Η εποχή της φθηνής χρηματοδότησης και των μηδενικών επιτοκίων φαίνεται ότι ανήκει πλέον στο παρελθόν. Κι αυτό έχει απρόβλεπτες επιπτώσεις σε διάφορες πτυχές της οικονομίας. Μία απ’ αυτές είναι και ο «γάμος» δύο επιχειρήσεων, καθώς οι τράπεζες γίνονται ολοένα και πιο απρόθυμες να χρηματοδοτήσουν μεγάλες εξαγορές και συγχωνεύσεις. 

Αυτό έχει ήδη «ρίξει» βαριά σκιά σε μια σειρά επιχειρηματικών συναλλαγών, αξίας τουλάχιστον 25 δισ. δολαρίων. «Οι τράπεζες τελούν υπό αυξημένη πίεση και η στρόφιγγα κλείνει τον δανεισμό σε περιπτώσεις υψηλής μόχλευσης» τονίζει η Alison Harding-Jones, αναλύτρια της Citigroup, μιλώντας στο Bloomberg.  

Το οικονομικό περιβάλλον, άλλωστε, χαρακτηρίζεται από μια σειρά προκλήσεων: υψηλός πληθωρισμός, αυξήσεις επιτοκίων, ρωσο-ουκρανικός πόλεμος, ανησυχία για παγκόσμια ύφεση. Γι’ αυτό ακόμη και οι μεγαλύτερες τράπεζες, όπως η JP Morgan, περιορίζουν την έκθεση σε δάνεια, τα οποία θα δυσκολευτούν να πουλήσουν σε άλλους επενδυτές.  

Εν ολίγοις, οι πιστωτές εμφανίζονται λιγότερο πρόθυμοι να εκταμιεύσουν μεγάλα δάνεια, υπό τον φόβο ότι δεν θα καταφέρουν να τα ξεφορτωθούν, σε περίπτωση που κάτι «στραβώσει» στην αποπληρωμή. «Το περιβάλλον είναι τελείως διαφορετικό σε σχέση με πέρυσι, όταν η φθηνή χρηματοδότηση και η χαμηλή μεταβλητότητα διευκόλυναν τις συναλλαγές» εξηγεί ο Guillermo Baygual από τη JP Morgan. «Δεν μπορούμε να βουτήξουμε σε μια πισίνα, χωρίς να είμαστε βέβαιοι ότι υπάρχει νερό». 

Η εποχή του φθηνού χρήματος, η οποία κρατάει από το 2008, αποτέλεσε κρίσιμο παράγοντα για την υλοποίηση μιας σειράς επιχειρηματικών «γάμων», καθώς ευνόησε τη δανειοδότηση και τη χρηματοδότηση των μεγάλων deals καθ’ όλη τη διάρκεια των προηγούμενων ετών.  

Ενώ η αξία των εξαγορών στην Ευρώπη αυτή τη στιγμή είναι αυξημένη κατά 9% σε σχέση με το 2021, αυτό οφείλεται στην εξαγορά – τέρας της ιταλικής εταιρείας υποδομών Atlantia. Σύμφωνα με στοιχεία του Bloomberg, υπάρχουν σημάδια επιβράδυνσης της αγοράς, με τις αξίας να υποχωρούν κατά 69% τον Ιούνιο. 

Δύο πιθανά deals πολλών δισ. δολαρίων -η πώληση της ισπανικής Cepsa και της βρετανικής Parkdea– φαίνεται ότι έχουν «κολλήσει» εν μέρει εξαιτίας των προβλημάτων χρηματοδότησης. Το ίδιο συμβαίνει και με τα σχέδια της Ardian να πουλήσει την ιταλική Dedalus, κάτι που αναβλήθηκε για μετά το καλοκαίρι.  

Οι κλάδοι της κατανάλωσης, του λιανεμπορίου και της βιομηχανίας εκτιμάται ότι έχουν επηρεαστεί περισσότερο από την επιδείνωση στις αγορές πίστωσης. Αλλά οι αγοραστές, οι οποίοι θέλουν πράγματι να ολοκληρώσουν ένα deal, έχουν ορισμένες εναλλακτικές λύσεις. 

Η πρώτη αφορά την πληρωμή ενός μέρους του deal σε μετοχές, κάτι που συμβαίνει στην περίπτωση της ενεργειακής GreenYellow, η οποία αναμένεται να πωληθεί στη γαλλική αλυσίδα σούπερ-μάρκετ Casino Guichard Perrachon. Το ποσό που θα αφορά την παροχή μετοχών, είναι εξαιρετικά υψηλό, όπως διευκρινίζεται στο Bloomberg.

Μία δεύτερη λύση συνίσταται σε δανειοδοτήσεις εκτός του τραπεζικού συστήματος. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα ενός γκρουπ ιδιωτικών εταιρειών χρέους, οι οποίες έχουν συγκεντρώσει 1 τρισ. δολάρια για να καλύψουν το κενό των παραδοσιακών πιστωτών. Φυσικά, με το αζημίωτο, καθώς τα προσφερόμενα επιτόκια είναι κάπως «τσιμπημένα», όπως έδειξε το πρόσφατο deal πώλησης της σουηδικής μεταφορικής Envirotainer AB. 

Διαβάστε επίσης:

«Μπουμ» από τον Ρέι Ντάλιο – Διπλασιάζει στα $10,5 δισ. το σορτάρισμα των ευρωπαϊκών μετοχών

Δικαστική μάχη για το σφυρί της βίλας Κοντομηνά στην Ύδρα

Είναι το ρούβλι ένα νέο «χωριό Ποτέμκιν»; – Τι σημαίνει η εντυπωσιακή του άνοδος μετά τη βουτιά του Μαρτίου