Τις επόμενες μέρες το ΔΝΤ θα αξιολογήσει το πλήγμα που έχει προκαλέσει μέχρι στιγμής στη ρωσική οικονομία ο πόλεμος στην Ουκρανία. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, αναμένεται να ανακοινώσει ήπια ύφεση για πέρυσι, μικρή συρρίκνωση φέτος και ανάπτυξη το 2024.

Όπως αναφέρει ο Guardian, αυτό μοιάζει να έρχεται σε αντίθεση με την προειδοποίηση που υπήρξε λίγο αφότου ξεκίνησε ο πόλεμος, ότι η Ρωσία θα αντιμετώπιζε συρρίκνωση έως και 15%, καθώς και με την πρόβλεψη του Όλεγκ Ντεριπάσκα τον προηγούμενο μήνα ότι μέχρι το 2024 οι διεθνείς κυρώσεις θα έχουν εξαντλήσει τα οικονομικά του Κρεμλίνου.

Ωστόσο, ειδικοί αναλυτές επικρίνουν τη στάση του ΔΝΤ, που επιμένει να εστιάζει σε παραδοσιακά οικονομικά μεγέθη όπως το ΑΕΠ, θεωρώντας ότι είναι λανθασμένη, δεδομένου ότι διεξάγεται πόλεμος, που σημαίνει ότι το νούμερο που προκύπτει διογκώνεται από την εκτίναξη των στρατιωτικών δαπανών.

Σύμφωνα με ανάλυση που διεξήγαγε το δίκτυο ακαδημαϊκών του Κέντρου Πολιτικών Ερευνών (CEPR), όταν αυτό αφαιρεθεί, η ύφεση του 2022 είναι διπλάσια από ό,τι δείχνουν τα επίσημα στοιχεία.

Τα επίσημα στοιχεία

Το 2022 το ΑΕΠ της Ρωσίας μειώθηκε, αλλά όχι όσο πολλοί θα περίμεναν. Τον Φεβρουάριο το ΔΝΤ ανακοίνωσε ότι για το 2022 αναμένει ήπια πτώση του ΑΕΠ κατά 2%, στη συνέχεια αύξηση 0,3% το 2023 και ανάκαμψη σχεδόν 2% το 2024, στέλνοντας το μήνυμα ότι η οικονομία στη χώρα των 145 εκατ. ανθρώπων είναι εύρωστη και μπορεί να αντέξει το κόστος που της προκαλεί ο πόλεμος.

Ωστόσο, σε αυτήν την εκτίμηση περιλαμβάνονται οι στρατιωτικές δαπάνες, που έχουν εκτοξευτεί από τότε που ξεκίνησε ο πόλεμος και κυρίως μετά την επιστράτευση 120.000 πολιτών το 2022.

Όπως αναφέρει ο Guardian, ο Mikhail Mamonov, οικονομολόγος και μέλος του CEPR, τονίζει ότι η χρήση του ΑΕΠ ως οδηγού για οποιαδήποτε χώρα που εμπλέκεται άμεσα σε πόλεμο, και κυρίως για τη Ρωσία, είναι λανθασμένη, καθώς τα επίσημα στοιχεία είναι πιθανό να έχουν παραποιηθεί.

Επίσης, σύμφωνα με τον ίδιο οι δαπάνες στα καταστήματα έχουν μειωθεί κατά 10%, γεγονός που δείχνει ότι η πραγματική οικονομία έχει υποστεί σημαντική συρρίκνωση.

Τι συμβαίνει στους άλλους κλάδους της οικονομίας

Μελέτη του CEPR από τους οικονομολόγους Adrian Schmith της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και Hanna Sakhno του Πανεπιστημίου Γκρόνινγκεν, προχώρησε πέρα από τις καταναλωτικές δαπάνες και μέτρησε τη δραστηριότητα του ιδιωτικού τομέα, με βάση 15 ξεχωριστές πηγές (αναζητήσεις στο Google, αγορές αεροπορικών εισιτηρίων, τιμές κατοικιών κ.ά.).

Όπως διαπιστώθηκε, αν εστιάσει κανείς στη μη στρατιωτική δραστηριότητα φαίνεται ότι η ύφεση στη ρωσική οικονομία πέρυσι ήταν ευρύτερη και βαθύτερη από ό,τι δείχνουν τα επίσημα στοιχεία. Η ιδιωτική κατανάλωση μειώθηκε κατά 4% και όχι κατά 1,8% όπως αναφέρουν τα επίσημα νούμερα -αν και διευκρνίζεται ότι η οριστική αξιολόγηση χωρίς να ληφθούν υπόψη όλες οι πτυχές των στρατιωτικών δαπανών, ήταν αδύνατη.

Ακόμη και τα επίσημα μέτρα δίνουν ενδείξεις για τη ζημία στη μη στρατιωτική οικονομία. Οι συνολικές εισαγωγές αγαθών της Ρωσίας τον Δεκέμβριο 2022 μειώθηκαν κατά περίπου 20% σε ετήσια βάση, ενώ οι εισαγωγές τεχνολογίας κατρακύλησαν κατά 30%.

