Εν μέσω της τεράστιας αβεβαιότητας που υπάρχει στην παγκόσμια οικονομία, ένα πράγμα είναι βέβαιο: Οι κεντρικές τράπεζες είναι διατεθειμένες να δημιουργήσουν στασιμότητα και ανεργία, ακόμα και ύφεση, προκειμένου να σταματήσουν τον πληθωρισμό, ο οποίος τους έχει πλέον «ξεφύγει».

Η δε ομοσπονδιακή τράπεζα των ΗΠΑ (FED) έδειξε ότι δεν θα διστάσει να προκαλέσει νομισματικό σοκ, με μεγάλες αυξήσεις επιτοκίων. Την περασμένη εβδομάδα προχώρησε στη μεγαλύτερη εφάπαξ αύξηση επιτοκίου από το 1994, κατά 0,75 της μονάδας, φέρνοντάς το στη ζώνη του 1,5-1,75%. Η εκτίμηση, μάλιστα, είναι ότι μέχρι το τέλος του 2022 το επιτόκιο θα βρίσκεται στο 3,5% και ήδη άρχισαν οι δηλώσεις παραγόντων της FED που τάσσονται υπέρ μιας εξίσου μεγάλης αύξησης 0,75 τον Ιούλιο.

Οι εκτιμήσεις της FED για την οικονομική δραστηριότητα έχουν αναθεωρηθεί προς τα κάτω, με την πρόβλεψη για την άνοδο του ΑΕΠ το 2022 να πέφτει στο 1,7% (από 2,8% που ήταν προηγουμένως), αλλά οι αγορές φοβούνται ότι με τόσο μεγάλη αύξηση στο κόστος του χρήματος (επιτόκια) το πιθανότερο είναι ότι η οικονομία θα πέσει σε ύφεση.

Ο φόβος της ύφεσης είναι που προκάλεσε το μαζικό ξεπούλημα μετοχών και ομολόγων την περασμένη εβδομάδα.

Άλλωστε η FED πλέον δεν το κρύβει και ενώ μέχρι τώρα στις ανακοινώσεις της περιελάμβανε και την εκτίμηση ότι δεν θα θιγεί η αγορά εργασίας, την περασμένη Τετάρτη η σχετική επισήμανση παραλείφθηκε, ενώ και ο πρόεδρός της, ο Τζερόμ Πάουελ, υπογράμμισε ότι η «ομαλή προσγείωση» της οικονομίας δεν είναι βέβαιο ότι θα επιτευχθεί.

Πίσω από τις προσεκτικές διαπιστώσεις των κεντρικών τραπεζών, κρύβεται η ουσία, την οποία η αγορά έχει καταλάβει και γι αυτό ξεπουλάει: Ο πληθωρισμός έχει φτάσει στο 8,6% στις ΗΠΑ και στο 8,1% στην ευρωζώνη και δεν πρόκειται να επανέλθει εύκολα κοντά στο στόχο του 2% που έχουν οι κεντρικές τράπεζες. Ο δρόμος που επιλέγουν λοιπόν είναι να σκοτώσουν την οικονομική ανάπτυξη -προκαλώντας ανεργία, στασιμότητα και πιθανότατα ύφεση- για να περιορίσουν τη ζήτηση αγαθών και υπηρεσιών, η οποία υπερβαίνει την προσφορά με αποτέλεσμα οι τιμές να ανεβαίνουν.

Η υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Τζάνετ Γιέλεν δήλωσε προ ολίγου ότι η ύφεση δεν είναι αναπόφευκτη αν και παραδέχθηκε ότι η οικονομία επιβραδύνει, ενώ είπε ότι είναι υπο μελέτη το πάγωμα στους φόρους των καυσίμων.

Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι ένα από τα σημεία της κριτικής που γίνεται στην FED είναι ότι απέφυγε να παρέμβει με αυξήσεις των επιτοκίων όταν εμφανίστηκε ο πληθωρισμός για να μην επιβαρύνει το πρόγραμμα στήριξης της οικονομίας που είχε εξαγγείλει ο πρόεδρος των ΗΠΑ.

Μια από τις βασικές αιτίες που τροφοδοτεί τον πληθωρισμό είναι οι τιμές της ενέργειας, οι οποίες ανέβαιναν ήδη πριν την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και απογειώθηκαν λόγω του πολέμου.

