Μπορεί για τον επικεφαλής του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (ΙΕΑ), Φατίχ Μπιρόλ, να βρισκόμαστε «στην αρχή του τέλους της εποχής των ορυκτών καυσίμων», όμως για την ώρα αυτό δεν αποτυπώνεται στα επίπεδα της ζήτησης ούτε βέβαια στις τιμές. Αντιθέτως ο ΟΠΕΚ στη νέα έκθεση του επιβεβαίωσε τις προβλέψεις του για ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης στα επίπεδα ζήτησης τόσο φέτος όσο και την επόμενη χρονιά, τροφοδοτώντας ένα νέο μίνι ράλι στις πετρελαϊκές τιμές.

Το πετρελαϊκό καρτέλ, στο νέο του report, υποστήριξε εκ νέου ότι εκτιμά ότι η παγκόσμια ζήτηση θα αυξηθεί φέτος κατά 2,44 εκατ. βαρέλια ημερησίως και το 2024 κατά 2,25 εκατ. βαρέλια ημερησίως. Αυτό σημαίνει ουσιαστικά ότι τα σημάδια επιβράδυνσης των οικονομιών, μεταξύ τους και της Κίνας, δεν κρίνονται από τον ΟΠΕΚ ως ανησυχητικά. Εξάλλου επανέλαβε και την πρόβλεψη του για ρυθμούς ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας σε ποσοστό 2,7% φέτος και 2,6% του χρόνου.

Αυτό στο οποίο υπάρχει διαφορά και αποτυπώνεται ήδη στις τιμές είναι στα επίπεδα προσφοράς, με την έκθεση να υπολογίζει πως η μείωση στην προσφορά θα ξεπεράσει τα 3 εκατ. βαρέλια την ημέρα ήδη από το ερχόμενο τρίμηνο. Πρόκειται ουσιαστικά για το μεγαλύτερο έλλειμμα εδώ και πάνω από μια δεκαετία στον κλάδο, κυρίως λόγω των περικοπών στην παραγωγή που εφαρμόζει η «βασίλισσα» Σαουδική Αραβία, δεδομένου πως και τα διεθνή αποθέματα μειώνονται ραγδαία.

Τα 13 κράτη μέλη του ΟΠΕΚ (και όχι του διευρυμένου ΟΠΕΚ+ που περιλαμβάνει και τη Ρωσία) παράγουν κατά μέσο όρο 27,4 εκατ. βαρέλια την ημέρα, ήτοι δηλαδή περίπου 1,8 εκατ. βαρέλια λιγότερα από ότι εκτιμάται ότι βρίσκονται οι ανάγκες των καταναλωτών. Έτσι, δεδομένου πως οι χώρες παραγωγής δεν έχουν την πρόθεση ή τη διάθεση να αυξήσουν την προσφορά, αλλά μάλλον το αντίθετο δεδομένης και της πρόσφατης απόφασης του Ριάντ να διευρύνει τις περικοπές που εφαρμόζει μέχρι και τα τέλη της χρονιάς, η ψαλίδα μεταξύ προσφοράς και ζήτησης σχεδόν θα διπλασιαστεί κατά το τελευταίο τρίμηνο του έτους.

Τι ακριβώς σημαίνει αυτό για τις τιμές είναι εύλογο! Το ράλι στο οποίο έχουν επιδοθεί ήδη μέσα στο καλοκαίρι το Brent και το αμερικανικό αργό όχι μόνο θα συντηρηθεί, αλλά πιθανότατα -άνευ συγκλονιστικού απροόπτου- θα διευρυνθεί. Το Brent πέρασε από την περασμένη εβδομάδα το ψυχολογικό όριο των 90 δολαρίων το βαρέλι για πρώτη φορά εδώ και δέκα μήνες και παρά τις αυξομειώσεις δεν έχει πέσει έκτοτε κάτω από το όριο αυτό.

Ειδικά σήμερα η έκθεση του ΟΠΕΚ έδωσε αφορμή για νέο… πάρτι στις τιμές με το Brent να ξεπερνά και τα 92 δολάρια, στα 92,09, με άλμα 1,62% και την τιμή του αμερικανικού WTI να κερδίζει 1,94% στα 88,98 δολάρια το βαρέλι.

Την κατάσταση στον κλάδο δεν βοήθησε ούτε το καταστροφικό πέρασμα της κακοκαιρίας Daniel από τη Λιβύη, που ανάγκασαν το μέλος του ΟΠΕΚ να κλείσει τέσσερα από τα πετρελαϊκά του τέρμιναλ για άγνωστο χρονικό διάστημα δεδομένων των τεράστιων ζημιών που έχουν καταγραφεί.

