Ο πρόεδρος της Eurobank, καθηγητής Γιώργος Ζανιάς, στην ομιλία του στους Δελφούς έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για την ελληνική οικονομία λέγοντας ότι «διολισθαίνουμε στο ίδιο μοντέλο ανάπτυξης της δεκαετίας 2000, το οποίο οδήγησε σε κρίση ανταγωνιστικότητας βαθαίνοντας τη διάσταση της κρίσης χρέους».

Ο κ. Ζανιάς, καθηγητής Οικονομικών και πρώην υπουργός Οικονομικών την εποχή των μνημονίων, εκφέρει τη γνώμη του με θάρρος και γνώση. Η επισήμανσή του πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη από τον πολιτικό κόσμο διότι στηρίζεται στην ανάλυση πολύ βασικών χαρακτηριστικών της οικονομίας, τα οποία όμως επισκιάζονται από τους πανηγυρισμούς για την καλή πορεία μας.
Η αλήθεια είναι ότι η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε πολύ καλύτερη κατάσταση από αυτή που βιώσαμε στην κρίση, αλλά το υπόβαθρο παραμένει ασταθές και αδύναμο.

Η αύξηση του ΑΕΠ στηρίζεται κατά 70% στην κατανάλωση, ενώ ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι στο 55% του ΑΕΠ. Και αυτά που καταναλώνουμε είναι σε εξαιρετικά υψηλό βαθμό εισαγόμενα, πράγμα που σημαίνει ότι το χρήμα από την αύξηση του ΑΕΠ φεύγει στο εξωτερικό. Η ελληνική οικονομία έχει μεγάλη αδυναμία στην παραγωγή, ακόμη και στον γεωργικό τομέα. Η μεταποίηση και η βιομηχανική παραγωγή βρίσκονται σε χαμηλά επίπεδα και η οικονομία μας είναι μια σχεδόν αμιγής οικονομία υπηρεσιών. Είναι κακό αυτό; Οχι, αν έχεις εξασφαλίσει κάποια επίπεδα παραγωγής, τόσο στον γεωργικό όσο και στον βιομηχανικό τομέα, ώστε να μην είσαι απόλυτα εξαρτημένος από τις εισαγωγές. Εμείς αυτά τα επίπεδα δεν τα έχουμε εξασφαλίσει και βρισκόμαστε διαρκώς σε πολύ μεγάλο έλλειμμα συναλλαγών με το εξωτερικό, πράγμα που σημαίνει ότι διαρκώς το χρήμα φεύγει από την Ελλάδα και πάει στο εξωτερικό, άρα εδώ λείπει.

Από την άλλη μεριά, ο τουρισμός υποκαθιστά μεγάλο μέρος αυτού του χρήματος, αλλά ο τουρισμός δεν είναι μια βιομηχανία σταθερής ροής. Το πόσοι τουρίστες θα έρθουν και το πόσα λεφτά θα αφήσουν εξαρτάται από πάρα πολλούς παράγοντες, οι περισσότεροι από τους οποίους είναι ανεξάρτητοι από τη δική μας βούληση. Γεωπολιτική αστάθεια, περιορισμός των εισοδημάτων στο εξωτερικό, κλιματικές διαταραχές, νέοι προορισμοί που γίνονται μόδα και πολλά άλλα. Επίσης, η αύξηση του κόστους των διακοπών στην Ελλάδα -και κυρίως του κόστους των μεταφορών και των τροφίμων- μπορεί να εμποδίσει πολλούς ξένους να μας επισκεφθούν.

Ολα αυτά είναι λίγο πολύ γνωστά, το κακό όμως είναι ότι δεν έχουν γίνει ούτε τώρα, ούτε παλιότερα επαρκείς προσπάθειες αλλαγής αυτού του οικονομικού μοντέλου. Τα μέτρα που ανακοινώνονται κατά καιρούς δεν αρκούν για να πείσουν τους Ελληνες να ασχοληθούν με την παραγωγή κανενός είδους. Και δεν πείθουν διότι παραμένει εξαιρετικά δύσκολο και με αμφίβολο αποτέλεσμα το να κάνεις μακροχρόνιες επενδύσεις στην Ελλάδα, όπως είναι οι παραγωγικές επενδύσεις.

Ο επιχειρηματίας στην Ελλάδα θεωρείται εχθρός από τη δημόσια διοίκηση (και όχι μόνο από αυτήν), συνεπώς τον αντιμετωπίζει με καχυποψία και επιφύλαξη. Δεν είναι τυχαία η δεδηλωμένη αντίθεση του υπουργού Οικονομικών με τους μικροεπιχειρηματίες και η επίσης δεδηλωμένη υποστήριξή του στις μεγάλες επιχειρήσεις. Ο υπουργός προσπαθεί να αλλάξει το αναπτυξιακό μοντέλο υπέρ των μεγάλων επιχειρήσεων και θα αποτύχει. Οχι διότι δεν ευνοεί αρκετά τις μεγάλες επιχειρήσεις, το αντίθετο μάλιστα, αλλά επειδή είναι λάθος ο στόχος του. Ενισχύει τις μεγάλες εξοντώνοντας τις μικρές.
Για να πετύχει η αύξηση της μεσαίου μεγέθους ελληνικής παραγωγικής επιχείρησης, πρέπει η μικρή να βοηθηθεί για να γίνει μεσαία και η μεσαία να βοηθηθεί για να γίνει μεγάλη. Με το να βοηθάς τις μεγάλες και να εμποδίζεις την ανάπτυξη των μικρών το μόνο που πετυχαίνεις είναι να διευρύνεις το χάσμα μεταξύ μεγάλων και μικρών και τις οικονομικές ανισότητες. Κινδυνεύεις δε να μείνεις χωρίς καθόλου επιχειρήσεις και να εξαρτάσαι, όπως ακριβώς συμβαίνει σήμερα, από ολιγοπώλια σε κάθε κλάδο.

