Ο Γιάννης, ένας 51χρονος ιδιοκτήτης μίας Online εταιρείας delivery φαγητού στην Αθήνα, πασχίζει να κρατήσει ζωντανή την επιχείρηση του καθώς δεν μπορεί να βρει αρκετή χρηματοδότηση.

Το αίτημα του για ένα τραπεζικό δάνειο 50.000 ευρώ για Κεφάλαιο κίνησης αντιμετωπίστηκε ως, όπως ο ίδιος λέει, μία αναίτια απαίτηση για εχέγγυα, αναγκάζοντας τον να εγκαταλήψει τα σχέδια που είχε για επέκταση της πλατφόρμας του ώστε να κάνει delivery από σουβλάκι και γύρο μέχρι και πίτσα. Τώρα απασχολεί τρεις υπαλλήλους οταν το 2008 ήταν 23.

«Χωρίς την παροχή επαρκών εγγυήσεων στις τράπεζες, οι τελευταίες δεν σου δίνουν πάνω από 3.000 ευρώ», λέει ο Γιάννης, αρνούμενος να αποκαλύψει το επώνυμο του υπό το φοβούμενος όπως λέει τους τραπεζίτες. «Εάν πρέπει να χάσω το σπίτι μου για να στηρίξω την επιχείρηση μου, τότε προτιμώ να χάσω την επιχείρηση».

Μετά την έξοδο της Ελλάδας απ’ το πρόγραμμα διάσωσης στις ιδιώτες και επιχειρήσεις αυξάνουν τα αιτήματά τους προς τις τράπεζες να συμβάλουν ώστε να αρχίσει να κινείται η πραγματική οικονομία.

Οι τέσσερις συστημικές τράπεζες, Πειραιώς, Eurobank, Εθνική και Alpha bank, αναμένεται να «ρίξουν» έως και 11 δισ. ευρώ στην οικονομία φέτος, υπό τη μορφή νέων δανείων. Πέρυσι είχαν χορηγήσει συνολικά 8,6 δισ. ευρώ.

Ωστόσο, το ποσό αυτό ίσως να μην είναι αρκετό για μια οικονομία που έχει χάσει πάνω από το ένα τέταρτο του ΑΕΠ την τελευταία δεκαετία και πασχίζει να ανακάμψει.

Τον Δεκέμβριο, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας είχε ζητήσει από τις τράπεζες να παίξουν τον ρόλο τους και να στηρίξουν τις βιώσιμες επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά με ρευστότητα. Οι τράπεζες, από την πλευρά τους, «θαμμένες» κάτω από «βουνά» μη εξυπηρετούμενων δανείων, τηρούν επιφυλακτική στάση και ίσως χρειαστούν περισσότερη ενθάρρυνση την ώρα που η χώρα χρειάζεται να προσελκύσει άμεσες ξένες επενδύσεις.

Χρηματοδοτικό κενό

«Υπάρχουν ευκαιρίες στην Ελλάδα για επενδύσεις, όμως υπάρχει έλλειψη χρηματοδότησης, και ακόμα και όταν υπάρχει ρευστότητα, το κόστος κεφαλαίου είναι υπερβολικά υψηλό», σημειώνει ο κ. Πάνος Τσακλόγλου, καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, που είχε διατελέσει διαπραγματευτής στα προγράμματα διάσωσης της Ελλάδας από το 2012 μέχρι το 2014.

Για την Ελλάδα, το 2017 ήταν η καλύτερη χρονιά από το 2006 σε όρους άμεσων ξένων επενδύσεων, με το συνολικό ποσό να αγγίζει τα 3,6 δισ. ευρώ. Όμως, οι άμεσες ξένες επενδύσεις εξακολουθούν να είναι πολύ χαμηλές για να στηρίξουν μια βιώσιμη ανάκαμψη της οικονομίας.

«Οι πραγματικές επενδύσεις εξακολουθούν να είναι λιγότερες από το 40% των προ κρίσεως επιπέδων και τώρα αντιστοιχούν σε μόλις 13% του ΑΕΠ, το ήμισυ του επιπέδου που ήταν πριν την κρίση (25%)», έγραφε σε έκθεσή της τον Ιούλιο η HSBC.

Επενδύσεις

Η Ελλάδα έχει τώρα μια «μεγάλη ευκαιρία να φανεί ότι είναι περισσότερο ανοικτή στις άμεσες ξένες επενδύσεις, που θα μπορούσαν να συμβάλουν στο να αυξηθούν οι προοπτικές ανάπτυξης της χώρας», σημείωνε η βρετανική τράεπζα. Για το 2018 η ελληνική κυβέρνηση αναμένει ρυθμό ανάπτυξης 2,5%, τον υψηλότερο από το 2007.

«Αυτό που μπορεί να ‘ξεκλειδώσει’ τις επενδύσεις είναι το γεγονός πως τα ελληνικά περιουσιακά στοιχεία είναι φθηνά και μεγάλο μέρος του εργατικού δυναμικού που δεν έχει δουλειά είναι μορφωμένο και μπορεί να απασχοληθεί με ανταγωνιστικούς μισθούς», σύμφωνα με τον κ. Τσακλόγλου.

Εν τω μεταξύ, οι ελληνικές τράπεζες δέχονται πιέσεις να μειώσουν τα «κόκκινα» δάνεια και να διασφαλίσουν πως τα νέα δάνεια που θα χορηγούν, θα είναι ασφαλή. Στο τέλος Μαρτίου, η μη εξυπηρετούμενη έκθεση του τραπεζικού συστήματος ανέρχονταν σε 92,4 δισ. ευρώ, που αντιστοιχεί στο ήμισυ του ΑΕΠ της χώρας. Οι τράπεζες έχουν δεσμευτεί να μειώσουν την έκθεσή τους σε «κόκκινα» δάνεια στα 64,6 δισ. ευρώ μέχρι το τέλος του 2019, κάτι που τις καθιστά υπερβολικά επιφυλακτικές στη χρηματοδότηση οποιουδήποτε project.

Ο Γιάννης υπογραμμίζει το γεγονός ότι η εταιρεία του εξυπηρετεί τα δάνεια της, κάτι που στο παρελθόν θα ήταν αρκετό για να διασφαλίσει ένα νέο δάνειο.

Όσο μεγαλύτερος τόσο το καλύτερο

Στο θέμα των δανείων, πάντως, οι μεγάλες επιχειρήσεις φαίνεται πως τα πηγαίνουν καλύτερα. Οι τράπεζες έχουν εκταμιεύσει περισσότερα Κεφάλαια για μεγάλες επιχειρήσεις που μπορούν εύκολα να παράσχουν εχέγγυα για τις αιτηθείσες νέες γραμμές χρηματοδότησης. Η Πειραιώς έχει διοχετεύσει το ήμισυ των νέων δανείων σε μεγάλες επιχειρήσεις, ενώ η Alpha Bank προσπαθεί να αυξήσει την αναλογία των δανείων προς τους λιανικούς πελάτες φέτος.

Η Eurobank επίσης σχεδιάζει να χορηγήσει 1,3 δισ. ευρώ σε εταιρικά δάνεια, ή πάνω από το ήμισυ του συνολικού ποσού των 2,2 δισ. ευρώ νέων δανείων το 2018.

Αυτό που η ελληνική οικονομία χρειάζεται περισσότερο από οτιδήποτε άλλο είναι μια ψήφος εμπιστοσύνης από τους ξένους επενδυτές, τονίζει ο κ. Τσακλόγλου.

«Αν οι ξένοι επενδύσουν τα χρήματά τους στη χώρα, θα είναι ένα ισχυρό σήμα για τους εγχώριους καταθέτες, τόσο τα νοικοκυριά όσο και τις επιχειρήσεις, πως οι κίνδυνοι έχουν υποχωρήσει και μπορούν να ξαναβάλουν τα χρήματά τους στο τραπεζικό σύστημα», είπε. «Και θα μπορούσε να ξεκινήσει ένας ενάρετος κύκλος».