Δέσμια της γραφειοκρατικής της διοίκησης, που μοναδικό στόχο έχει να νομοθετεί προκειμένου να περιορίσει κάθε δυνατότητα ελεύθερης δράσης των κρατών-μελών και κάθε καινοτόμας πρωτοβουλίας, η Ευρωπαϊκή Ενωση παραμένει αμέτοχη στις διεθνείς εξελίξεις. Εχει καταντήσει ουραγός σε κρίσιμους τομείς, όπως είναι η ενέργεια, η άμυνα, οι επενδύσεις και η τεχνολογία. Η άμυνά της εξαρτάται απολύτως από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, η ενεργειακή της επάρκεια από πανάκριβους παρόχους και από την εχθρική πλέον Ρωσία, οι διεθνείς επενδύσεις κατευθύνονται στο συντριπτικό τους ποσοστό στις ασιατικές χώρες, ενώ στην τεχνολογία η συμμετοχή της περιορίζεται στη νομοθέτηση αποτρεπτικών για την τεχνολογική πρόοδο κανονισμών.

Πριν από μία εβδομάδα, η Ε.Ε. παρουσίασε το κανονιστικό πλαίσιο για την Τεχνητή Νοημοσύνη. Ενα πλαίσιο γεμάτο απαγορεύσεις, περιορισμούς, σύνθετους κανονισμούς, που εμποδίζουν την επέκταση της νέας τεχνολογίας. Αυτό το νομοθέτημα πυροδότησε χιουμοριστικές αντιδράσεις από τις εταιρείες της Καλιφόρνιας, οι οποίες συνοψίζονται στο ειρωνικό: «Μπράβο! Η Ε.Ε. έχει τώρα περισσότερη νομοθεσία για την Τεχνητή Νοημοσύνη απ’ ό,τι εταιρείες Τεχνητής Νοημοσύνης». Η εφημερίδα «Financial Times» σχολίασε σχετικά ότι ο κανόνας πλέον στον χώρο της τεχνολογίας είναι: «Οι ΗΠΑ να καινοτομούν, η Κίνα να αντιγράφει και η Ευρώπη να νομοθετεί».

Στον τομέα της βιομηχανικής παραγωγής ματαίως παραπονιούνται οι βαριές βιομηχανίες της Ευρώπης ότι η πράσινη πολιτική της θέτει παράλογα χρονικά όρια και είναι βλαπτική για την ευρωπαϊκή βιομηχανία. Οι ασφυκτικοί χρονικά στόχοι για την εγκατάλειψη των ρύπων από μια οικονομία που παράγει μόνο το 8% της παγκόσμιας ρύπανσης καταστρέφουν τη βιομηχανία της χωρίς να πετυχαίνουν κάτι για τον πλανήτη, εφόσον οι χώρες που παράγουν το 92% των ατμοσφαιρικών ρύπων δεν ακολουθούν αντίστοιχες περιοριστικές πολιτικές. Η ευρωπαϊκή «κυβέρνηση», όμως, που αποτελείται από γραφειοκράτες και λομπίστες, καθόλου δεν ενδιαφέρεται για τις επιπτώσεις των αποφάσεών της στους πολίτες της. Επίσης, οι Ευρωπαίοι βιομήχανοι επισημαίνουν ότι η μετάβαση στην πράσινη βιομηχανία απαιτεί τεράστιες επενδύσεις που αργούν να αποσβεστούν και θα επιβαρύνουν το κόστος και κατά συνέπεια τις τιμές προϊόντων και υπηρεσιών για τους Ευρωπαίους καταναλωτές και φορολογουμένους. Ετσι η ακρίβεια αδειάζει και τα πορτοφόλια τους.

Στο άδειασμα της τσέπης των Ευρωπαίων συμμετέχει καθοριστικά το κόστος της ενέργειας. Η Ευρώπη είχε συνηθίσει σε φτηνή ενέργεια από τη Ρωσία, μέχρι που ήρθε ο πόλεμος της Ουκρανίας. Οι σχέσεις Ευρώπης – Ρωσίας χάλασαν, οι νέοι προμηθευτές ενέργειας είναι ακριβότεροι, οι λογαριασμοί ρεύματος των Ευρωπαίων εκτινάχθηκαν σε πρωτοφανή ύψη, το κόστος για την ευρωπαϊκή βιομηχανία αυξήθηκε, όλες οι τιμές προϊόντων και υπηρεσιών έγιναν δυσβάστακτες για τα μικρά και μεσαία πορτοφόλια. Κι όμως, ενώ συμβαίνουν όλα αυτά, οι γραφειοκράτες ζητούν από τις κυβερνήσεις να σταματήσουν όλες τις ενισχύσεις και να επιστρέψουν σε ένα ασφυκτικό Σύμφωνο Σταθερότητας, δηλαδή σε πολιτικές λιτότητας. Στην ίδια κατεύθυνση, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αύξησε υπερβολικά τα επιτόκια επιβραδύνοντας τους ρυθμούς ανάπτυξης και δημιουργώντας μεγάλα προβλήματα σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, προφασιζόμενη τον πληθωρισμό που έφερε ο πόλεμος στην Ουκρανία. Και ενώ πλέον ο πληθωρισμός μειώθηκε ήδη κοντά στα επίπεδα του 2%, που ήταν ο στόχος της για το μέλλον, η ΕΚΤ δεν θέλει να αρχίσει να μειώνει τα επιτόκια πριν από το φθινόπωρο του 2024. Οι αγορές ζητούν μείωση από τον Μάρτιο και η ΕΚΤ αρνείται. Πηγαίνει κόντρα στις ανάγκες των αγορών και των πολιτών και λειτουργεί χωρίς καμία απολύτως οικονομική λογική. Λειτουργεί εις βάρος της οικονομίας της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Πρωταγωνίστρια στην αντιευρωπαϊκή πολιτική είναι φυσικά η Γερμανία, η οποία, αντί να προσπαθεί να βοηθήσει τις δύο τεράστιες ευρωπαϊκές οικονομίες, της Γαλλίας και της Ιταλίας, τους τραβάει το χαλί κάτω απ’ τα πόδια. Αν αυτές οι οικονομίες αντιμετωπίσουν κρίση χρέους, η Ευρωπαϊκή Ενωση θα διαλυθεί, αλλά αυτό δεν πτοεί τους στενόμυαλους Γερμανούς.

