Με τους πλέον κακούς οιωνούς φαίνεται ότι μπαίνουμε στη μετακαλοκαιρινή περίοδο, καθώς από αύριο στο Eurogroup της Μπρατισλάβας αναμένονται οι πρώτες κίτρινες κάρτες στην Ελληνική κυβέρνηση γι αυτά που όφειλε να κάνει και δεν έκανε την περίοδο μετά την πρώτη αξιολόγηση.

Τα προαπαιτούμενα που είχε συμφωνήσει πως θα έχει ολοκληρώσει μέχρι τις αρχές Σεπτεμβρίου και τα οποία σημειωτέον δεν είναι είναι και από τα πιο αιχμηρά ούτε απαιτούν δύσκολες νομοθετικές πρωτοβουλίες που θα έχουν άμεσο πολιτικό κόστος, είναι αμφίβολο αν θα τελειώσουν ως το τέλος του μήνα και κατά συνέπεια η υποδόση των 2,8 δισ. δεν πρόκειται να εκταμιευθεί στην ώρα της, παρ’ ότι η αναγκαιότητα της για την ελληνική οικονομία είναι πολύ σημαντική.

Ξεκινώντας όμως με καθυστερήσεις πριν καλά-καλά ξεκινήσει η νέα διαπραγμάτευση για τη δεύτερη αξιολόγηση, είναι εύλογο να σκέφτεται κανείς πως η κυβέρνηση για άλλη μια φορά θα παίξει το γνωστό παιγνίδι των καθυστερήσεων πιστεύοντας πως έτσι κερδίζει χρόνο.

Είναι όμως κέρδος η μακρόσυρτη διαπραγμάτευση και για ποιόν; Κάθε άλλο. Όσο καθυστερούν, για να αποφύγουν τη βάσανο των νέων απαιτήσεων, και όσο αρνούνται την εφαρμογή των συμφωνηθέντων, μεγιστοποιείται ο χρόνος επαναφοράς της ελληνικής οικονομίας και της χώρας σε κάποια μορφή κανονικότητας.

Το ξέρουμε όλοι πως οι απαιτήσεις των δανειστών, οι εκπρόσωποι των οποίων έρχονται τη Δευτέρα για διερευνητικές συζητήσεις, σε αυτή τη φάση είναι επί θεμάτων που αποτελούν μια ανοικτή πληγή για το κυβερνών κόμμα. Τα εργασιακά – συνδικαλιστικά θα θίξουν τον ιδεολογικό πυρήνα του ΣΥΡΙΖΑ και γι’ αυτό επιχειρούν να κλωτσούν το τενεκεδάκι όσο μπορούν πιο μακριά.

Δεν θα μπορέσουν όμως να αποφύγουν τις ειλημμένες αποφάσεις των δανειστών, εκτός κι αν επιχειρήσουν κάποια στιγμή όταν τα βρουν πολύ σκούρα, να αποδράσουν των ευθυνών και των αποφάσεων, δια της προσφυγής στις κάλπες κάτι που επί του παρόντος αρνούνται κατηγορηματικά.

Στο μεταξύ, η ζημιά στην οικονομία θα μεγαλώνει και όλοι οι δείκτες θα οδηγούν σε νέα αδιέξοδα καθώς τα έσοδα θα εκτρέπονται των στόχων, η ύφεση θα συνεχίζεται, τα λουκέτα θα αυξάνονται, η ανεργία θα διογκώνεται και ο στόχος της εξόδου στις αγορές θα μοιάζει ανέφικτος όχι μόνο για το 2017 αλλά ενδεχομένως ούτε και το 2018 που θα είναι ο τελευταίος χρόνος στήριξης της Ελλάδος από το τρίτο μνημόνιο.

Περιττεύει η αναφορά στα διογκούμενα προβλήματα της κοινωνίας από τα απανωτά “δώρα”, με τα οποία επιδαψιλεύει η εφορία κυρίως τους μη έχοντες στον ήλιο μοίρα.

Με άλλα λόγια και για να είμαστε ρεαλιστές, μια ψυχή που είναι να βγει ας βγει μια ώρα αρχύτερα, μήπως και καταφέρουμε να βάλουμε πάτο στο τρύπιο βαρέλι. Γιατί αν είναι να χρονοτριβούμε άνευ λόγου και στο τέλος να κάνουμε ακριβώς αυτά που από την αρχή μας ζητούν, όπως έγινε και στις προηγούμενες -ο θεός να τις κάνει- διαπραγματεύσεις, απλώς μεγαλώνει το πρόβλημα το οποίο και πάλι ο ελληνικός λαός θα κληθεί να πληρώσει με προσαυξήσεις. Άλλωστε το αφήγημα της σκληρής διαπραγμάτευσης, το μάθαμε και κυρίως το νοιώσαμε στο πετσί μας επανειλημμένα τους τελευταίους 20 μήνες και κυρίως, δεν πουλάει πια ούτε ανάμεσα στον σκληρό πυρήνα των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ.