Με εντυπωσιάζει ο τρόπος που δουλεύουν τα φαρμακεία αυτές τις ημέρες με τα rapid tests. Ειδικά στις αργίες. Υποδειγματική οργάνωση και λειτουργία, άψογη εξυπηρέτηση του πολίτη με 10 ευρώ.

Αρπαξαν την ευκαιρία, ήρθαν να καλύψουν ένα κενό του συστήματος, να προσφέρουν υπηρεσίες στο κοινωνικό σύνολο και να γεμίσουν τα ταμεία τους, αν σκεφτούμε ότι το κόστος αγοράς από τις φαρμακαποθήκες πρέπει να είναι 1-2 ευρώ. Τα περισσότερα προσέλαβαν υπαλλήλους, έχουν έτοιμα τα έντυπα, οι πελάτες περιμένουν εκτός φαρμακείου, τα δείγματα λαμβάνονται γρήγορα και με ασφάλεια, το αποτέλεσμα είναι έτοιμο σε 15 λεπτά, ο πολίτης ενημερώνεται άμεσα και μέχρι να φτάσει σπίτι του έχει καταχωρηθεί στο σύστημα αρνητικό ή θετικό.

Κανένα πρόβλημα, καμία διαμαρτυρία, κανένας κίνδυνος και… θυμήθηκα τη θύελλα των αντιδράσεων που ξεσηκώθηκε όταν η κυβέρνηση πήρε την απόφαση να διανείμει τα διαγνωστικά τεστ για τον COVID-19 μέσω των φαρμακείων. Οργίαζαν για εβδομάδες οι εκπρόσωποι των φαρμακοποιών συνεπικουρούμενοι από πολιτικά κόμματα και… σχολιαστές των social media. «Δεν γίνεται», «έχει κινδύνους», «αυτή είναι δουλειά του κράτους», «σκεφτείτε τι θα γίνει αν βρεθεί ένας θετικός», «θα μολυνθούμε όλοι». Τίποτα δεν έγινε. Ολες οι αντιδράσεις ήταν ζήτημα άγνοιας, προχειρότητας, βιασύνης, κακοπιστίας, καχυποψίας, συνδικαλιστικής αντίληψης (δεν μπόρεσαν καν να διαβάσουν εγκαίρως το συμφέρον του κλάδου) και φυσικά κομματικών αντανακλαστικών.

Η πανδημία είναι ένα παγκόσμιο πρόβλημα με τεράστιες υγειονομικές, κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις, που υπερβαίνει σε διάρκεια κάθε επιστημονική πρόβλεψη. Είναι ο παγκόσμιος πόλεμος της γενιάς μας, ίσως και λίγο χειρότερα. Τα συστήματα δοκιμάζονται, εκατομμύρια άνθρωποι πεθαίνουν, η ζωή μας αλλάζει, όλα ανατρέπονται, τρισεκατομμύρια χάνονται ή αλλάζουν χέρια. Είναι η εποχή των φαρμακοβιομηχανιών. Η κυβέρνηση, όλες οι κυβερνήσεις και ανάμεσά τους η ελληνική, καλείται να διαχειριστεί μια δύσκολη εξίσωση. Μπορεί να τα πηγαίνει καλά, μέτρια ή άθλια, ανάλογα και με την οπτική του καθενός. Το σίγουρο είναι ότι όσο τέλεια κι αν είναι μια κυβέρνηση, αποκλείεται να τα κάνει όλα μόνη της. Χρειάζεται η συμμετοχή όλων μας αν θέλουμε να περιορίσουμε τις επιπτώσεις αυτής της τραγωδίας.

Η ιστορία με τα φαρμακεία είναι διδακτική και αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση. Το ότι κάνουν καλά τη δουλειά τους δεν σημαίνει όμως ότι θα μετατραπούν σε εκλογικά κέντρα του Μητσοτάκη, για να παραφράσουμε τη γνωστή δήλωση του Κωνσταντίνου Λουράντου για «τα φαρμακεία που θα γίνουν εκλογικά κέντρα του Τσίπρα».

Σήμερα Δευτέρα άνοιξαν τα σχολεία με το πρωτόκολλο που αποφάσισε η κυβέρνηση και, υποθέτω, μέχρι ενός σημείου εισηγήθηκε η επιτροπή των λοιμωξιολόγων. Ξανά τα ίδια από την αρχή. Εκπαιδευτικοί, γονείς, πολιτικοί και «σχολιαστές». «Να μην ανοίξουν», «έγκλημα, θα γεμίσουμε», «γιατί μόνο τρία τεστ», «ποιος θα κάνει τα τεστ», «δεν θα δηλώνουν τα τεστ», «να αλλάξει το πρωτόκολλο».

Ολοι τα περιμένουμε από κάποιον άλλο και όλοι μαζί από το κράτος – επιτελικό ή μη. Ετσι όμως δεν θα πάμε πουθενά. Ο δήμαρχος, στην ευθύνη του οποίου είναι τα σχολεία, ο διευθυντής, ο σύλλογος διδασκόντων, ο εκπαιδευτικός της τάξης, ο κάθε γονιός μπορούν, αν θέλουν, να βοηθήσουν για να δουλέψει σωστά ο μηχανισμός, να καλύψει τα λάθη της κυβέρνησης, να προστατεύσει την υγεία των μαθητών και του κοινωνικού συνόλου. Ακόμη κι αν «δεν είναι η δουλειά μας», προέχει όλοι μαζί να κερδίσουμε το στοίχημα για την υγεία και τη ζωή μας. Αυτός πρέπει να είναι ο στόχος και μετά, στις κάλπες, όποιος δεν είναι ικανοποιημένος μπορεί να στείλει τον «λογαριασμό» στην κυβέρνηση.

Τα ίδια ισχύουν για την εστίαση και τη διασκέδαση, που το «τερμάτισαν» τις ημέρες των γιορτών και τώρα διαμαρτύρονται, για τα καταστήματα, τις δημόσιες υπηρεσίες και τις επιχειρήσεις. Η ευθύνη απέναντι στον μαθητή σου, στον διπλανό σου, στον πελάτη σου, στον ασθενή σου (οι περισσότεροι γιατροί εξακολουθούν να κουράρουν εξ αποστάσεως), στον υπάλληλό σου δεν περνάει μόνο από το κράτος. Είναι και δική μας, του καθενός ξεχωριστά και όλων μαζί.