Ο κ. Ζανιάς, λοιπόν, επισημαίνοντας κάποιες βασικές αδυναμίες του ελληνικού οικονομικού μοντέλου χτυπάει ένα καμπανάκι για αλλαγή, εντοπίζοντας τον κίνδυνο επανάληψης της ίδιας καταστροφής εξαιτίας της διατήρησης των ίδιων των αιτίων της καταστροφής.

Η Ελλάδα παραμένει μια χώρα χωρίς παραγωγική βάση, με πολύ χαμηλές εξαγωγές, χωρίς ευνοϊκό πλαίσιο για τις παραγωγικές επενδύσεις, χωρίς θεσμική και νομική προστασία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, χωρίς χρηματοδότηση από τον τραπεζικό τομέα και με πολύ υψηλό ρίσκο για όποιον αφελή τολμήσει να επενδύσει τα χρήματά του σε μια μακρόπνοη προσπάθεια.
Κάποιοι θεωρούν ότι οι Ελληνες δεν είναι κατάλληλοι για παραγωγή και βιομηχανικές επενδύσεις και γι’ αυτό δεν τις κάνουν. Μπορείς βέβαια να δεις και εντελώς διαφορετικά το ζήτημα – με μια πιο ορθή, κατά τη γνώμη μου, ερμηνεία: ότι οι Ελληνες δεν κάνουν παραγωγικές επενδύσεις επειδή δεν συμφέρει να τις κάνουν σε αυτό το περιβάλλον.

Αυτός είναι εξάλλου και ο λόγος που οι ξένες επενδύσεις που γίνονται αφορούν κυρίως ακίνητα ή εξαγορές μεγάλων ελληνικών επιχειρήσεων – με δεσπόζουσα θέση στα ελληνικά καρτέλ. Οι ξένοι παίρνουν αυτές τις επιχειρήσεις, εισπράττουν τα κέρδη, τα στέλνουν στο εξωτερικό και η χώρα δεν κερδίζει τίποτε, απλώς οι μέτοχοί τους που τις πουλάνε γίνονται πολύ πιο πλούσιοι.

Η αλλαγή λοιπόν του οικονομικού μοντέλου προκειμένου να αυξηθεί η παραγωγική βάση περνάει μέσα από την ενίσχυση, με στόχο τη μεγέθυνση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Και η ενίσχυση αυτή δεν σχετίζεται με επιδοτήσεις, αλλά εξαρτάται από το επενδυτικό περιβάλλον.

Οι μόνοι αξιόπιστοι δείκτες που θα γεννούσαν ελπίδες για μακροχρόνια, βιώσιμη ανάπτυξη της οικονομίας θα ήταν η αύξηση των επενδύσεων από Ελληνες επενδυτές, η αύξηση του αριθμού των παραγωγικών επιχειρήσεων, η αύξηση του αριθμού των επιχειρήσεων που από μεσαίες κατάφεραν να γίνουν μεγάλες και από μικρές μεσαίες.
Και είναι παρηγοριά στον άρρωστο να μιλάμε για οριακή αύξηση των εξαγωγών και οριακή αύξηση της παραγωγής όταν βρισκόμαστε σε τόσο χαμηλά επίπεδα.

Οσον αφορά στις ξένες επενδύσεις -σαν αυτές που έχουμε και που δεν αφήνουν στη χώρα ούτε χρήμα, ούτε θέσεις εργασίας-, δεν μας πολυχρειάζονται. Οι παραγωγικές ξένες επενδύσεις είναι το ζητούμενο, αλλά για να γίνουν, πρέπει πρώτα να δουν οι ξένοι ότι οι Ελληνες βάζουν τα λεφτά τους στην ελληνική οικονομία. Δεν το βλέπουν και δεν έρχονται ούτε αυτοί.
Υπό τις συνθήκες που δυστυχώς επικρατούν στο επενδυτικό – επιχειρηματικό περιβάλλον, το παραγωγικό μοντέλο δεν μπορεί να αλλάξει και η Ιστορία θα δικαιώσει τον Ζανιά: οι κρίσεις θα ακολουθούν η μία την άλλη κάθε δύο-τρεις δεκαετίες.

Διαβάστε ακόμη 

Σε διαγωνισμό μακροχρόνιας παραχώρησης ένα ακόμη ξενοδοχείο στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας

Φρανσουάζ Μπετανκούρ Μέγιερ: Η κληρονόμος της L’Oreal είναι η πλουσιότερη γυναίκα στον κόσμο

Τα 12 φαγητά που τρώνε στην Ικαρία και ζουν μέχρι τα 100

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