Φέτος το καλοκαίρι, όπως όλα δείχνουν, ο τουρισμός θα φτάσει σε νέο επίπεδο-ρεκόρ, πάνω από το περσινό. Αυτό είναι ασφαλώς ένα πολύ ευχάριστο νέο, αφού τα έσοδα από τον τουρισμό σώζουν την ελληνική οικονομία, η οποία κατά τα άλλα υποφέρει από χαμηλές εξαγωγές και πολύ υψηλές εισαγωγές προϊόντων κάθε είδους, ακόμη και των βασικών προϊόντων διατροφής. Είναι τραγικό να εισάγουμε, για παράδειγμα, λεμόνια, αλλά αυτό κάνουμε, μαζί με πάρα πολλά άλλα αγροτικά προϊόντα στα οποία έχουμε ιστορικά παράδοση παραγωγής και εξαγωγών.

Τα τουριστικά έσοδα θα σώσουν και φέτος την κατάσταση, αλλά δεν μπορεί κανείς να αγνοήσει τα τεράστια προβλήματα που έχουν οι υποδομές στην Ελλάδα, ιδιαίτερα στα νησιά και τα θερινά θέρετρα, που αντιμετωπίζουν τους καλοκαιρινούς μήνες πολλαπλασιασμό των κατοίκων τους λόγω τουρισμού. Είναι σαφές ότι οι υποδομές δεν σηκώνουν τον αριθμό των τουριστών. Ούτε οι δρόμοι, ούτε οι αποχετεύσεις, ούτε το ρεύμα, ούτε το νερό φτάνουν. Ούτε οι υποδομές διαχείρισης απορριμμάτων επαρκούν και φυσικά ούτε λόγος να γίνεται για τις υποδομές τηλεπικοινωνιών, που είναι πραγματικά απαράδεκτες.

Η δυσκολία λοιπόν της χώρας να αντέξει τόσους πολλούς τουρίστες είναι ένα ζήτημα το οποίο δύσκολα αντιμετωπίζεται στα νησιά και τους μικρούς τόπους, αφού το τουριστικό κύμα είναι προσωρινό και δύσκολα δικαιολογεί μόνιμες παρεμβάσεις μεγάλης κλίμακας. Ωστόσο, στην Αθήνα και σε άλλες μεγάλες πόλεις οι παρεμβάσεις στις υποδομές είναι απαραίτητες και το κόστος τους δικαιολογείται απόλυτα, αφού ο υπερπληθυσμός είναι μόνιμη κατάσταση, οι υποδομές δεν επαρκούν ούτε καν για τους μόνιμους κατοίκους και καθώς υπάρχει δωδεκάμηνη πλέον τουριστική σεζόν τα πράγματα είναι ιδιαίτερα πιεστικά.

Εκτός όμως από το πρόβλημα των υποδομών, ο τουρισμός προκαλεί και άλλες πολύ σημαντικές παρενέργειες, με βασικότερη την επίδρασή του στην ακρίβεια των κατοικιών αλλά και όλων των προϊόντων και υπηρεσιών. Και αυτό διότι αυξάνει πάρα πολύ τη ζήτηση για κατοικίες, για προϊόντα και υπηρεσίες, με αποτέλεσμα την αύξηση όλων των τιμών και τις ελλείψεις.

Θα μου πείτε: Πρέπει να μειωθεί ο τουρισμός και να χάσουμε τόσα χρήματα για να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα που δημιουργεί; Προφανώς όχι, αλλά πρέπει οπωσδήποτε να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα, πράγμα το οποίο είτε δεν κάνουμε, είτε το κάνουμε επιπόλαια, με μπαλώματα, με προσωρινό χρονικό ορίζοντα.

Το πρόβλημα ξεκινάει φυσικά από τους πολιτικούς, οι οποίοι λειτουργούν μόνο πυροσβεστικά και εγωκεντρικά. Δηλαδή προσπαθούν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της ακρίβειας, για παράδειγμα, μόνο με επισκέψεις σε σούπερ μάρκετ, συνοδεία τηλεοπτικών καμερών, με συμφωνίες της πλάκας για εκπτώσεις σε μερικά προϊόντα και μεγάλα λόγια χωρίς αντίκρισμα. Δύο χρόνια υποτίθεται ότι προσπαθούν οι υπουργοί μας να αντιμετωπίσουν την ακρίβεια και οι τιμές συνεχίζουν να ανεβαίνουν.
Ο πληθωρισμός στην Ελλάδα είναι υψηλότερος από άλλες ευρωπαϊκές χώρες και οι τιμές όλων των βασικών καταναλωτικών προϊόντων σημαντικά υψηλότερες από τις αντίστοιχες των ίδιων προϊόντων σε άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Οι υπουργοί βέβαια εμφανίζονται στις τηλεοράσεις και περηφανεύονται για τις επιτυχίες τους, ενώ στην πραγματικότητα πρόκειται για καραμπινάτη αποτυχία.

