Σε ένα μήνα από σήμερα – στις 9 Ιουνίου- θα έχουν ανοίξει οι κάλπες για την ανάδειξη των 21 υποψηφίων των κομμάτων που θα μας εκπροσωπήσουν για πέντε έτη στο ευρωκοινοβούλιο. Μέχρι τότε υπάρχει χρόνος – τέσσερις γεμάτες εβδομάδες- για να ενημερωθεί ο κάθε πολίτης για τις θέσεις των κομμάτων και να αναζητήσει εκείνους τους υποψηφίους που μπορούν να κατανοήσουν και να τιμήσουν το ρόλο τους. Αρκεί, να υπάρχει ενδιαφέρον, για μια εκλογική διαδικασία που έρχεται σε μια καθοριστική συγκυρία για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της χώρας μας.

Οι φετινές ευρωεκλογές – όπως και οι προηγούμενες βέβαια- δεν είναι μια εκλογική διαδικασία παίξε-γέλασε. Δεν είναι και δεν πρέπει να θεωρείται μια πασαρέλα υποψηφίων, που τα κόμματα τους επιλέγουν κυρίως ή μόνο για ψηφοθηρικούς λόγους. Είναι μια κορυφαία στιγμή στην αφετηρία της Ευρώπης του αύριο- τα επόμενα έτη η Ε.Ε. καλείται να λάβει αποφάσεις με άμεσο αντίκτυπο στις ζωές μας, ενώ το ευρωκοινοβούλιο θα έχει μπροστά του πολλούς σχετικούς ρόλους ευθύνης. Η μία ή άλλη λοιπόν επιλογή κόμματος ή υποψηφίου θα ανοίξει ή θα κλείσει τη δυνατότητα της χώρας μας και του κάθε πολίτη να ισχυροποιήσει τη θέση του την επόμενη μέρα.

Οι εκλογές δεν είναι μια ακόμη δημοσκόπηση, που τα κόμματα αναμένουν για να χαράξουν την στρατηγική και τα επόμενα βήματά τους. Είναι μια ευκαιρία για τους πολίτες να διαβάσουν προσεκτικά τις θέσεις των κομμάτων για τα μείζονα ζητήματα και να διακρίνουν τα ικανά πρόσωπα στα ψηφοδέλτιά τους. Δυστυχώς και αυτή τη φορά -και παρότι κάποιες ηγεσίες κομμάτων υποστήριζαν ότι θα βάλουν στην άκρη τη λογική ένταξης στα ψηφοδέλτια λαμπερών και δημοφιλών «παικτών»- επικράτησε σε ένα βαθμό η παλιά «συνταγή» για την προσέλκυση ψήφων «από παντού». Έτσι μαγνήτες και κράχτες έκαναν την επανεμφάνισή τους με τις ευλογίες των ηγεσιών και των κομμάτων τους. Υπάρχει όμως και οδός διαφυγής από αυτήν τη συνθήκη και είναι ο «σταυρός» προτίμησης.

Για να φτάσει όμως ο ψηφοφόρος στον «σταυρό» προτίμησης πρέπει να ξεπεράσει το «δεν ξέρω αν θα ψηφίσω σίγουρα» που έχει ξεχωριστή θέση σε όλα τα γκάλοπ και φυσικά να έχει επιλέξει πρώτα κομματικό προσανατολισμό. Η αποχή προκαλεί -και δικαίως- ανησυχία στα επιτελεία, καραδοκεί, όπως και στις προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις και εν τέλει απομακρύνει τους πολίτες από τις κορυφαίες στιγμές της δημοκρατίας. Από τις ευρωεκλογές του 2004 μέχρι σήμερα …χάνονται στη διαδρομή ψηφοφόροι. Απέχουν από τις κάλπες των εθνικών και ευρωπαϊκών εκλογών, όλο και περισσότεροι- με ευθύνη προφανώς και των κομμάτων που δεν καταφέρνουν να προσελκύσουν το ενδιαφέρον τους και να τους πείσουν με τα επιχειρήματά τους.

Στις ευρωεκλογές του 2004 πήραν μέρος συγκεκριμένα 6.283.637 πολίτες. Στις Ευρωεκλογές του 2009, που διεξήχθησαν λίγους μήνες πριν από τις εθνικές εκλογές πήραν μέρος 5.261.749 πολίτες. Η αποχή στη χώρα μας σε εκείνες τις ευρωεκλογές έφτασε στο 47%- ήταν το μεγαλύτερο ποσοστό αποχής σε εκλογική διαδικασία από τη μεταπολίτευση. Η μείωση συμμετοχής δηλαδή -σε σύγκριση με τις ευρωεκλογές του 2004- ήταν της τάξης του ενός εκατομμυρίου εκλογέων!

