Το Λονδίνο κινδυνεύει να μετατραπεί σε ένα «τοπικό χρηματιστήριο» εάν δε λάβει δραστικά μέτρα, σύμφωνα με τον Mark Austin, στέλεχος της Freshfields Bruckhaus Deringer. 

«Πρέπει να κινηθούμε γρήγορα και αποφασιστικά», τόνισε ο Austin, προσθέτοντας πως «το Λονδίνο αποτελεί ιστορικά την ιδανική επιλογή για τις εταιρείες που θέλουν να εισαχθούν στις ευρωπαϊκές αγορές. Τώρα πια, οι εταιρείες αυτές επιλέγουν το Άμστερνταμ ή άλλες πόλεις ως επιλογές για τις ΙΡΟ τους».

Η παρατήρηση αυτή του Austin διαφαίνεται και στο υπόλοιπο City του Λονδίνου. Οι ελπίδες της περιοχής για μετατροπή του σε χρηματοπιστωτικό κέντρο εκτός της Ε.Ε., συνδυασμένες με τα προβλήματα που επέφερε το Brexit, έχουν οδηγήσει μόνο σε πολιτική αντιπαράθεση και επιβράδυνση των μεταρρυθμίσεων.

Απώλειες

Ο παραιτηθείς πρωθυπουργός Boris Johnson ο οποίος εξελέχθη βάσει της υπόσχεσής του για μείωση της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας άφησε πίσω του ένα μόλις νομοσχέδιο που προτείνει την άρση των ευρωπαϊκών οικονομικών ελέγχων αυτών, το οποίο μπορεί να μην υπερψηφιστεί στο εγγύς μέλλον λόγω της μεταβλητής πολιτικής κατάστασης. Ο δημιουργός του νομοσχεδίου και πρώην ΥΠΟΙΚ Rishi Sunak μπορεί μεν να αποτελεί έναν εκ των πιθανών αντικαταστατών του Johnson, αλλά -σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις- βρίσκεται πολύ πίσω από τη Liz Truss.

Την ίδια στιγμή, το χρηματιστήριο του Λονδίνου περνά μία περίοδο «ξηρασίας» νέων εισαγωγών εταιρειών. Αν και η πρόσφατη αιτία γι αυτό προσδίδεται στον πόλεμο στην Ουκρανία, η μακροπρόθεσμη πτωτική τάση αυτή οφείλεται σε μακροχρόνια προβλήματα της συγκεκριμένης αγοράς.

Το πιο πρόσφατο πλήγμα οφείλεται στην SoftBank Group Corp η οποία πια φαίνεται πως μελετά εκ νέου την εισαγωγή της εταιρείας κατασκευής μικροτσίπ Arm Ltd στην αγορά του Λονδίνου λόγω των πολιτικών συνθηκών. Ακόμα και οι εισαγωγές εταιρειών που συνεχίζουν κανονικά αντιμετωπίζουν προβλήματα: η GSK εισήγαγε τη θυγατρική Haleon η οποία είχε απώλειες της τάξης του 6% την ημέρα του ντεμπούτου της στις 18 Ιουλίου.

Οι «αγαπημένες» του Johnson εγχώριες εταιρείες έχουν κι αυτές διολισθήσει. Η εταιρεία ντελίβερι Deliveroo Plc, η THG Plc και η Made.com Group Plc έχουν χάσει το 75% της αξίας της μετοχής τους από τις ΙΡΟ τους. Ακόμα και οι εταιρείες οι οποίες δεν επηρεάζονται και τόσο από το αυξημένο κόστος διαβίωσης όπως η Wise Plc και η κατασκευαστής μικροτσίπ Alphawave IP Group Plc έχουν χάσει το 50% της αρχικής αξίας τους.

Το 50% των εσόδων των ΙΡΟ στο χρηματιστήριο του Λονδίνου οφείλεται κυρίως στην κινεζική εταιρεία κατασκευής τουρμπίνων Ming Yang Smart Energy Group.

Η γενική εικόνα του χρηματιστηρίου του Λονδίνου υστερεί σε σχέση με τους διεθνείς ανταγωνιστές παρά την κερδοφορία των πετρελαϊκών και των εταιρειών μεταλλευμάτων το περασμένο έτος που αποτελούν σημαντικό μερίδιο της αγοράς της Γηραιάς Αλβιόνας. Από το δημοψήφισμα του Brexit και ύστερα, ο δείκτης FTSE 100 έχει καταγράψει αύξηση της τάξης του 45%, σε σχέση με την αντίστοιχη αύξηση του S&P 500 του 112%. 

Σύμφωνα, όμως, με δηλώσεις του στελέχους της London Stock Exchange Group Plc, Julia Hoggett, στο Bloomberg, η Arm θα εισαχθεί επιτυχώς στο χρηματιστήριο του Λονδίνου. Η Hoggett ηγείται μίας ειδικής ομάδας η οποία αποσκοπεί στην «προσέλκυση και την μακροπρόθεσμη ανάπτυξη πολλά υποσχόμενων επιχειρήσεων». Τα λοιπά μέλη της ομάδας αυτής συμπεριλαμβάνουν τον Austin, τον CEO της Schroders Plc, Peter Harrison και το ανώτατο στέλεχος της GSK, Jonathan Symonds.

«Θέλω να προσελκύσω κάθε νέα ΙΡΟ και πιστεύω πως η Arm έχει πολλούς και καλούς λόγους για να επιλέξει το χρηματιστήριό μας», τόνισε η Hoggett.

