πίσω από την καμπύλη».

Κάποιοι οικονομολόγοι, μάλιστα, υποστηρίζουν ότι η απροθυμία των κεντρικών τραπεζιτών να κατεβάσουν τα επιτόκια υπό το φόβο ότι τα δεδομένα μπορεί να ανατραπούν μπορεί και πάλι να αποδειχθεί ότι έκαναν λάθος εκτίμηση, οδηγεί σε μια «φούσκα επιτοκίων».

H Ερυθρά Θάλασσα

Οι επιθέσεις των Χούθι στην Ερυθρά Θάλασσα είναι ο σημερινός άμεσος και σημαντικός κίνδυνος ο οποίος ήδη έχει εκτινάξει το κόστος των θαλάσσιων μεταφορών και αναμένεται να γίνει αισθητός και στις τιμές των προϊόντων το επόμενο διάστημα. Δεν αποκλείεται, μάλιστα να επηρεαστούν και οι τιμές του πετρελαίου, εάν η κατάσταση επιδεινωθεί.

«Είναι μια πολύ σοβαρή κατάσταση και φαίνεται να επιδεινώνεται, δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος της Chevron Michael Wirth στο CNBC την Τρίτη σε συνέντευξή του στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στο Νταβός της Ελβετίας και δήλωσε μαλιστα «έκπληκτος» που το αμερικανικό αργό πετρέλαιο διαπραγματεύεται κάτω από τα 73 δολάρια το βαρέλι, διότι οι «κίνδυνοι είναι πολύ πραγματικοί».

H Ερυθρά Θάλασσα είναι μία από τις πιο ζωτικής σημασίας θαλάσσιες οδούς στον κόσμο, καθώς μέσω αυτής διέρχεται περίπου το 12% του παγκόσμιου εμπορίου, συμπεριλαμβανομένου του 30% της παγκόσμιας διακίνησης εμπορευματοκιβωτίων και 4,8 εκατομμυρίων βαρελιών πετρελαίου ημερησίως. Οι τιμές θα μπορούσαν να αλλάξουν γρήγορα εάν οι εντάσεις οδηγήσουν σε μια σημαντική διακοπή του εφοδιασμού στη Μέση Ανατολή.

Διαβάστε ακόμη

Σφίγγει ο κλοιός για τα ανασφάλιστα Ι.Χ. – Έρχεται αυτόματο σύστημα εντοπισμού

Tο ελληνικό νηολόγιο στην 9η θέση της παγκόσμιας κατάταξης

Από κτίρια-φαντάσματα, σε 5στερα resort: Τα ιστορικά ελληνικά ξενοδοχεία που μαγεύουν τους επισκέπτες (pics)

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