Δύο μήνες μας χωρίζουν από το δεύτερο εξάμηνο του έτους, το οποίο -κατά τους αναλυτές- είναι το ορόσημο ώστε, με τη βοήθεια των εμβολιασμών, να επιστρέψουμε σε θετική οικονομική πορεία, με ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης.

Οι πληγές της πανδημίας (υπερχρέωση, ανεργία κ.λπ.) είναι σημαντικές και δεν πρέπει να υποτιμούνται, αλλά υπάρχει και η θετική κληρονομιά που αφήνει η κρίση, όπως π.χ. το ψηφιακό κράτος, οι ηλεκτρονικές συναλλαγές, η εξ αποστάσεως εργασία. Ολα αυτά θα μας συνοδεύσουν στην αφετηρία της νέας προσπάθειας για την ανόρθωση της οικονομίας. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Ελλάδα -όπως άλλωστε και αρκετές άλλες χώρες- μετά την πανδημία είναι εκτεθειμένη σε διάφορους κινδύνους, με σημαντικότερο τα επιτόκια να μη διατηρηθούν εσαεί στα τρέχοντα ιστορικά χαμηλά και ενδεχόμενη μελλοντική άνοδός τους να αποσταθεροποιήσει τη δυναμική του δημόσιου χρέους.

Η ισχυρή άνοδος του ΑΕΠ, κατά τα επόμενα χρόνια, είναι αποστολή εθνικής σημασίας για την οικονομική θωράκιση της χώρας. Η Κυβέρνηση το βασικό όπλο που διαθέτει, για να επιτύχει αυτόν τον στόχο, είναι η σωστή αξιοποίηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης και η μόχλευσή τους με ιδιωτικές επενδύσεις, ώστε να έχουν πολλαπλασιαστική επίδραση. Η κατάληξη της προσπάθειας θα κριθεί και από την αποφασιστικότητα και θέληση της Κυβέρνησης να προωθήσει μείζονες μεταρρυθμίσεις και παρεμβάσεις (εκλογίκευση φόρων και δαπανών, μείωση της γραφειοκρατίας, ταχύτερη απονομή Δικαιοσύνης κ.λπ.) που θα προσελκύσουν επενδύσεις.

Αυτή τη φορά οι κανόνες του παιχνιδιού έχουν αλλάξει, γιατί οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης κινούνται αντίθετα από όλα τα προηγούμενα πακέτα ευρωπαϊκής οικονομικής στήριξης: Πρώτα από την κάθε χώρα θα παρουσιαστεί και θα εγκριθεί το σχέδιο αξιοποίησης των πόρων και μετά θα ακολουθήσουν οι εκταμιεύσεις. Αντίθετα, δηλαδή, με ό,τι συνέβαινε κατά το παρελθόν που δινόταν μια διπλωματική – διαπραγματευτική μάχη στις Βρυξέλλες, κλείδωναν τα ποσά ανά χώρα και στη συνέχεια συζητούσαμε στο εσωτερικό για την αξιοποίησή τους.

Ουσιαστικά, πρόκειται για ένα business plan στο οποίο θα βασιστεί η χώρα όχι μόνον για να αναπτύξει, αλλά και για να ανατάξει την οικονομία της πάνω σε νέες, υγιείς βάσεις. Το σχέδιο “Ελλάδα 2.0”, που προετοίμασε η Κυβέρνηση, παίρνει υπόψη τις διαρθρωτικές αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας και επιχειρεί, με σειρά μεταρρυθμίσεων, να θεραπεύσει αδυναμίες και χρόνιες παθογένειες ώστε να επανεκκινήσει η οικονομία. Η Κυβέρνηση θα θεωρήσουμε ότι πέτυχε, όχι μόνον αν επιτύχει υψηλούς ρυθμούς απορρόφησης των κονδυλίων, αλλά κυρίως αν αξιοποιήσει τα κοινοτικά κεφάλαια στις σωστές δοµές και δραστηριότητες και στον βαθµό που χρειάζεται.

Είναι μια σπάνια ευκαιρία και, σίγουρα, είναι η καλύτερη που εμφανίστηκε στη χώρα τα τελευταία δέκα χρόνια. Για αυτό και δεν πρέπει να πάει χαμένη.