Αν πράγματι ήθελαν να περιορίσουν την κερδοσκοπία των σούπερ μάρκετ, θα μπορούσαν κάλλιστα να το κάνουν, αφού όλα ανεξαιρέτως τα σούπερ μάρκετ και οι μεγάλες αλυσίδες λιανικών πωλήσεων δεν τηρούν τον νόμο για τις πληρωμές σε τριάντα ημέρες. Πληρώνουν τους προμηθευτές τους καθυστερημένα, μετά από10-12 μήνες πολλές φορές, και τζιράρουν το χρήμα προκαλώντας μεγάλη ζημιά σε όλη την αλυσίδα παραγωγής. Το ποσό που δεν πληρώνουν τα σούπερ μάρκετ στους προμηθευτές τους και το τζιράρουν ξεπερνά τα 2 δισ. ευρώ τον χρόνο. Θα μπορούσε κάλλιστα λοιπόν η κυβέρνηση να πιέσει για τη μείωση των τιμών απλώς και μόνο με την απειλή εφαρμογής του νόμου που δεν τηρούν και επιβολής προστίμων. Αυτό είναι απλώς ένα παράδειγμα από τα πολλά που μπορεί κανείς να φέρει. Οσον αφορά το επίπεδο των τηλεπικοινωνιών, η κατάσταση, όπως όλοι διαπιστώνουν, είναι καθημερινά τραγική. Το κινητό και το Ιντερνετ υπολειτουργούν στο μεγαλύτερο μέρος της χώρας, αλλά πληρώνουμε ακριβότερα από όλες τις άλλες χώρες αυτές τις κακές υπηρεσίες.

Για την αγορά ακινήτων η ανάγκη παρέμβασης είναι ακόμη πιο πιεστική και επείγουσα διότι προκαλεί μεγάλο κοινωνικό πρόβλημα. Οι ανάγκες στέγασης είναι τεράστιες, τα ενοίκια πανάκριβα, οι τιμές των ακινήτων βρίσκονται σε επίπεδα φούσκας, αλλά καμία κυβερνητική πολιτική δεν έχει αποδώσει – δεν ξέρω καν αν υπάρχει πολιτική στέγασης.

Και το χειρότερο είναι ότι ούτε η αντιπολίτευση -κανένα κόμμα- δεν ασχολείται με το να προτείνει λύσεις για αυτά τα προβλήματα, περιορίζονται απλώς στο να κατηγορούν την κυβέρνηση και να διαμαρτύρονται για προβλήματα που συσσωρεύονται στο διηνεκές – τα οποία φυσικά υπήρχαν χωρίς να λυθούν ακόμα κι όταν τα κόμματα της αντιπολίτευσης κυβερνούσαν. Ο πολιτικός διάλογος είναι πάντα ο ίδιος στην Ελλάδα: «Δεν κάνετε τίποτα για τα προβλήματα», λέει η αντιπολίτευση στην κυβέρνηση και η απάντηση της κυβέρνησης είναι «γιατί εσείς τι κάνατε όταν κυβερνούσατε;». Διάλογος χωρίς νόημα και χωρίς αποτέλεσμα.

Εν πάση περιπτώσει, το ζήτημα είναι ότι τα προβλήματα σε όλες τις υποδομές υπάρχουν, τα καρτέλ βασιλεύουν και επιβάλλουν την ακρίβεια και το χαμηλό επίπεδο υπηρεσιών, η πίεση στην κοινωνία από αυτά τα προβλήματα αυξάνεται, αλλά οι κυβερνήσεις δεν μπορούν να τα αντιμετωπίσουν. Και δεν μιλάμε εδώ για σπουδαίες μεταρρυθμίσεις, μιλάμε απλώς για κάποιον στοιχειώδη πολιτικό σχεδιασμό και κυρίως για την εφαρμογή των νόμων, που ούτε αυτή μπορεί τελικά να επιβληθεί. Υπό αυτές τις συνθήκες, συνεχίζουμε όπως είμαστε, συσσωρεύοντας προβλήματα και πανηγυρίζοντας για τις επιτυχίες μας.