Η αποχώρηση τα  τελευταία χρόνια μεγάλων διεθνών τραπεζών από τη χρηματοδότηση της παγκόσμιας ναυτιλιακής βιομηχανίας έχει δημιουργήσει προβλήματα στις μεσαίες και μικρές εταιρείες, οι οποίες αποτελούν το στήριγμα της ελληνόκτητης ναυτιλίας. Τα μεγάλα ναυτιλιακά σχήματα δεν αντιμετωπίζουν τέτοια προβλήματα όμως είναι πολύ λιγότερα σε σύγκριση με τους μικρομεσαίους.  Με λίγα λόγια, οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι και στη ναυτιλία.

Τράπεζες όπως η  RBS, LlOYDS BANK, NOVASCOTIA, BREMENLANDENSBANK, CALYON και CIT, «δεν μένουν πια εδώ».

Από τις βασικές αιτίες είναι ότι η  ναυτιλία ήταν ένας άκρως ζημιογόνος τομέας για τις περισσότερες τράπεζες αφού οι κύκλοι που κάνει πλέον, τα πάνω και τα κάτω της ναυλαγοράς είναι πιο συχνά από ότι παλαιότερα άρα πιο δύσκολα να τα διαχειριστεί κανείς ενώ σημειώνονται και  μεγάλες αυξομειώσεις στις αξίες των πλοίων.

Η οικονομική ασφυξία έχει  ως αποτέλεσμα να μειωθεί ο αριθμός των ναυτιλιακών εταιρειών με έδρα την Ελλάδα το 2018 έτος για το οποίο υπάρχουν ολοκληρωμένα στοιχεία.

Πιο συγκεκριμένα,  από 597 επιχειρήσεις το 2017, περιορίστηκαν στις 588. Οι ειδήμονες επισημαίνουν ότι ο αριθμός τους είναι μεγαλύτερος  αλλά αμβλύνεται η εικόνα γιατί υπολογίζονται  και κάποιες νεοϊδρυθείσες εταιρείες οι  οποίες όμως δεν έχουν κάνει ακόμη «χιλιόμετρα».

Το  2017 είχαν βάλει λουκέτο  52 συνολικά ναυτιλιακές εταιρείες.

Από το 1998 που υπήρχαν 926 εταιρείες φθάσαμε το 2018 με 588, κατά 338 λιγότερες, ποσοστό μείωσης 36,5%.

Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη έρευνα της Petrofin  για τις εταιρείες που αφορά το 2018,   οι μεγάλες ναυτιλιακές, με στόλο  με περισσότερα από 25 πλοία, μειώθηκαν σε αριθμό αλλά αυξήθηκε  η συνολική  χωρητικότητά τους. Ειδικότερα  έχουν μειωθεί   από 31  σε 23  ενώ συνολικά παρατηρείται και μια μικρή αύξηση του μέσου όρου ηλικίας.

Οι δε μικρές εταιρείες  με στόλο από ένα έως δύο πλοία, μειώθηκαν από  265 το 2016 και 233 το 2017  στις 218 πέρυσι το 2018.
Ελλείψει χρηματοδότησης οι ελληνικών συμφερόντων εταιρείες δεν βάζουν παραγγελίες στα ναυπηγεία και επιλέγουν να κρατούν τα παλιότερα σε ηλικία πλοία τους.

Πιο συγκεκριμένα  οι εταιρείες που διαχειρίζονται καινούργιους στόλους ηλικίας 0-9 ετών μειώθηκαν κατά 12 το 2018 και αριθμούν 172 από 184 το 2017 και 187 το 2016 λόγω της μείωσης των νεότευκτων οδηγώντας σε αύξηση του μέσου όρου ηλικίας του στόλου.

Επίσης, στις μεγάλες  εταιρείες με στόλο με περισσότερα από 25 πλοία  αυξήθηκε κατά 80,72% η χωρητικότητας τους σε τόνους dw  στην κατηγορία  πλοία ηλικίας 10-14 έτη. Είναι αξιοσημείωτο ότι οι ελληνικών συμφερόντων ναυτιλιακές εταιρείες αύξησαν κατά 57,3% τη χωρητικότητάς τους στην κατηγορία  «πλοία ηλικίας 10-14 έτη». Αύξηση χωρητικότητας  σε ποσοστό 13,85% σημειώθηκε και στην κατηγορία πλοία 15-19 έτη  των ελληνόκτητων ναυτιλιακών εταιρειών.

Οι μεγάλες ναυτιλιακές εταιρείες  με  νεότερους στόλους μειώθηκαν το 2018 κατά 8 τον αριθμό, ενώ οι εταιρείες που διαχειρίζονται στόλους με πλοία ηλικίας 10-14 ετών αυξήθηκαν κατά έξι. Πάντως οι υπερήλικοι στόλοι άνω των 20 ετών μειώθηκαν στους 198 έναντι 200 το 2017 και 235 το 2016. Ο μέσος όρος ηλικίας του ελληνόκτητου στόλου αυξήθηκε από τα 11,8 έτη στα 12,08.