Σημειωτέον πως ο ιδρυτής της SoftBank, Masayoshi Son αναμένεται να συνεχίσει εκ νέου τις διαπραγματεύσεις για αυτή τη δευτερεύουσα εισαγωγή στη λονδρέζικη αγορά.

Όσο για τον Steven Fine, CEO της Peel Hunt «είμαι πολύ αισιόδοξος για το μέλλον του City του Λονδίνου. Η πρωτεύουσα θα συνεχίσει να είναι ένα παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό κέντρο. Οι αλλαγές στη γραφειοκρατία μας αποτελούν θετική εξέλιξη. Τα μεγάλα funds μπορούν να χρησιμοποιήσουν το Λονδίνο ως εφαλτήριο προσέγγισης των υπόλοιπων παγκόσμιων αγορών. Δεν πιστεύω πως ο κεντρικός ρόλος της πόλης θα εκλείψει σύντομα».

Westminster Vs City

Το Ηνωμένο Βασίλειο μελετά εδώ και χρόνια ιδέες για την ανάνηψη των χρηματαγορών του. Όπως και στην ηπειρωτική Ευρώπη όπου οι ρυθμιστές εργάζονται εδώ και μία 6ετία για τη δημιουργία μίας τελειότερης οικονομικής ένωσης, όμως, οι αλλαγές των κανονισμών παίρνουν χρόνο.

Οι πρόσφατες προτάσεις του Austin οι οποίες παρουσιάστηκαν στις 19 Ιουλίου και βασίζονται σε έρευνα του τομέα από τον Jonathan Hill το 2020, έχουν ως σκοπό την προσέλκυση νέων εταρειών, ιδιαίτερα αυτών του τεχνολογικού τομέα, με βλέψη προς τη δραστηριοποίηση στην αμερικανική αγορά.

Οι προτάσεις της έρευνας του Hill συμπεριλαμβάνουν μείωση του ποσοστού της δημόσιας προσφοράς των μετοχών μίας εταιρείας από το 25% στο 15%, την αποδοχή μετοχικών δομών διπλής κατηγορίας στην κατηγορία premium listing του London Stock Exchange και μεταρρυθμίσεις για την προσέλκυση SPACs αμερικανικού στυλ.

Ο Austin προτείνει, επίσης, τη μονιμοποίηση του κανόνα της πανδημικής εποχής βάσει του οποίου οι εταιρείες θα μπορούν να αντλήσουν μέχρι και το 20% των υπαρχόντων κεφαλαίων τους από την αγορά spot, όπως και τη συμπερίληψη των επενδυτών σε όλες τις προσπάθειες αντλήσεως κεφαλαίου.

Όσο για τις πολιτικές αλλαγές, πρόσφατα κατατέθηκε νομοσχέδιο το οποίο προτείνει τη δημιουργία μηχανισμού βάσει του οποίου η κυβέρνηση θα μπορεί να αντιτίθεται στις αποφάσεις των ρυθμιστών της αγοράς.

Ο νυν, μεταβατικός, ΥΠΟΙΚ Zahawi παραδέχτηκε πως η θητεία του στον θώκο του Υπουργείου Οικονομικών θα είναι παροδική. Αν ο πρώην ΥΠΟΙΚ Rishi Sunak βγει νικητής στις εκλογές για την πρωθυπουργία, θα μπορούσε να δώσει στην κυβέρνηση μεγαλύτερη ευχέρεια όσον αφορά την παρέμβαση σε χρηματιστηριακά ζητήματα. Η Truss, από την πλευρά της, τόνισε πως μπορεί να διευρύνει το πεδίο δράσης της ΒοΕ.

«Ο Zahawi καταλαβαίνει πως η κυβέρνηση αυτή τη στιγμή είναι μεταβατική και δε θέλει να ταράξει τα νερά προς το παρόν», τόνισε ο Iain Anderson, ιδρυτής της Cicero/AMO.

Οι ρυθμιστές θα παρακολουθούν κι αυτοί τα τεκταινόμενα με εξαιρετικό ενδιαφέρον. Ο διοικητής της ΒοΕ, Andrew Bailey, πρόσφατα υπογράμμισε την αναγκαιότητα της ανεξαρτησίας της κεντρικής τράπεζας.

Όσο για τον Sam Woods, επικεφαλής της Prudential Regulation Authority, δέχεται πιέσεις από τον τομέα της ασφάλισης για τη χαλάρωση των μέτρων του σχεδίου Solvency II, το οποίο δημιουργήθηκε όταν η Βρετανία ήταν ακόμα μέρος της Ε.Ε.

Αυτές είναι μερικές από τις επιλογές που καλούνται να μελετήσουν οι Βρετανοί τώρα που δεν έχουν την επίβλεψη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όσο για τη «σύγκρουση» μεταξύ των πολιτικών και των ρυθμιστών των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, μεταξύ του Westminster και του City, θα πρέπει να βρουν μία «χρυσή τομή» η οποία θα προσελκύσει και πάλι τις εταιρείες στη μετά-Brexit Βρετανία.

Διαβάστε ακόμη

Ελλάδα – Ιταλία: Η δίδυμη (απογοητευτική) πορεία από την ίδρυση του ευρώ έως σήμερα

Η Αγγελική Φράγκου ταράζει τη ναυτιλιακή αγορά – Αγόρασε 36 φορτηγά πλοία

PIMCO: Η ύφεση μπορεί να είναι πλέον αναγκαία, ώστε να μειωθεί ο πληθωρισμός