Το περιεχόμενο της έκθεσης του ΟΠΕΚ προκάλεσε προβληματισμό στις αγορές αλλά και στις κυβερνήσεις. Αν και επισήμως το καρτέλ υποστηρίζει ότι αποτελεί βασική προτεραιότητα του το να κρατά τις πετρελαϊκές αγορές ισορροπημένες, οι ίδιες οι εκτιμήσεις που δημοσίευσε σήμερα έρχονται κόντρα στη γραμμή αυτή με τους αναλυτές να υποστηρίζουν πως είναι σαφής η πρόθεση του να οδηγήσει τις χώρες σε συρρίκνωση των στρατηγικών τους αποθεμάτων με απώτερο σκοπό την εκτίναξη των τιμών κοντά ή και πάνω από τα επίπεδα των 100 δολαρίων το βαρέλι.

Τα αποθέματα αργού στις ανεπτυγμένες χώρες βρίσκονται ήδη κατά 114 εκατ. βαρέλια κάτω από το μέσο όρο των επιπέδων που βρίσκονται την περίοδο 2015 έως 2019. Μάλιστα, τα νεότερα στοιχεία από τα αμερικανικά αποθέματα εκτιμάται πως θα δείξουν νέα υποχώρηση τους κατά περίπου 2 εκατ. βαρέλια την τελευταία εβδομάδα, εντείνοντας τον εκνευρισμό στον Λευκό Οίκο και την πίεση που δέχεται η κυβέρνηση Μπάιντεν για τη λήψη μέτρων ώστε να σταματήσει το ράλι της τιμής της βενζίνης στην αντλία.

Η αναζωπύρωση δε, των ενεργειακών τιμών είναι εύλογο ότι περιπλέκει τα πράγματα και στο μέτωπο της καταπολέμησης του πληθωρισμού, σε ένα διάστημα που οι πληθωριστικές πιέσεις είχαν αρχίσει να εμφανίζουν σημάδια αποσυμπίεσης, ανοίγοντας το δρόμο για τον τερματισμό του ανοδικού κύκλου των επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες. Αν και οι επιπτώσεις στους πληθωριστικούς δείκτες δεν θα φανούν άμεσα, είναι ένα στοιχείο που σαφώς οι κεντρικές τράπεζες θα πρέπει να λάβουν υπόψη στη χάραξη της πολιτικής τους.

Πάντως, μετά τον ΟΠΕΚ οι αγορές περιμένουν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και τις νέες προβλέψεις του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας, που θα δημοσιευτούν την Τετάρτη.

Ενόψει της δημοσίευσης της έκθεσης του ΙΕΑ, ο Φατίχ Μπιρόλ, σε άρθρο του στους Financial Times στάθηκε περισσότερο στις μακροπρόθεσμες προοπτικές του κλάδου των ορυκτών καυσίμων, εκτιμώντας ότι η ζήτηση για πετρέλαιο, φυσικό αέριο και άνθρακα θα φτάσει στο ανώτατο επίπεδο της πριν το 2030, ακολουθώντας κατόπιν πτωτική πορεία. »Είμαστε μάρτυρες της αρχής του τέλους της εποχής των ορυκτών καυσίμων και πρέπει να προετοιμαστούμε για την επόμενη εποχή» τόνισε χαρακτηριστικά αναφερόμενος στην ανάπτυξη των ΑΠΕ και την πράσινη μετάβαση των οικονομιών με φόντο και την κλιματική αλλαγή.

Ο ίδιος δε, έχει έρθει επανειλημμένως σε δημόσια σύγκρουση με τον ΟΠΕΚ για την αστάθεια που επικρατεί στην πετρελαϊκή αγορά, ρίχνοντας την ευθύνη στο καρτέλ. «Τα νέα μεγάλης κλίμακας project ορυκτών καυσίμων δεν εμπεριέχουν μόνο τεράστια κλιματικά ρίσκα αλλά και τεράστια χρηματοοικονομικά ρίσκα» τόνισε χαρακτηριστικά και στο νέο του άρθρο.

Διαβάστε ακόμη:

Φον ντερ Λάιεν σε Μητσοτάκη: Βοήθεια 2,2 δισ. ευρώ στη Θεσσαλία από την ΕΕ (pic + vid)

Fitch: Ισχυρή αύξηση του ΑΕΠ φέτος, πιο ήπια το 2024 – Οι νεότερες εκτιμήσεις για Ελλάδα (πίνακες)

Μετρούν τις πληγές τους οι βιομηχανίες του Θεσσαλικού Κάμπου – Οι πρώτες ελλείψεις στην αγορά

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