Ο νέος πόλεμος στις πόρτες της Ευρώπης δεν θα μπορούσε να έρθει σε χειρότερη στιγμή. Φυσικά και δεν υπάρχει καμία «καλή στιγμή» για κανέναν πόλεμο, αλλά η σημερινή συγκυρία, και η προσθήκη απειλών σε ήδη μεγάλες απειλές –με πρώτη τον άλλο, συνεχιζόμενο, πόλεμο στην Ουκρανία, είναι πραγματικά μοναδική: η ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή δημιουργεί για την Ευρωπαϊκή Ένωση μεγάλα, σχεδόν ανυπέρβλητα, προβλήματα ασφάλειας, οικονομίας, μετανάστευσης, πολιτικής.

Ένας «πόλεμος πάνω στον πόλεμο» θέτει ζητήματα προστασίας –πρώτα απ’ όλα για τους πολίτες των χωρών της Ένωσης που βρίσκονται για την εμπόλεμη ζώνη– αλλά και αναζωπυρώνει τη συζήτηση για περαιτέρω στρατικοποίηση της Ένωσης –μια συζήτηση με πολιτικές, οικονομικές και ηθικές πτυχές.

Στις καθαρά οικονομικές –αύξηση του προϋπολογισμού, πρόβλεψη κονδυλίων για κοινή άμυνα μέσω κοινής στρατιωτικής δύναμης- προστίθενται οι εικόνες χάους που δημιούργησαν ήδη οι «διχογνωμίες» για την τύχη των –θεωρητικά «κλειδωμένων»- χρημάτων (295 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο) για βοήθεια προς την Παλαιστίνη –η Ένωση είναι, και θεωρώ τιμή της ότι είναι, ο μεγαλύτερος παγκοσμίως χρηματοδότης της Παλαιστίνης. Μετά την επίθεση της Χαμάς, ο αρμόδιος Επίτροπος Γειτονίας ανακοίνωσε την Κυριακή το βράδυ ότι «όλες οι πληρωμές προς την Παλαιστίνη αναστέλλονται» και τη Δευτέρα η Επιτροπή τον «διόρθωσε», λέγοντας ότι απλώς «βρίσκονται υπό εξέταση».

Αρκετές χώρες, (Ισπανία, Λουξεμβούργο και Ιρλανδία) διαμαρτυρήθηκαν για τη λήψη απόφασης χωρίς την παραμικρή συλλογική διαδικασία, ενώ σχεδόν όλες οι άλλες, πλην των εμπλεκομένων, χώρες της Μέσης Ανατολής σχεδόν ικετεύουν την Επιτροπή να μην κόψει τη βοήθεια στην Παλαιστίνη: αφενός γιατί δεν φταίει σε τίποτα ο παλαιστινιακός λαός και αφετέρου γιατί θα δινόταν ένα σήμα ότι η Παλαιστίνη εγκαταλείπεται στη μοίρα της.

Πιο πρακτικά, για τους ίδιους τους Ευρωπαίους, εκεί που φαινόταν να κλείνει –έστω προσχηματικά, μετά την ημι-συμφωνία της περασμένης βδομάδας- το «μεταναστευτικό πακέτο», ο πόλεμος είναι πολύ πιθανό να δημιουργήσει νέες ροές και άρα νέες ανάγκες. Όσο η Ένωση αρνείται να κοιτάξει τους ανθρώπους και αντιμετωπίζει το μεταναστευτικό ως τεχνικό/αριθμητικό ζήτημα, τόσο η πραγματικότητα, διαρκώς, θα την ξεπερνά. Το ίδιο συμβαίνει και σε διπλωματικό επίπεδο: ήδη ακούγονται περισσότερο οι «πρωτεύουσες», και μάλιστα οι «μεγάλες» -Βερολίνο-Παρίσι-, παρά η «φωνή της Ένωσης», μέσω του «Υπουργού Εξωτερικών» Μπορέλ. Για μια ακόμη φορά η πρωτοβουλία αφήνεται στην Ουάσινγκτον –και ας βρίσκεται αρκετές ηπείρους μακρύτερα από το κέντρο των γεγονότων.

Αλλά και στον εσωτερικό πολιτικό μέτωπο των κρατών-μελών, στην τελική ευθεία προς τις ευρωεκλογές, ο πόλεμος είναι πολύ πιθανό να ενισχύσει τους εθνικιστές, τους οπαδούς των «κλειστών συνόρων» και τους θιασώτες της γραμμής ανάσχεσης της βοήθειας προς την Ουκρανία. Για το ανθρώπινο δράμα, η Ένωση λίγα μπορεί να κάνει, στο διπλωματικό μέτωπο, σχεδόν τίποτα, στο πολιτικό μόνο να χάσει έχει (οι εκλογές στην Πολωνία, την Κυριακή που μας έρχεται, θα είναι μια πρώτη δοκιμασία). Δεν πρόκειται μόνο για απόδειξη αδυναμίας, αλλά για ανάδειξη μιας ζοφερής κατάστασης των πραγμάτων.