Είναι πασιφανές ότι στο Μέγαρο Μαξίμου αναζητούν δρόμο διαφυγής από την εικόνα του φιάσκου που καταγράφουν με ικανοποίηση οι πολιτικοί τους αντίπαλοι. Μια ρελάνς, που θα δώσει και πάλι την δυνατότητα στην κυβέρνηση να διεκδικήσει συνθήκες ασφαλούς επανεκκίνησης μετά από έναν δύσκολο Αύγουστο: με χιλιάδες καμένα στρέμματα, κατεστραμμένες περιουσίες και την πολύτιμη ρουτίνα του κάθε πληγέντα -από τις πρόσφατες πυρκαγιές- στον «πάγο».

Η 31η Αυγούστου δεν ήταν μια εύκολη μέρα για την κυβέρνηση. Το ομολόγησε χθες το βράδυ και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος παρότι στη συνέχεια θέλησε να επιρρίψει ευθύνες στον ΣΥΡΙΖΑ για το πώς αντιλαμβάνεται την πολιτική. Αλλά εκεί είναι το θέμα; Ειδικά για μια κυβέρνηση που ξεκίνησε το καλοκαίρι μετρώντας- αντί για καμένα στρέμματα- υψηλά ποσοστά απήχησης στην ελληνική κοινωνία, δύο χρόνια μετά τις εκλογές;

Θα μπορούσε να υποθέσει κανείς ότι μετά τη συγνώμη του Κυριάκου Μητσοτάκη για την διαχείριση των πρόσφατων πυρκαγιών, η επόμενη κίνηση θα υποστήριζε αποτελεσματικά την πρώτη- έστω και μέσω ενός ανασχηματισμού. Αλλά με ποια χαρακτηριστικά; «Θα γίνουν δομικές αλλαγές», υπέθεταν ακόμη και κυβερνητικά στελέχη που ανησυχούσαν για τις καραμπόλες των πιθανών αλλαγών. Αλλά μέχρι εκεί. Ουδείς εκ των κυβερνητικών φαίνεται ότι είχε υπολογίσει το συνολικότερο «τραύμα» από την «περιπέτεια» με αφετηρία την πρόταση υπουργοποίησης του ναυάρχου και πρώην υπουργού Εθνικής Άμυνας επί ΣΥΡΙΖΑ. Ουδείς είχε υπολογίσει το αποτύπωμα από την άρνηση αποδοχής της πρότασης στο και πέντε από τον κ. Αποστολάκη. Έχει ενδιαφέρον το παρασκήνιο αλλά μεγαλύτερη σημασία το αποτέλεσμα. Η πρόταση έγινε (για επιχείρηση διεμβολισμού του ΣΥΡΙΖΑ κάνει λόγο η Κουμουνδούρου), ο αποδέκτης συμφώνησε, αλλά αποχώρησε …πανηγυρικά- πράξη την οποία αποδίδει η κυβέρνηση στο μπούλινγκ που δέχθηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ ο πρώην υπουργός του.

Έχει ξανασυμβεί στο παρελθόν; Να ανακοινώνεται το νέο κυβερνητικό σχήμα και να αποχωρεί πριν την ορκωμοσία ένα από τα κεντρικά πρόσωπα του ανασχηματισμού; Έχουν καταγραφεί παρόμοια συμβάντα- όπως με τον κ. Ράπανο στην κυβέρνηση Σαμαρά, ο οποίος όμως αποχώρησε για προσωπικούς λόγους. Η τελευταία πάντως περίπτωση δεν έχει δίδυμη εκδοχή. Και δυστυχώς «προσβάλλει» μεταξύ άλλων και όλους όσοι από τους ψηφοφόρους επιθυμούν συνθήκες ουσιαστικής διακομματικής συναίνεσης για την διαχείριση κρίσιμων καταστάσεων. Δεν είναι πολλοί, δεν είναι όμως λιγοστοί. Το χειρότερο πάντως για την κυβέρνηση είναι ότι αντί να αιφνιδιάσει τους άλλους, αιφνιδίασε στο τέλος δυσάρεστα τον εαυτό της. Απέτυχε να εμφανιστεί ως πηγή διακομματικής συνεννόησης, έδωσε την εντύπωση και όχι άδικα ότι είχε τσάτρα-πάτρα ετοιμάσει την κίνηση και στο φινάλε άφησε στα αζήτητα -έστω και προσωρινά- τα «εγκαίνια» του νέου υπουργείου Πολιτικής Προστασίας.

Είναι επίσης αυτονόητο ότι ένα κυβερνητικό σχήμα δεν κρίνεται οριστικά από την πρώτη μέρα, αλλά κρίνεται από το αποτέλεσμα. Κρίνεται βέβαια και από τα μηνύματα. Και από τους συμβολισμούς που περιγράφονται από τον ορισμό του κάθε προσώπου. Η υπουργοποίηση για παράδειγμα του Μιχάλη Χρυσοχοίδη και άλλων στελεχών δεν θεωρήθηκε τον Ιούλιο του 2019 άνοιγμα του Κυριάκου Μητσοτάκη στους κεντρώους ψηφοφόρους; Και πως αυτός ο στόχος του κ. Μητσοτάκη υπηρετείται σήμερα, από την στιγμή που «φεύγουν» κεντρώοι ή κεντροαριστεροί και «μπαίνουν» στην κυβέρνηση στελέχη σκληρής δεξιάς απόσταξης, όπως διαπιστώνουν στελέχη της αντιπολίτευσης;

Το νέο κυβερνητικό σχήμα συνδέεται αναμφίβολα με διάφορα και διαφορετικά στοιχήματα του Μεγάρου Μαξίμου, τα οποία θα δοκιμάσουν και τις «γαλάζιες» ισορροπίες μέσα στους επόμενους μήνες. Ένα ακόμη από τα ερωτήματα που προκύπτει από τον ανασχηματισμό, είναι αν το «στίγμα» του, επηρεάσει σημαντικά και τις εξελίξεις στον κεντροαριστερό χάρτη ε’ όψει και της εκλογής ηγεσίας στο ΚΙΝΑΛ…