Στις Ευρωεκλογές του 2014, που ακολούθησαν και διεξήχθησαν μαζί με τις αυτοδιοικητικές εκλογές, συμμετείχαν  5.941.636 πολίτες. Το ποσοστό συμμετοχής ανέβηκε. Τι είχε προηγηθεί; Εκτός από την επέλαση της οικονομικής κρίσης, η εισήγηση αρχικά του Γιάννη Ραγκούση το 2010 (του αρμόδιου υπουργού του ΠΑΣΟΚ) για την ταυτόχρονη διεξαγωγή ευρωεκλογών και αυτοδιοικητικών εκλογών. Ο λόγος; Επιχείρησαν με αυτό τον τρόπο να αντιμετωπίσουν τον κίνδυνο της αποχής- όπως έκανε αργότερα  η κυβέρνηση Σαμαρά- Βενιζέλου φέρνοντας τον «σταυρό» στη διαδικασία. Μέχρι το 2009 οι ευρωβουλευτές «κατέβαιναν» μέσω της λίστας που αποφάσιζαν οι ηγεσίες των κομμάτων. Και η αλήθεια είναι ότι με τον «σταυρό» κινητοποιείται πιο εύκολα ο κόσμος- αν και το σύστημα αυτό, όπως είναι κατανοητό διευκολύνει την εκλογή των δημοφιλών και όσων μπορούν να ανταποκριθούν στις οικονομικές και άλλες απαιτήσεις της διαδικασίας. Δεν είναι απλή υπόθεση να «οργώσεις» την Ελλάδα από την Κρήτη μέχρι τον Έβρο ή να στείλεις διεισδυτικά επικοινωνιακά μηνύματα.

Ο «σταυρός» λοιπόν «ζυγίστηκε» και διατηρήθηκε και το 2019 για τις ευρωεκλογές, που διεξήχθησαν κι αυτές μαζί με τις αυτοδιοικητικές εκλογές (περιφερειακές και δημοτικές) και πήραν μέρος 5.920.355 πολίτες. Άρα, στις ευρωεκλογές του 2014 και του 2019 η συμμετοχή αυξήθηκε ξανά, κατά 700.000 εκλογείς περίπου. Η δε συμμετοχή το 2019 έφτασε σε ποσοστό της τάξεως του 58, 69%.

Οι ευρωεκλογές του 2024 θα είναι οι πρώτες ευρωεκλογές μετά από το 2009 που θα πραγματοποιηθούν χωρίς την ταυτόχρονη διεξαγωγή των αυτοδιοικητικών εκλογών. Οι πολίτες δεν ψηφίζουν δημοτικό σύμβουλο στον οικείο Δήμο τους, ούτε το φίλο τους από το σχολείο, που δοκιμάζει για πρώτη φορά την τύχη του στα «δημοτικά» και νιώθει ότι πρέπει να τον στηρίξει- και έτσι μπορεί να πάρει (κακώς) αψήφιστα την ευρωκάλπη και να «ψηφίσει» παραλία. Επιπλέον οι πολίτες με αυτό το πλαίσιο θα πληρώσουν ως φορολογούμενοι κάτι παραπάνω αφού η μη ταυτόχρονη εκλογή αυτοδιοικητικών και ευρωεκλογών ανεβάζει το κόστος των δύο διαφορετικών εκλογικών στιγμών μέσα σε ελάχιστους μήνες. Έτσι δεν είναι; Και πως να «ανέβει» ξανά το ενδιαφέρον των ψηφοφόρων για τις ευρωεκλογές μετά από την οργάνωση πολύμηνων προεκλογικών περιόδων, για τις διπλές εθνικές εκλογές, τις αυτοδιοικητικές εκλογές του 2023 και τις τωρινές ευρωεκλογές του 2024; Θα μειώσει στο τέλος της ημέρας η επιστολική ψήφος το ποσοστό της αποχής; Μακάρι, αν και ο αριθμός των αιτήσεων -ειδικά από τους απόδημους- δεν ήταν ικανοποιητικός.

Σε κάθε περίπτωση, τόσο (και ειδικά) η κυβερνητική παράταξη, όσο και τα κόμματα της αντιπολίτευσης οφείλουν στο διάστημα που απομένει μέχρι τις κάλπες να ενημερώσουν, να κινητοποιήσουν και να σηκώσουν από τους «καναπέδες» όσους πολίτες φλερτάρουν ακόμη με την αποχή. Δεν είναι στο χέρι τους (όπως έχει αποδειχθεί) αλλά είναι χρέος των κομμάτων που θα διεκδικήσουν την εξουσία στις εθνικές εκλογές να πείσουν για την ανάγκη ευρύτατης συμμετοχής- κάτι που μπορεί να μην συμβαίνει γενικώς στην Ευρώπη, αλλά αυτό δεν είναι άλλοθι. Με τις δε τοξικές αντιπαραθέσεις μόνο βραχυπρόθεσμα μπορεί να κερδίσουν αύξηση των ποσοστών τους, ενώ οι …χαμένοι ανάμεσα στις εκλογικές διαδικασίες ψηφοφόροι θα παραμένουν στους «καναπέδες» τους. Δήθεν αδιάφοροι αλλά σίγουρα απογοητευμένοι.