Τα νοσοκομεία γεμάτα, ο αριθμός των διασωληνωμένων αυξάνεται δραματικά μέρα με τη μέρα και το μόνο που άλλαξε είναι ότι το επίκεντρο του προβλήματος μεταφέρθηκε στην Αττική.

Μπήκαμε στην τελευταία φάση στα μέσα Φεβρουαρίου, με στόχο να αρχίσει να ανοίγει σιγά-σιγά η οικονομία την 1η Μαρτίου. Συμπληρώσαμε ήδη την τρίτη εβδομάδα και κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα ότι θα «ανοίξουμε» έστω και μετά την Καθαρή Δευτέρα.

Κάτι πρέπει να αλλάξει έστω και την τελευταία στιγμή. Και το μόνο που μπορεί να αλλάξει είναι η συμμόρφωση στα μέτρα που δυστυχώς δεν τηρούνται. Σχεδόν κάθε εβδομάδα έχουμε αυστηρότερο lockdown, όλο και κάτι κλείνει, τίποτα δεν ανοίγει, αλλά οι δρόμοι εξακολουθούν να είναι γεμάτοι και η πανδημία να εξαπλώνεται όλο και περισσότερο.

Η λεγόμενη ατομική ευθύνη… πήγε περίπατο και δεν πιστεύω ότι μπορούμε τώρα να τη φέρουμε πίσω, ενώ οι καθημερινές συγκεντρώσεις χιλιάδων ανθρώπων συνεχίζονται επειδή κάποιοι θεωρούν ότι διευκολύνονται πολιτικά.

Εάν και αυτή την εβδομάδα δεν υπάρξει άμεσο, διακριτό σε σχέση με το παρελθόν αποτέλεσμα, η κυβέρνηση πρέπει να αλλάξει μέθοδο. Αντί για το διαρκές, εκτεταμένο, αλλά χαλαρό lockdown, να υιοθετήσει ένα σύντομο και ολικό «λουκέτο». Πολλοί είναι εκείνοι που λένε ότι έπρεπε να το εφαρμόσει νωρίτερα, αλλά έστω και τώρα προλαβαίνουμε να σώσουμε το Πάσχα και από εκεί το καλοκαίρι με τον τουρισμό, που είναι το μεγάλο στοίχημα.

Από την αρχή γνωρίζαμε ότι δεν μπορεί να σταθεί η οικονομία αν δεν έχει αντιμετωπιστεί το υγειονομικό πρόβλημα της πανδημίας. Τώρα ούτε για την οικονομία υπάρχουν άλλα περιθώρια. Κάθε εβδομάδα το «λουκέτο» κοστίζει 750 εκατ. ευρώ, τα ταμειακά διαθέσιμα της χώρας μειώνονται και όσοι γνωρίζουν λένε ότι αν συνεχίσουμε με τους ίδιους ρυθμούς σε δύο μήνες θα έχουν εξαντληθεί.

Το επιτόκιο δανεισμού άρχισε σιγά-σιγά να ανεβαίνει και αν λάβουμε υπόψη και τις διεθνείς τάσεις, η επόμενη έξοδος στις αγορές δεν θα είναι ούτε εύκολη, ούτε φθηνή. Ηδη εμφανίζονται δυσκολίες με την αέναη συνέχιση της επιστρεπτέας προκαταβολής. Οι επιχειρήσεις είναι κλειστές, οι εργαζόμενοι σπίτι τους, υπάρχει ανάγκη να ζήσουν, αλλά οι δυνατότητες δεν είναι ανεξάντλητες.

Η χώρα μας μπήκε σ’ αυτή την κρίση με τους χειρότερους όρους, προτού καλά-καλά συνέλθει από τη μαύρη δεκαετίας της οικονομικής καταστροφής. Με τεράστιο χρέος, δημόσιο και ιδιωτικό (το οποίο ακόμη δεν έχει αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά), δημοσιονομικό έλλειμμα, καχεκτική ανάπτυξη, η οποία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον τουρισμό, έχει μπροστά της μια δύσκολη εξίσωση. Αν προσθέσουμε μάλιστα και τις αυξημένες αμυντικές δαπάνες, εξαιτίας της τουρκικής επιθετικότητας, η κατάσταση δυσκολεύει ακόμη περισσότερο.

Οσον αφορά τα περίφημα 32 δισ. από τα Ταμείο Ανάκαμψης της Ευρωπαϊκής Ενωσης, δεν θα προσφέρουν κάποια ουσιαστική ανάσα. Μέσα στο 2021 περιμένουμε περίπου 5 δισ. ευρώ, τα οποία δεν είναι ρευστό χρήμα προς τις επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους, αλλά θα δοθούν για επενδύσεις σε διάφορους τομείς της οικονομίας. Αν σκεφτούμε ότι μέχρι τώρα η πανδημία έχει κοστίσει στη χώρα μας 36 δισ. ευρώ, εύκολα μπορούμε να καταλάβουμε πως δεν μας λύνει το πρόβλημα.

Εδώ που φτάσαμε δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις. Υπάρχει άμεση ανάγκη επιστροφής στην κανονικότητα κι αυτό μπορεί να γίνει μόνο αν περιορίσουμε τις διαστάσεις της πανδημίας.

Μπορούμε να το κάνουμε με την προσωπική μας συμπεριφορά. Η κόπωση, όπως ακούω πολλούς να λένε, είναι μια πραγματικότητα. Πρέπει όμως να την ξεπεράσουμε αν θέλουμε κάποια στιγμή να βγούμε από το τούνελ και να μην μπούμε στο επόμενο.