Ενα πράγμα που έγινε σαφές το 2021 είναι ότι οι ΗΠΑ επιχειρούν να ανακτήσουν πρωταγωνιστικό ρόλο στο διεθνές προσκήνιο και να ενισχύσουν το οικονομικό τους αποτύπωμα, με κύριο και προφανή στόχο να αντιμετωπίσουν τη νέα ανερχόμενη υπερδύναμη, την Κίνα.

Ηδη βρίσκεται σε εξέλιξη ένα τεράστιο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων που έχει διπλό στόχο: στο πολιτικό πεδίο η επιδίωξη είναι να ανασχέσει την εσωτερική -κοινωνική και πολιτική- δυσαρέσκεια που ήταν μία από τις αιτίες της εισβολής στο Καπιτώλιο και στο οικονομικό να βρεθεί η οικονομία των ΗΠΑ στην πρωτοπορία της μετάβασης σε ένα νέο ενεργειακό μοντέλο και στην οικονομία της Τεχνητής Νοημοσύνης.

Η επίσκεψη του προέδρου Μπάιντεν στην Ευρώπη έρχεται ως συνέχεια σημαντικών διεθνών πρωτοβουλιών, από την αναγγελία αναστολής των αποκλειστικών δικαιωμάτων για τα εμβόλια μέχρι την πρόταση για ελάχιστο εταιρικό φόρο παγκοσμίως τουλάχιστον 15%.

Ξεκάθαρος στόχος των ΗΠΑ είναι να σχηματίσουν μια διεθνή συμμαχία για να περιορίσουν την Κίνα και πρώτος «πελάτης» στην κατεύθυνση αυτή είναι η Ευρώπη.

Ο Μπάιντεν αποστασιοποιείται από τη συγκρουσιακή τακτική του Ντόναλντ Τραμπ απέναντι στην Ευρώπη, αλλά δεν είναι εύκολο να προσεταιριστεί την τελευταία.

Οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες βέβαια υιοθετούν μια όλο και πιο επιφυλακτική στάση απέναντι στην Κίνα, αλλά η τελευταία αποτελεί έναν μεγάλο οικονομικό εταίρο, ενώ συνδέεται και με στρατηγικά συμφέροντα της Ε.Ε.

Η Κίνα είναι αυτή τη στιγμή ο μεγαλύτερος «πελάτης» της Γερμανίας και βρίσκεται στις πρώτες θέσεις προορισμού για τις περισσότερες εξαγωγικές χώρες.

Η Ευρώπη έχει μια εγγενή δυσκολία να προσδεθεί στο αμερικανικό άρμα, παρόλο που είναι εξαρτημένη αμυντικά και εν πολλοίς γεωπολιτικά από αυτό.

Οι αντιφάσεις είναι πιο ανάγλυφες στην περίπτωση της Ελλάδας. Η χώρα μας έχει προβλήματα με την Τουρκία, είναι πλήρες μέλος της Ε.Ε., αλλά η τελευταία αδυνατεί να εγγυηθεί οτιδήποτε, ακόμα και αν το ήθελε. Πιο σημαντικές στο πεδίο αυτό είναι οι σχέσεις με τις ΗΠΑ και η υποστήριξη από αυτές.

Και στο πεδίο της οικονομίας, όμως, η βαρύτητα της Ευρώπης βαίνει μειούμενη.

Οπως αναφέρει σε πρόσφατο άρθρο του ο Γιόζεπ Μπορέλ, ύπατος εκπρόσωπος της Ε.Ε. για θέματα εξωτερικής πολιτικής & πολιτικής ασφαλείας, που δημοσιεύτηκε από το ΕΛΙΑΜΕΠ, «η βαρύτητα της Ευρώπης στον κόσμο συρρικνώνεται. Πριν από τριάντα χρόνια μάς αντιστοιχούσε το 1/4 του παγκόσμιου πλούτου. Προβλέπεται ότι σε 20 χρόνια το ευρωπαϊκό ΑΕΠ δεν θα υπερβαίνει το 11% του παγκόσμιου – πολύ πίσω από την Κίνα, η οποία θα έχει διπλάσιο ποσοστό, κάτω από το 14% των Ηνωμένων Πολιτειών, και στο ίδιο επίπεδο με την Ινδία».

Και αν οι ΗΠΑ επιχειρούν να αντισταθούν στη δυναμική των πραγμάτων με άλματα οικονομικής πολιτικής, η Ε.Ε. κάνει με μεγάλη δυσκολία μικρά βήματα, όπως η δημιουργία του Ταμείου Ανάκαμψης, το οποίο αποτελεί «επανάσταση» για τα ευρωπαϊκά δεδομένα, αλλά μοιάζει με πάρτι νηπιαγωγείου μπροστά στις τεράστιες δαπάνες των Αμερικανών.

Δεν αποκλείεται η επίθεση φιλίας του Τζο Μπάιντεν στην Ευρώπη να ενεργοποιήσει τις ευρωπαϊκές εσωτερικές αντιθέσεις, ακόμη και να προκαλέσει ρήγματα.

Ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν είχε αποκαλέσει το ΝΑΤΟ «εγκεφαλικά νεκρό», προτείνοντας αυτόνομη πορεία για την Ε.Ε. έτσι ώστε να στέκεται ισότιμα απέναντι τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Κίνα.

Η παραδοσιακά διστακτική -και αμφίθυμη απέναντι στην Ανατολή- Γερμανία βρίσκεται σε διαδικασία αλλαγής φρουράς, οπότε είναι αμφίβολο ότι υπάρχουν οι προϋποθέσεις για μεγάλες αλλαγές πορείας.

Ενδεχομένως η πρώτη επίσκεψη του Τζο Μπάιντεν στην Ευρώπη να είναι μια ευκαιρία για να φανεί πιο καθαρά το πλαίσιο και η δυναμική των μεγάλων γεωπολιτικών αλλαγών που επέρχονται.