Την σαφή προειδοποίηση του προέδρου της ΡΑΕ Αθ. Δαγούμα για την ανάγκη δυναμικών παρεμβάσεων της Αρχής στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας αντικατοπτρίζει η δέσμη προτάσεων οι οποίες τέθηκαν από χθες (και μέχρι τις 30 Αυγούστου) σε δημόσια διαβούλευση.

«Προτάσεις ενίσχυσης της αποτελεσματικής εφαρμογής των αρχών της διαφάνειας, της ευχερούς επαληθευσιμότητας, της κατανόησης και της συγκρισιμότητας προσφορών και τιμολογίων ηλεκτρικής ενέργειας», όπως τιτλοφορούνται από την ίδια τη ΡΑΕ. Και οι οποίες μέσα στην παρούσα συγκυρία εκτόξευσης των τιμών αποκτούν ιδιαίτερη βαρύτητα.

Η διαδικασία της δημόσιας διαβούλευσης έχει ως αντικείμενο την εξέταση των αναγκαίων νομοθετικών και κανονιστικών ρυθμίσεων για την εναρμόνιση του εθνικού πλαισίου προς την Οδηγία 2019/944, σε ό,τι ειδικότερα αφορά την ενδυνάμωση των καταναλωτών ηλεκτρικής ενέργειας και την προώθηση του υγιούς ανταγωνισμού μεταξύ των προμηθευτών, εστιάζοντας σε ζητήματα επαρκούς ενημέρωσης των καταναλωτών, διασφάλισης των θεμελιωδών δικαιωμάτων τους, καθώς και ενίσχυσης της διαφάνειας και της συγκρισιμότητας των τιμολογίων προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας.

Όπως προβλέπεται από το θεσμικό της ρόλο και έχει επανειλημμένα διακηρύξει ο κ. Δαγούμας, η ΡΑΕ στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της για την παρακολούθηση και εποπτεία της αγοράς ενέργειας, τον έλεγχο σχετικά με τον τρόπο άσκησης από τους προμηθευτές των δικαιωμάτων και υποχρεώσεών τους αλλά και την προστασία των καταναλωτών, έχει ως προτεραιότητα την αποτελεσματική ρύθμιση της λιανικής αγοράς, προκειμένου η εύρυθμη λειτουργία της υπό συνθήκες υγιούς ανταγωνισμού να παράσχει στους καταναλωτές τα οφέλη που εγγυάται η απελευθερωμένη ενιαία ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας.

Παράλληλα, όπως τονίζεται, η ενδυνάμωση των καταναλωτών βρίσκεται στον πυρήνα του ενωσιακού πλαισίου ως άρρηκτα συνδεδεμένη με τη σκοπούμενη ενεργειακή μετάβαση, ενώ διασφαλίζεται, αφενός μέσω της αναγνώρισης αυτοτελών δικαιωμάτων, αφετέρου μέσω της προώθησης της αποτελεσματικής εφαρμογής θεμελιωδών αρχών, όπως είναι η διαφάνεια κι η συγκρισιμότητα προσφορών και τιμολογίων ηλεκτρικής ενέργειας, η παροχή ακριβούς και εύληπτης ενημέρωσης και η μη επιβάρυνση των καταναλωτών με χρεώσεις άνευ έλλογης ανταποδοτικής βάσης (π.χ. κόστη συνδεόμενα με την αλλαγή προμηθευτή).

Στο πλαίσιο αυτό, η ΡΑΕ καλεί τους ενδιαφερόμενους να τοποθετηθούν επί ζητημάτων που άπτονται της εφαρμογής «ρήτρας αποχώρησης» (switching fee / termination fee), της σαφούς θεμελίωσης του δικαιώματος των καταναλωτών να λαμβάνουν δωρεάν τους λογαριασμούς ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και της ενίσχυσης της διαφάνειας των τιμολογίων προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, μέσω της αναθεώρησης διατάξεων της Απόφασης ΡΑΕ 409/2020, προκειμένου για την πρόβλεψη της υποχρέωσης προσφοράς ενός τυποποιημένου κυμαινόμενου τιμολογίου, τον ρεαλιστικό προσδιορισμό των παραμέτρων των χρεώσεων, την κατάργηση της χρέωσης «παγίου» και την πλήρη, ακριβή και εύληπτη πληροφόρηση των καταναλωτών τόσο κατά το προσυμβατικό στάδιο όσο και κατά τη διάρκεια της σύμβασης.