Το 2022 η παραγωγή αυτοκινήτων μειώθηκε κατά 67%, στα μηχανήματα εκσκαφών κατά 53% και στους τηλεοπτικούς δέκτες κατά 36%, ενώ είναι πιθανό να συνεχιστεί η μείωση της παραγωγής και οι κυρώσεις σε σημαντικά εξαρτήματα παραμένουν σε ισχύ.

Βουτιά στις λιανικές πωλήσεις

Σύμφωνα με την ανάλυση του Guardian, η βουτιά στις λιανικές πωλήσεις δείχνει ξεκάθαρα τον αντίκτυπο που έχιε ο πόλεμος στην ψυχολογία του μέσου αγοραστή, καθώς η μείωση ξεκίνησε πέρυσι τον Μάρτιο και αναμένεται να συνεχιστεί και φέτος.

Μάλιστα, οι οικογένειες που φοβούνται την οικονομική κατάρρευση έχουν βάλει τα διαθέσιμα εισοδήματά τους σε λογαριασμούς αποταμίευσης, με αποτέλεσμα η Ρωσία να έχει πλέον ένα από τα υψηλότερα ποσοστά αποταμίευσης καταθέσεων στον ανεπτυγμένο κόσμο, που αγγίζει το 32%. Αντίθετα, το ποσοστό αποταμίευσης στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι 9%.

Ο αντίκτυπος από το επιπλέον κόστος του πολέμου

«Δεν ξέρουμε πόσα χρήματα έχουν απομείνει στη Μόσχα, αλλά είναι λογικό να πιστεύουμε ότι δεν είναι πολλά», είπε ο Oleg Itskhoki, μετανάστης από τη Ρωσία και ειδικός σε θέματα κυρώσεων στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια. Πρόσθεσε δε ότι τα χρήματα για την πρόσληψη στρατιωτών και το επιπλέον στρατιωτικό υλικό που απαιτείται για τα κατεστραμμένα άρματα μάχης και τους πυραύλους, θα έχουν ωθήσει τις αμυντικές δαπάνες από το 4,1% του ΑΕΠ το 2021, προς το 7% πέρυσι.

Ακόμη, οι πληρωμές κοινωνικής πρόνοιας σε οικογένειες που έχασαν δικούς τους ανθρώπους στον πόλεμο ανεβάζουν τον λογαριασμό, ενώ οι οριζόντιες πληρωμές επιδομάτων για όσους έχουν παιδιά έχουν αδειάσει περαιτέρω το ρωσικό δημόσιο ταμείο. Ο αντίκτυπος στις κυβερνητικές δαπάνες συνολικά είναι τεράστιος, καθώς τον Ιανουάριο σύμφωνα με την κρατική στατιστική υπηρεσία αυτές αυξήθηκαν κατά 59%, ποσοστό που δεν αποκλείεται στην πραγματικότητα να είναι μεγαλύτερο.

Άρα τελειώνουν τα χρήματα;

Όπως αναφέρει ο Guardian, όχι μόνο αυξάνονται οι δαπάνες, αλλά παράλληλα μειώνονται τα κρατικά έσοδα. Οι Ρώσοι εργαζόμενοι έχουν χαμηλό μέσο εισόδημα, πληρώνουν πολύ λίγους φόρους και είναι λίγοι σε σχέση με τον πληθυσμό των συνταξιούχων. Αυτή η δυναμική αντικατοπτρίζεται στα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας για το κατά κεφαλήν εισόδημα μόλις 12.200 δολ. το 2021, σε σύγκριση με 46.510 δολ. στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Ο συντελεστής φορολογίας εισοδήματος για τους Ρώσους εργαζόμενους είναι σταθερός στο 13%, με μια αλλαγή το 2021 για συντελεστή 15% σε όσους κερδίζουν πάνω από 5 εκατ. ρούβλια ετησίως. Αυτό απέφερε επιπλέον 83 δισ. ρούβλια κατά το πρώτο έτος, όμως τα έσοδα αυτά αποτελούν μόνο ένα μικρό κλάσμα όσων κερδίζονται από τις πωλήσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου, που αποτελούν τα περισσότερα έσοδα για τη Ρωσία.

Ο συνδυασμός υψηλών δαπανών και μείωσης των εσόδων σημαίνει ότι το έλλειμμα στις δημόσιες δαπάνες της Ρωσίας έφτασε τα 25 δισ. δολάρια τον Ιανουάριο, σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομικών. Συνεπώς, το ετήσιο έλλειμμα είναι πιθανό να εκτοξευθεί από το 2,5% που βρίσκεται σήμερα, ενώ το πλεόνασμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών ύψους 250 δισ. δολαρίων στο τέλος του 2022 κινδυνεύει μέχρι το τέλος του 2023 να έχει εξανεμιστεί.

