Περίπου το 50% των ευρωπαϊκών εταιρειών δεν κατάφεραν να ανταποκριθούν στις προσδοκίες όσον αφορά την κερδοφορία τους παρά τις ήδη περιορισμένες προσδοκίες των αναλυτών, οι οποίοι προέβλεψαν πως η ευρωπαϊκή αγορά θα συνεχίσει να αντιμετωπίζει προβλήματα λόγω των υψηλών επιτοκίων.

Με 313 εταιρείες να έχουν υποβάλει επικαιροποιημένα εταιρικά αποτελέσματα μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου, το 50,2% σημείωσε υπέρβαση των εκτιμήσεων, σύμφωνα με ανάλυση στοιχείων της FactSet.

Αυτό με τη σειρά του αποτέλεσε το μικρότερο ποσοστό από το α’ τρίμηνο του 2020, όταν η πανδημία έπληξε για πρώτη φορά τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις.

Σύμφωνα με την ανάλυση των διαφορετικών επιχειρηματικών κλάδων, οι τομείς των υλικών και της υγειονομικής περίθαλψης ήταν μεταξύ των κλάδων με τις χειρότερες επιδόσεις για το δ’ τρίμηνο του 2023.

Από την άλλη πλευρά, η τεχνολογία και οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας ήταν οι κλάδοι οι οποίοι βγήκαν κερδισμένοι σε σχέση με τις προκαταρκτικές εκτιμήσεις, σύμφωνα με τα στοιχεία της FactSet.

Σύμφωνα με συνέντευξη του στελέχους της HSBC, Έντουαρντ Στάνφορντ, στο CNBC «το επίπεδο των εταιρειών οι οποίες δεν κατάφεραν να ανταποκριθούν στις προσδοκίες των αναλυτών είναι ιδιαίτερα υψηλό και έχει σημαντικό εύρος όσον αφορά τους επιχειρηματικούς κλάδους».

Όπως ανέφερε το στέλεχος της Kepler Cheuvreux, Φιλίπε Φερέιρα, υπάρχουν δύο σημαντικοί λόγοι στους οποίους οφείλεται αυτή η κατάσταση.

«Το ασθενέστερο μακροοικονομικό περιβάλλον στην Ευρώπη, με σχεδόν μηδενική αύξηση του ΑΕΠ το γ’ και δ’ τρίμηνο και η σημαντική έκθεση ορισμένων ευρωπαϊκών εταιρειών στην Κίνα, αποτελούν δύο από τους κυριότερους λόγους της περιορισμένης δραστηριότητας αυτής», δήλωσε. Σημειωτέον πως η Κίνα αντιμετωπίζει ένα σημαντικό κύμα αποπληθωρισμού και υποτονική καταναλωτική ζήτηση.

Τα στοιχεία της ευρωπαϊκής στατιστικής υπηρεσίας έδειξαν ότι η ευρωπαϊκή οικονομία συρρικνώθηκε κατά 0,1% το γ’ τρίμηνο του 2023. Το δ’ τρίμηνο, το ΑΕΠ της περιοχής αυξήθηκε κατά 0,1%, αποφεύγοντας κατ΄αυτόν τον τρόπο την τεχνική ύφεση – η οποία προσδιορίζεται ως δύο διαδοχικά τρίμηνα οικονομικής συρρίκνωσης.

Σύμφωνα με το στέλεχος της Goldman Sachs, Σάρον Μπελ, υπάρχει μια νέα τάση την οποία επιδεικνύουν οι ευρωπαϊκές εταιρείες πρόσφατα.

«Αυτό που παρατηρήσαμε είναι ότι πολλές εταιρείες ανακοινώνουν επαναγορές μετοχών. Πρόκειται για κάτι το ασυνήθιστο. Δεν το έχω ξαναδεί εδώ και 20, 30 χρόνια. Οι ευρωπαϊκές εταιρείες συνήθως προσφέρουν μέρισμα και δεν προχωρούν σε επαναγορές».

Οι Shell, Deutsche Bank, Novo Nordisk, UBS και UniCredit ήταν μεταξύ των ευρωπαϊκών εταιρειών που ανακοίνωσαν σχέδια για επαναγορά μετοχών το 2024.

Σύμφωνα με την Μπελ, «η τάση αυτή οφείλεται στο γεγονός ότι, τα τελευταία χρόνια τα κέρδη των εταιρειών ήταν αρκετά καλά και οι εταιρείες έχουν καλούς ισολογισμούς. Παράλληλα, δεν υπάρχει σωρεία επενδυτών οι οποίοι συρρέουν στις ευρωπαϊκές μετοχές.

Πάραυτα, οι στρατηγικοί αναλυτές παραμένουν απαισιόδοξοι όσον αφορά οποιαδήποτε πιθανή βελτίωση των συνθηκών κατά τη διάρκεια της επόμενης περιόδου υποβολής εταιρικών αποτελεσμάτων.

«Πιστεύουμε ότι τα ευρωπαϊκά εταιρικά κέρδη ενδέχεται να συνεχίσουν να δέχονται πιέσεις για τους ίδιους ακριβώς λόγους, δηλαδή λόγω της επιβράδυνσης της ανάπτυξης, της έλλειψης στήριξης της νομισματικής πολιτικής και της αδύναμης εγχώριας καταναλωτικής ζήτησης», δήλωσε ο Φερέιρα.

«Αναμένουμε ωστόσο μια σημαντική απόκλιση μεταξύ των εταιρειών που είναι εκτεθειμένες στους Αμερικανούς καταναλωτές ή στις ταχέως αναπτυσσόμενες αναδυόμενες αγορές και εκείνων των οποίων τα έσοδα είναι λιγότερο διαφοροποιημένα γεωγραφικά», συμπλήρωσε.

Διαβάστε ακόμη

Βιργινία Βεντουράκη: Απειλείται ξανά με σφυρί η μεζονέτα στη Φιλοθέη (pic)

Τράπεζα Πειραιώς: Τη διάθεση του 27% αποφάσισε το ΤΧΣ – Πάνω από €4 δισ. οι προσφορές 

Κομισιόν: Πρόστιμο-μαμούθ ύψους 1,8 δισ. στην Apple

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