Οι κεντρικές τράπεζες αναγκάζονται να «πατήσουν απότομα το φρένο» στην κυκλοφορία του χρήματος και στην οικονομική δραστηριότητα, γιατί άργησαν να παρέμβουν καθώς αιφνιδιάστηκαν. Μέχρι τα τέλη του 2021 θεωρούσαν τον πληθωρισμό ένα φαινόμενο παροδικό, που οφειλόταν στην απότομη αύξηση της παγκόσμιας ζήτησης μετά την καραντίνα, τη στιγμή που η προσφορά δεν είχε επανέλθει. Έτσι, τόσο η FED όσο και η ΕΚΤ απέφυγαν να παρέμβουν αυξάνοντας τα επιτόκια καθώς υπολόγιζαν σε εξομάλυνση εντός του 2022.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία, όμως, χειροτέρεψε την κατάσταση, καθώς οι τιμές της ενέργειας αλλά και των τροφίμων που ήδη ανέβαιναν και πριν τον πόλεμο, απογειώθηκαν.

Το πρόβλημα είναι μεγαλύτερο για την ευρωζώνη, γεγονός που φάνηκε την περασμένη εβδομάδα, όταν οι επενδυτές ξεπούλησαν τα ομόλογα της Ιταλίας και της Ελλάδα, υπό τον φόβο ότι η ΕΚΤ θα αναγκαστεί και εκείνη να ανεβάσει τα επιτόκιά της γρήγορα, αλλά οι χώρες με το μεγαλύτερο χρέος και την πιο αδύναμη οικονομία δεν θα αντέξουν.

Χρειάστηκε έκτακτη συνεδρίαση της ΕΚΤ, η οποία ανακοίνωσε ότι θα δημιουργήσει νέο πρόγραμμα στήριξης για τις ευάλωτες χώρες της ευρωζώνης, το οποίο δεν προσδιόρισε επακριβώς, αλλά είναι βέβαιο ότι υπό κάποιες συνθήκες και προϋποθέσεις θα στηρίζει τα ελληνικά και ιταλικά ομόλογα.

Οι κινήσεις της FED ενίσχυσαν το δολάριο, με αποτέλεσμα η ισοτιμία με το ευρώ να φτάσει πολύ κοντά στο 1 προς 1, επίπεδο που είχε διασχίσει τελευταία φορά πριν 21 χρόνια.

Η υποτίμηση του ευρώ έναντι του δολαρίου αυξάνει τις πληθωριστικές πιέσεις στην Ευρώπη, η οποία αναγκάζεται να πληρώνει ακριβότερα τις εισαγωγές ενέργειας και άλλων αγαθών που τιμολογούνται σε δολάρια.

Κάποιοι αναλυτές βλέπουν στην εξέλιξη αυτή και γεωπολιτική διάσταση, καθώς εν μέσω της γενικευμένης κρίσης, η ενίσχυση του δολαρίου αποσταθεροποιεί την ευρωζώνη και τις αναδυόμενες οικονομίες, οι οποίες αποτελούν τους μεγάλους πελάτες της Ρωσίας και της Κίνας.

Η Ευρώπη, μάλιστα, βρίσκεται ανάμεσα σε δύο πυρά:

Από τη μια, το υψηλό κόστος ενέργειας ανεβάζει τον πληθωρισμό, τη στιγμή που οι τιμές φυσικού αερίου κάνουν νέο ράλι λόγω της μείωσης των εισαγωγών από τη Ρωσία.

Από την άλλη οι αυξήσεις των επιτοκίων στις ΗΠΑ οδηγούν χαμηλότερα το ευρώ έναντι του δολαρίου εντείνοντας τις πιέσεις στην ΕΚΤ να ανεβάσει και εκείνη το δικό της επιτόκιο.

Και στην Ευρωζώνη οι εκτιμήσεις για την άνοδο του ΑΕΠ έχουν αναθεωρηθεί προς τα κάτω από την ΕΚΤ, στο 2,8% για το 2022 και στο 2,1% το 2023, κατά 0,9 μονάδες και 0,7 μονάδες χαμηλότερα, αντίστοιχα, σε σχέση με τις προβλέψεις του Μαρτίου.

Διαβάστε ακόμη:

Πιερφραντσέσκο Καρίνο: «Στρατηγική η ελληνική αγορά για την ΙΤΑ Αirways, ενισχύουμε τις πτήσεις»

«Στροφή» της Γερμανίας στον λιγνίτη για ενεργειακή θωράκιση – Τι ετοιμάζει η Ιταλία

Wendy’s: Η ιστορία πίσω από τα αμερικανικά fast food που δεν ευδοκίμησαν στην Ελλάδα (pics)