Στην κούρσα για την επίτευξη των πράσινων στόχων στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, η Ελλάδα προχωράει δυναμικά, με τη συμβολή των ανανεώσιμων πηγών να αυξάνεται σταθερά. Στην κούρσα για την επίτευξη των πράσινων στόχων για την αντικατάσταση του ορυκτού φυσικού αερίου, η Ελλάδα δεν έχει καν ξεκινήσει.

Μένει, έτσι, ανεκμετάλλευτη μία ευκαιρία που όχι μόνο θα «πρασίνιζε» το δίκτυο που τροφοδοτεί εκατομμύρια νοικοκυριά, αλλά θα μπορούσε να συμβάλλει στη μερική απεξάρτηση της χώρας από τρίτους προμηθευτές και να μειώσει το τελικό κόστος για τους καταναλωτές.

Η ευκαιρία αυτή κρύβεται στα οργανικά απόβλητα, που παράγονται κυρίως από αγροτικές και κτηνοτροφικές μονάδες. Αυτά αποτελούν την πρώτη ύλη για την παραγωγή βιοαερίου, που στη συνέχεια μπορεί να μετατραπεί σε βιομεθάνιο, το «ανανεώσιμο φυσικό αέριο» όπως είναι γνωστό. Το βιομεθάνιο μπορεί να αντικαταστήσει το φυσικό αέριο στα δίκτυα αγωγών που υπάρχουν σήμερα στην Ελλάδα.

Το σχέδιο REPowerEU Plan προβλέπει ότι η παραγωγή βιομεθανίου στην ΕΕ πρέπει να φθάσει τα 35 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα (bcm) ετησίως έως το 2030 και οι εκτιμώμενες επενδυτικές ανάγκες ανέρχονται σε 37 δισεκατομμύρια ευρώ

Όμως, προς το παρόν η παραγωγή βιομεθανίου είναι μηδενική. Στην Ελλάδα λειτουργούν σήμερα 75 μονάδες παραγωγής βιοαερίου, το οποίο αξιοποιείται στο σύνολό του για ηλεκτροπαραγωγή.

«Η Ελλάδα, όπως και η ολόκληρη η Ευρώπη, έχει λύσεις παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος από ανανεώσιμες πηγές» εξηγεί ο Αλέξανδρος Υφαντής, πρόεδρος του Ελληνικού Συνδέσμου Παραγωγών Βιοαερίου-HABIO. «Όμως, για το φυσικό αέριο δεν υπάρχουν τέτοιες λύσεις, παρότι το φυσικό αέριο είναι απαραίτητο για πολλές μεγάλες βιομηχανίες αλλά και για εκατομμύρια νοικοκυριά. Το 50% των ενεργειακών αναγκών της Ευρώπης αφορά σε φυσικό αέριο.

Επίσης, η υποδομή των δικτύων φυσικού αερίου έχει κοστίσει τρισεκατομμύρια ευρώ. Το βιομεθάνιο είναι η μόνη εναλλακτική για να “πρασινίσει” το δίκτυο του φυσικού αερίου. Το υδρογόνο δεν είναι συμβατό με το σημερινό δίκτυο των αγωγών και μπορεί να εισαχθεί μόνο σε μικρές ποσότητες, ενώ για την χρήση υδρογόνου θα πρέπει να αντικαστασταθούν και οι συσκευές που υπάρχουν στα σπίτια των καταναλωτών.»

Το Μνημόνιο, που υπεγράφη από τον Α. Υφαντή, πρόεδρο του HABIO και την B. Morgante, διευθύνουσα σύμβουλο της Enaon, προβλέπει την ανάπτυξη προτάσεων που αφορούν στο ρυθμιστικό πλαίσιο και τον καθορισμό των όρων και προϋποθέσεων για τη σύνδεση των μονάδων με τα δίκτυα

Κάλυψη έως και 30% των σημερινών αναγκών φυσικού αερίου

Σύμφωνα με τις πρώτες επίσημες εκτιμήσεις, η πρώτη ύλη για την παραγωγή βιοαερίου στην Ελλάδα είναι αρκετή για να καλύψει πάνω από 30% των αναγκών του δικτύου φυσικού αερίου (πλην της ηλεκτροπαραγωγής), ποσοστό που -υπό συνθήκες- θα μπορούσε να φτάσει και στο 100%.

Η παραγωγή βιομεθανίου έχει προχωρήσει στην Ευρώπη και σε κάποιες χώρες συμπληρώνει ήδη τις ποσότητες φυσικού αερίου που παρέχονται σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Σύμφωνα με τις μελέτες, το βιομεθάνιο θα μπορούσε να καλύπτει το 70% των αναγκών της Ευρώπης για φυσικό αέριο (εκτός ηλεκτροπαραγωγής) το 2050.

Μία από τις χώρες που χρησιμοποιεί βιομεθάνιο στο δίκτυο φυσικού αερίου είναι η Ιταλία. Πρόσφατα η Enaon, αξιοποιώντας την εμπειρία της Italgas, υπέγραψε Μνημόνιο Συνεργασίας με τον Ελληνικό Σύνδεσμο Παραγωγών Βιοαερίου-HABIO με στόχο την έναρξη παραγωγής βιομεθανίου και την εισαγωγή του στο ελληνικό δίκτυο φυσικού αερίου. Ο στόχος που έχει τεθεί στο ΕΣΕΚ προβλέπει η παραγωγή βιομεθανίου στην Ελλάδα να φτάσει στις 2,1 TWh έως το 2030.

«Είναι δύσκολο να επιτευχθεί αυτός ο στόχος» παραδέχεται ο Α. Υφαντής. «Σήμερα, αν όλο το βιοαέριο που παράγουμε (και σήμερα χρησιμοποιείται για ηλεκτροπαραγωγή) το μετατρέπαμε σε βιομεθάνιο, θα μπορούσαμε να παράξουμε 1,2 Twh βιομεθανίου. Όμως η μετάβαση στην παραγωγή βιομεθανίου είναι μία περίπλοκλη διαδικασία που απαιτεί χρόνια προετοιμασίας. Εάν ολοκληρωθεί το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο, οι πρώτες μονάδες παραγωγής βιομεθανίου θα μπορούσαν να λειτουργήσουν το 2027.»

Αλέξανδρος Υφαντής, πρόεδρος του Ελληνικού Συνδέσμου Παραγωγών Βιοαερίου

Πέρα από την έλλειψη μονάδων παραγωγής βιομεθανίου, υπάρχει μεγάλη δυσκολία συγκέντρωσης της πρώτης ύλης. Στην Ελλάδα λειτουργούν πολλές, μικρές και διάσπαρτες μονάδες αγροτικής και κτηνοτροφικής παραγωγής, ενώ σημαντικός αριθμός αυτών δεν ακολουθεί τους περιβαλλοντικούς όρους και απορρίπτει τα απόβλητα σε πρόχειρες, ανοιχτές ή αυτοσχέδιες χωματερές.

Επίσης, στην Ελλάδα δεν υπάρχει η πρακτική της «δεύτερης σοδειάς» για ενεργειακούς σκοπούς, όπως συμβαίνει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Η πρακτική αυτή προβλέπει ότι οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις φυτεύονται για δεύτερη φορά μέσα στο έτος και το παραγόμενο προϊόν, που είναι κατώτερο σε διατροφική ποιότητα, χρησιμοποιείται ως οργανική πρώτη ύλη για την παραγωγή ενέργειας.

Διαβάστε ακόμη: 

Περιθώριο για αυξήσεις των μισθών έως 4,5% το 2024  

Λούσι Κραχούλκοβα (Lime) Τα πράσινα πατίνια επιστρέφουν στην Ελλάδα 

Γιατί τα family offices διαφοροποιούν τις επενδύσεις τους

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