Κατάρρευση σημείωσαν οι τιμές των εμπορευμάτων με το άνοιγμα των κινεζικών αγορών μετά την πολυήμερη αργία της περασμένης εβδομάδας, με τους φόβους των επενδυτών να αυξάνονται λόγω της βουτιάς της κινεζικής ζήτησης ως συνέπεια της έξαρσης του κορωνοϊού. Σημειώνεται ότι η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος καταναλωτής πρώτων υλών σε όλο τον κόσμο.

Οι τρεις μεγάλες αγορές εμπορευμάτων της Κίνας δέχθηκαν πλήγμα σημειώνοντας sell off. Η αγορά μετάλλων, ενέργειας και αγροτικών προϊόντων κατέγραψαν μεγάλες απώλειες με τις τιμές σε σιδηρομετάλλευμα, πετρέλαιο, χαλκό και φοινικέλαιο να κάνουν βουτιά κάτω από το ημερήσιο επιτρεπτό όριο μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα μετά το άνοιγμα των αγορών.

Η ζήτηση για πετρέλαιο έχει μειωθεί περίπου κατά τρία εκατ. βαρέλια ημερησίως -ποσότητα που αντιπροσωπεύει το 20% της συνολικής κατανάλωσης- σύμφωνα με πληροφορίες του Bloomberg, που επικαλείται πηγές του κινεζικού υπουργείου Ενέργειας. Πρόκειται για το μεγαλύτερο σοκ στην αγορά πετρελαίου από την εποχή της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008 και του 2009 και το πιο αιφνίδιο από τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου. Τα νέα δεδομένα θα μπορούσαν να αναγκάσουν τον ΟΠΕΚ και τους συμμάχους -που ούτως ή άλλως εξετάζουν το ενδεχόμενο έκτακτης συνεδρίασης για εξετάσουν το ενδεχόμενο βαθύτερων μειώσεων στην παραγωγή και να συγκρατήσουν την κατρακύλα των τιμών.

Οι τιμές του αργού υποχωρούν κοντά σε χαμηλά τετραμήνου, με το μπρεντ και το αμερικανικό αργό να υποχωρούν για τέταρτη διαδοχική εβδομάδα, καθώς οι αεροπορικές ματαιώνουν τα δρομολόγια προς Κίνα, οι επιχειρήσεις στην Κίνα αναστέλλουν δραστηριότητες, τα προβλήματα στις εφοδιαστικές αλυσίδες εντείνονται και η Sinopec, η μεγαλύτερη εταιρεία διύλισης στη χώρα, μειώνει την παραγωγή.

Η τιμή του μπρεντ υποχωρούσε κοντά στα 56 δολάρια το βαρέλι, έχοντας υποστεί απώλειες 12% στη διάρκεια του Ιανουαρίου, στη μεγαλύτερη μηνιαία πτώση από τον Νοέμβριο του 2018. Απώλειες και για το αμερικανικό αργό, με την τιμή λίγο πάνω από τα 51 δολάρια το βαρέλι, έχοντας υποχωρήσει ενδοσυνεδριακά έως και τα 50,32 δολάρια. Τον Ιανουάριο υποχώρησε 15,6%, στη μεγαλύτερη μηνιαία πτώση από τον Μάιο.