Ο μεγαλύτερος κατασκευαστής ειδών πολυτελείας στον κόσμο έχει αναδειχθεί σε πόλο έλξης για τους διαχειριστές των ESG Funds, των αμοιβαίων κεφαλαίων που επενδύουν με βάση τα κριτήρια ESG, τις επιδόσεις δηλαδή, των εταιρειών σε θέματα περιβάλλοντος και κοινωνικής και εταιρικής διακυβέρνησης.

Σύμφωνα με στοιχεία που επικαλείται το Bloomberg, τα ESG Funds που κατέχουν μετοχές του ομίλου LVMH (Moet Hennessy Louis Vuitton) ξεπερνούν τα 1.200 ενώ άλλα 500 κατέχουν έμμεσες συμμετοχές στον όμιλο. Ο συνολικός αριθμός διαμορφώνεται στα 1.700, τοποθετώντας την LVMH ψηλά στη λίστα των προτιμώμενων «πράσινων» επενδύσεων και πολύ πιο πάνω από παραδοσιακά «πράσινες» εταιρείες όπως η Vestas Wind Systems και η Tesla.

Το Bloomberg αποτιμά τη συνολική επένδυση των ESG Funds στον όμιλο LVMH σε πάνω από 17 δισ. δολάρια ενώ υπολογίζει ότι η κεφαλαιακή αξία του ομίλου έχει αυξηθεί κατά 195% μετά την πανδημία.

Η Credit Agricole έχει τη μεγαλύτερη έκθεση στην LVMH μέσω ESG funds έχοντας επενδύσει περίπου 1,7 δισ. δολάρια. Ο Φάμπιο Ντι Τζιανσάντε, επικεφαλής για τις μετοχές μεγάλης κεφαλαιοποίησης στην Amundi, τη μεγαλύτερη διαχειρίστρια περιουσιακών στοιχείων στην Ευρώπη η οποία ανήκει στην Credit Agricole δήλωσε στο πρακτορείο ότι «η LVMH ξεπερνά τους ομολόγους της» όσον αφορά τα περιβαλλοντικά ζητήματα, ενώ στο κοινωνικό μέτωπο, «θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι η βελτίωση της LVMH ήταν λίγο πιο αργή».

Από την άλλη πλευρά η εταιρεία δεδομένων ESG, Impact Cubed, εκτιμά ότι η LVMH δεν έχει ακόμη ευθυγραμμιστεί πλήρως με τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών και χαρακτηρίζει την ένταξή της στη «λίστα» των προτιμώμενων από τα ESG Funds ως «αρκετά παράδοξη», σύμφωνα με γραπτή δήλωσή της στο Bloomberg.

Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση κοινωνικής και περιβαλλοντικής ευθύνης της LVMH, η εταιρεία στηρίζει και τους 17 στόχους βιώσιμης ανάπτυξης ενώ υπογραμμίζει την ένταξή της λίστα της Sustainalytics που συγκεντρώνει τις εταιρείες με τις καλύτερες επιδόσεις ESG, καθώς και την ένταξή της σε διάφορους δείκτες βιώσιμης ανάπτυξης, συμπεριλαμβανομένων των S&P Global ESG και Moody’s ESG.

Ο Ζιλ Γκιμπού, διαχειριστής χαρτοφυλακίου στην Axa Investment Managers, διαπιστώνει ότι «Επί του παρόντος οι μετοχές των εταιρειών με είδη πολυτελείας είναι οι αγαπημένες των επενδυτών και επειδή τις προτιμούν τα ESG Funds, λογικά επωφελούνται από το αμυντικό αναπτυξιακό τους προφίλ, ενώ οι αποτιμήσεις δεν είναι τόσο ακριβές».

Τον Απρίλιο η κεφαλαιοποίηση της LVMH έφτασε το μισό τρισεκατομμύριο δολάρια, αλλά έκτοτε η μετοχή της υποχωρεί. Ωστόσο για τους αναλυτές της Bank of America η πτώση αυτή προσφέρει την ευκαιρία για αύξηση της τοποθέτησης σε μετοχές του κλάδου πολυτελείας, ενώ οι αναλυτές της Citigroup εκτιμούν ότι η πρόσφατη απόφαση της LVMH να αυξήσει τις τιμές αναμένεται να στηρίξει τις πωλήσεις του ομίλου.

Όσον αφορά το πόσο «πράσινη» μπορεί να είναι η παραγωγή ειδών πολυτελείας η αναλύτρια της Morningstar, Γελένα Σοκολοβα, δηλώνει πως «από άποψη περιβαλλοντικών επιπτώσεων και εργασιακών συνθηκών, οι εταιρείες αυτές σημειώνουν καλή βαθμολογία» εξηγώντας πως σε αντίθεση με τους παραγωγούς της επονομαζόμενης γρήγορης μόδας, οι εταιρείες ειδών πολυτελείας τείνουν να παράγουν πολύ μικρότερες ποσότητες, «άρα ο περιβαλλοντικός αντίκτυπος είναι μικρότερος, συν το ότι τα προϊόντα αυτά έχουν στόχο τη διάρκεια». Επιπλέον όπως δήλωσε η ίδια η παραγωγή και η προμήθεια των προϊόντων αυτών γίνονται κυρίως στην Ευρώπη, όπου ισχύουν αυστηροί εργατικοί νόμοι. Από την άλλη πλευρά όπως παραδέχθηκε η ίδια «τα είδη πολυτελείας υπογραμμίζουν τις κοινωνικές ανισότητες».

Διαβάστε ακόμη

Χρηματιστήριο: Το εντυπωσιακό ράλι της αγοράς και το «κλειστό κλαμπ» των 20 billionaires

Χρυσές λίρες: Σε υψηλό εξαετίας οι αγορές – Οι λόγοι πίσω από το «φρένο» στις πωλήσεις (πίνακες)

Γιάννης Φράγκος: Το «ναυάγιο» ενός εφοπλιστή που έπεσε σε ξέρα (pics)

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