Τι κάνει ο Πούτιν για να ενισχύσει το πολεμικό ταμείο του;

Ο Βλαντίμιρ Πούτιν αντέδρασε λέγοντας στις πετρελαϊκές της Ρωσίας ότι θα τις φορολογήσει σαν να πωλούσαν το πετρέλαιό τους στην υψηλή τιμή που πληρώνουν για το brent, και όχι στη φθηνότερη τιμή που πληρώνουν για το αργό τύπου Urals.

Μελέτη οικονομολόγων έδειξε ότι η τιμή πώλησης ανά βαρέλι που πέτυχαν ορισμένες ρωσικές πετρελαϊκές ήταν καλύτερη από την τιμή αναφοράς του Urals, αλλά όχι κατά πολύ. «Το εμπάργκο της ΕΕ στα πετρελαιοειδή, που τέθηκε σε ισχύ στις 5 Φεβρουαρίου 2023, θα αποδειχθεί ένα ισχυρό πρόσθετο εργαλείο για τον περαιτέρω περιορισμό των ρωσικών εξαγωγών και των δημοσιονομικών εσόδων», αναφέρεται στη μελέτη.

Οι πωλήσεις φυσικού αερίου εμποδίζονται από την έλλειψη αγωγών που κατευθύνονται ανατολικά και νότια, αναγκάζοντας τη βιομηχανία να κρατήσει μεγάλο μέρος του στο έδαφος. Οι εταιρείες εξόρυξης και οι εταιρείες λιπασμάτων που έβγαλαν απρόσμενα κέρδη από την εκτίναξη των τιμών των πρώτων υλών παγκοσμίως τα τελευταία δύο χρόνια, έχουν καταβάλει εφάπαξ φορολογικές προσαυξήσεις.

Άλλα μέτρα που εξετάζονται περιλαμβάνουν την περαιτέρω αύξηση του φόρου εισοδήματος και τη φορολόγηση των αποταμιεύσεων. Σε ό,τι αφορά τη διεθνή διακίνηση χρημάτων, η Αρμενία και η Τουρκία αναφέρονται συχνά ως δίαυλοι για τα ρωσικά κεφάλαια που παρακάμπτουν τον αποκλεισμό του συστήματος πληρωμών Swift, αλλά η ΕΕ και οι ΗΠΑ επιδιώκουν να κλείσουν και αυτήν τη δίοδο.

Τι συμβαίνει με τον δανεισμό

Σύμφωνα με το το Bloomberg, ο Βλαντίμιρ Πούτιν ήθελε η Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας να μειώσει τα επιτόκια τον Φεβρουάριο, προκειμένου να διευκολύνει τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις και να αναζωογονήσει την προβληματική οικονομία, κάτι που όμως δεν έγινε. Η διοικητής της τράπεζας, Elvira Nabiullina, δήλωσε ότι η μείωση του κόστους δανεισμού θα προκαλούσε αύξηση του πληθωρισμού, που ήδη βρίσκεται κοντά στο 12%. Στην τελευταία συνεδρίαση της Κεντρικής Τράπεζας τον προηγούμενο μήνα, το βασικό επιτόκιο διατηρήθηκε στο 7,5%.

Ο υψηλός πληθωρισμός και τα υψηλά επιτόκια είναι πιθανό να διατηρηθούν, καθώς ο πόλεμος απορροφά όλο και μεγαλύτερο μέρος από το ανθρώπινο δυναμικό και τους πόρους της Ρωσίας, στερώντας από άλλους κλάδους της οικονομίας τη δυνατότητα ανάπτυξης.

Παράλληλα, υποχώρησε το ρούβλι, το οποίο πέρυσι εκτινάχθηκε μετά τα υπέρογκα έσοδα από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, αυξάνοντας το κόστος των εισαγωγών. Την προηγούμενη εβδομάδα το νόμισμα έπεσε σε χαμηλό έτους και τη Δευτέρα η πτώση συνεχίστηκε.

Αναλυτές όπως οι Mamonov και Itskhoki υποδεικνύουν ότι η πτώση των εσόδων από το πετρέλαιο, η διολίσθηση του νομίσματος, οι περιορισμοί στον δανεισμό από ξένες τράπεζες και το φοβισμένο κοινο στη Ρωσία προκαλεί φέτος ένα οικονομικό έλλειμμα που θα είναι δύσκολο να αναπληρωθεί.

Και αυτό δεν μπορεί παρά να υποστηρίζει την πρόβλεψη του Όλεγκ Ντεριπάσκα ότι μέχρι το 2024 τα κεφάλαια από τη ρωσική οικονομία που απαιτεί ο πόλεμος, θα έχουν ήδη δαπανηθεί.

Διαβάστε ακόμη

Γεωπολιτική σύγκρουση με φόντο το πετρέλαιο: Γιατί η διαμάχη ΗΠΑ – Σ. Αραβίας είναι ευκαιρία για τη Ρωσία (πίνακες)

Οδηγός Ε3: Τα SOS της φορολογικής δήλωσης για ελεύθερους επαγγελματίες

Σουδάν: Συμφωνία για 24ωρη κατάπαυση του πυρός έπειτα από πιέσεις των ΗΠΑ