«Καμπανάκια» για τις αγορές μετοχών χτυπούν αρκετοί αναλυτές, με βάση τις εξελίξεις στο μέτωπο του πληθωρισμού και των επιτοκίων, αλλά και τις γεωπολιτικές εντάσεις και τις αλλαγές που συντελούνται αργά, αλλά σταθερά.

Ύστερα από ένα ενδεκάμηνο, κατά το οποίο οι δείκτες τιμών των μετοχών στα μεγάλα χρηματιστήρια έχουν σημειώσει άνοδο πάνω από 20%, ορισμένα δεδομένα φαίνεται ότι αλλάζουν, με αποτέλεσμα κάποιοι επενδυτικοί σύμβουλοι να συστήνουν στροφή στα ομόλογα.

Από πέρσι τον Σεπτέμβριο ο δείκτης τιμών S&P500 του χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης καταγράφει κέρδη 25%, ο δείκτης τιμών τεχνολογίας Nasdaq έχει ανέβει κατά 33,49%, ενώ ο δείκτης Eurostoxx 600, που παρακολουθεί ισάριθμες μετοχές σημαντικών ευρωπαϊκών εταιρειών, έχει σημειώσει άνοδο κατά 19,1%.

Η αισιοδοξία των επενδυτών τροφοδοτήθηκε -ανάμεσα σε άλλα- από την πεποίθηση ότι παρά την αύξηση των επιτοκίων, στην οποία προχώρησαν οι κεντρικές τράπεζες για να συγκρατήσουν τον πληθωρισμό, η οικονομία δεν θα πέσει σε ύφεση, αλλά θα έχει μια «ομαλή προσγείωση».

Η άνοδος αυτή, βέβαια, ήρθε σε συνέχεια της πτώσης που είχαν σημειώσει οι ίδιοι δείκτες το προηγούμενο διάστημα, από το τέλος του 2021 μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2022, όπως φαίνεται και στο διάγραμμα του δείκτη S&P500. Με άλλα λόγια, οι μετοχές έχουν ανακάμψει, αλλά δεν έχουν επανέλθει στο επίπεδο που είχαν κατακτήσει στα τέλη του 2021.

Η αισιοδοξία, πάντως, που έχει επικρατήσει τους τελευταίους μήνες, έχει οδηγήσει ψηλότερα τους δείκτες τιμής μετοχής προς εταιρικά κέρδη (P/E), ενώ ταυτόχρονα έχουν ανέβει και οι αποδόσεις των ομολόγων, ενώ συνήθως τα δύο αυτά μεγέθη κινούνται αντίστροφα.

Το συμπέρασμα για τους αναλυτές αυτούς είναι ότι κατάσταση αυτή δεν μπορεί να διατηρηθεί επί μακρόν και, επομένως, θα πρέπει να υποχωρήσουν οι αποδόσεις των ομολόγων ή να πέσουν τα P/E των μετοχών.

Οι κεντρικές τράπεζες, όμως, παραμένουν προσκολλημένες στην αύξηση των επιτοκίων (ή έστω στη διατήρησή τους στα επίπεδα, τα οποία τα έχουν ανεβάσει) παρά τη μείωση του πληθωρισμού. Επομένως, με βάση αυτήν τη θεωρία, το πιθανότερο είναι να οδηγηθούν χαμηλότερα τα P/E των μετοχών, εξ ου και η σύσταση για επενδυτική στροφή από τις μετοχές στα ομόλογα.

Το πρόσθετο επιχείρημα είναι ότι η οικονομία θα «φρενάρει» κάποια στιγμή τους επόμενους μήνες, δεδομένου ότι η αύξηση των επιτοκίων επιδρά με καθυστέρηση στην οικονομική δραστηριότητα, οπότε στα τέλη του 2023 ή στις αρχές του 2024 το αργότερο, η νομισματική σύσφιξη θα περιορίσει την οικονομική δραστηριότητα –κάτι που θα επηρεάσει αρνητικά τις μετοχές.

Στο γεωπολιτικό πεδίο, η υπόθεση της αποτυχημένης «εξέγερσης» της Wagner έδειξε ότι το καθεστώς Πούτιν δεν απειλείται, ούτε υπήρξε διχασμός της ρωσικής ελίτ, με αποτέλεσμα να προεξοφλείται ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία θα συνεχιστεί, καθώς και οι δύο πλευρές δεν δείχνουν διάθεση για διαπραγματεύσεις. Η παράταση του αδιεξόδου δεν θα έχει επίδραση στις αγορές, αλλά μια υποθετική κλιμάκωση της σύγκρουσης θα μπορούσε να προκαλέσει διαταραχές στην τροφοδοσία με σιτηρά ή και με φυσικό αέριο.

Το άλλο μεγάλο γεωπολιτικό μέτωπο, στο οποίο εστιάζουν πλέον πολλές αναλύσεις, είναι η επίδραση της τεχνολογικής σύγκρουσης μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, η οποία επηρεάζει τους κλάδους των ημιαγωγών, των ηλεκτρικών οχημάτων και ευρύτερα των εναλλακτικών πηγών ενέργειας.

Βέβαια, οι εμπορικές ροές μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας παραμένουν σημαντικές, αλλά οι ισορροπίες στους κλάδους αυτούς μπορεί να ανατραπούν και να πλήξουν κάποιες εταιρείες, ιδιαίτερα εκείνες που συνδέονται με επενδύσεις ή παραγωγή στην Κίνα.

Διαβάστε ακόμη

Πρωταθλήτρια Ευρώπης η Ελλάδα με επιδοτήσεις 9 δισ. ευρώ μέσα στην κρίση

Βρετανία: Συμφωνία ύψους £12 τρισ. για ένταξη στην εμπορική ένωση Ινδίας – Ειρηνικού CPTPP

Πού θα οδηγήσει το «μπρα ντε φερ» μεταξύ SEC και γιγάντων των cryptos

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