Στο γεωπολιτικό πεδίο, οι εξελίξεις που ξεκίνησαν από την Ουκρανία και έχουν επεκταθεί στη Γάζα είναι όλες εις βάρος της Ε.Ε. – τόσο από πλευράς κόστους όσο και από μεταναστευτικές ροές και ζητήματα ασφάλειας. Λογικά, οι γραφειοκράτες των Βρυξελλών θα έπρεπε να έχουν καταλάβει πως χρειάζεται μεγάλη αύξηση των δαπανών για να καλυφθούν τα ευρωπαϊκά κενά, τόσο στον ενεργειακό όσο και στον αμυντικό τομέα, και ότι παράλληλα απαιτείται μείωση των επιτοκίων για να επιταχυνθούν η ανάπτυξη των οικονομιών και οι επενδύσεις των επιχειρήσεων. Ωστόσο, συμβαίνει το αντίθετο.

Το πιο ανησυχητικό δε είναι ότι η ευρωπαϊκή ηγεσία δεν συνεκτιμά τον πολύ ορατό κίνδυνο των αμερικανικών εκλογών. Αν εκλεγεί ο Τραμπ, ο οποίος στις έρευνες δείχνει μεγάλο δυναμισμό, το μέλλον της Ευρώπης θα είναι δυσοίωνο. Ο Τραμπ θέλει να κλείσει τις ΗΠΑ στα σύνορά τους, θέλει να τις βγάλει από το ΝΑΤΟ και δεν ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για την ευρωπαϊκή άμυνα. Εχει μάλιστα επανειλημμένως τονίσει ότι δεν μπορεί οι ΗΠΑ να πληρώνουν για την άμυνα ολόκληρου του δυτικού κόσμου. Σε αντίθεση με τους Δημοκρατικούς, οι Ρεπουμπλικανοί δεν είναι τόσο πρόθυμοι να στηρίξουν την Ευρώπη στρατιωτικά. Θα πρέπει λοιπόν η Ευρώπη να δει πώς θα ενισχυθεί στρατιωτικά σε αυτό το ενδεχόμενο, και αυτό δεν μπορεί να το πετύχει άμεσα, όταν ξαφνικά το χρειαστεί – απαιτεί προετοιμασία, που όμως δεν γίνεται. Και κυρίως χρειάζεται τεράστια κονδύλια αμυντικών δαπανών, τα οποία δεν χωράνε στο Σύμφωνο Σταθερότητας. Αντί όμως να τα λάβει υπόψη της αυτά, η γραφειοκρατία επιμένει για επιστροφή στο ασφυκτικό Σύμφωνο Σταθερότητας και την τιμωρία των χωρών που έχουν αυξημένα ελλείμματα και χρέη.

Στον δε ενεργειακό τομέα, ποιο είναι άραγε το πλάνο των διοικούντων την Ε.Ε. σε περίπτωση που λήξει ο πόλεμος Ρωσίας – Ουκρανίας; Πόσο γρήγορα πιστεύουν ότι θα επανέλθουν σε συμφωνίες προμήθειας φτηνής ενέργειας από τους Ρώσους, που θεωρούν σήμερα τους Ευρωπαίους εχθρούς τους;

Δυστυχώς, η Ευρωπαϊκή Ενωση δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες και τις συνθήκες της εποχής, δεν προετοιμάζεται για τις εξελίξεις, και αυτό είναι επικίνδυνο ακόμη και για την ύπαρξή της, αν οι διάφοροι γεωπολιτικοί κίνδυνοι κορυφωθούν μέσα στα δύο επόμενα χρόνια, όπως προβλέπεται από αρκετούς αναλυτές.

Διαβάστε ακόμη 

Έρχονται 2.500 φθηνά σπίτια για πάνω από 5.000 νέους

Ο’ Λίρι (Ryanair): Πώς μπορεί να φτάσει τα €100 εκατ. μπόνους

Η «τέλεια καταιγίδα» χτυπά την Ευρωζώνη: Εγκλωβισμένη στην ύφεση, με μεγάλο «ασθενή» τη Γερμανία

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