Οι συγκεκριμένες προτάσεις της Αρχής

Συγκεκριμένα, στη δημόσια διαβούλευση τίθενται οι ακόλουθες προτάσεις της Αρχής, οι οποίες διατυπώνονται υπό τη μορφή ερωτημάτων:

Α. Δωρεάν λήψη του λογαριασμού

Το άρθρο 18 της Οδηγίας 2019/944 σαφώς προβλέπει το δικαίωμα των καταναλωτών να λαμβάνουν δωρεάν τους λογαριασμούς κατανάλωσης και χρέωσης ηλεκτρικής ενέργειας. Συγκεκριμένα, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι τελικοί πελάτες λαμβάνουν δωρεάν όλους τους λογαριασμούς τους και τις πληροφορίες τιμολόγησης, και ότι προσφέρεται στους τελικούς πελάτες η επιλογή παροχής των λογαριασμών και των πληροφοριών τιμολόγησης με ηλεκτρονικό τρόπο καθώς και ευέλικτες ρυθμίσεις για τις πληρωμές των λογαριασμών.

Ενόψει των ανωτέρω, η Αρχή θεωρεί αναγκαία τη συμπερίληψη στο πρωτογενές δίκαιο του θεμελιώδους δικαιώματος των καταναλωτών να λαμβάνουν με οποιονδήποτε τρόπο προκρίνουν τους λογαριασμούς τους.

Συνεπώς, τυχόν διαφοροποίηση σε τιμολόγιο ή σε χρέωση τιμολογίου, αναλόγως του τρόπου τιμολόγησης, θα πρέπει να αποκλείεται σε περίπτωση που απολήγει σε «κύρωση» (“malus”) σε βάρος των καταναλωτών που έχουν αιτηθεί, επί παραδείγματι, την αποστολή έγχαρτων λογαριασμών. Ομοίως, οποιαδήποτε αύξηση της Χρέωσης Προμήθειας στην περίπτωση έγχαρτης τιμολόγησης θα θεωρείται ως απαγορευτέο αρνητικό κίνητρο, που αναίτια δημιουργεί διακρίσεις σε βάρος των καταναλωτών. Αντιθέτως, σε περίπτωση που πρόκειται για τη γνήσια παροχή ενός θετικού κινήτρου (“bonus”), μία τέτοια πρακτική δεν θα θεωρείται a priori ασύμβατη.

Συναφώς, θεωρείτε ότι ένα προϊόν που συνδυάζεται με ηλεκτρονική τιμολόγηση και προσφέρει ιδιαιτέρως ανταγωνιστικούς όρους ως προς τη Χρέωση Προμήθειας συνάδει με το ενωσιακό πλαίσιο;

Υπό ποιους όρους δύναται να θεωρηθεί ότι τυχόν χορηγούμενη έκπτωση, η οποία εγγενώς επιδιώκει να αποτελέσει κίνητρο για την επιλογή της ηλεκτρονικής τιμολόγησης (“bonus”), απολήγει να λειτουργεί ως “malus” σε βάρος όσων προβούν στην αντίθετη επιλογή;

Προκειμένου για τον χαρακτηρισμό της εν λόγω «κινητροδότησης» δύναται να λαμβάνεται υπόψη το εύλογο του εύρους της διαφοροποίησης της τελικής χρέωσης;

Β. Ρήτρες πρόωρης αποχώρησης

Βάσει της κυρίαρχης τάσης σε ενωσιακό επίπεδο, η ΡΑΕ τείνει στο μη επιτρεπτό της επιβολής ρήτρας πρόωρης αποχώρησης (είτε για λόγους αλλαγής προμηθευτή είτε για λόγους τερματισμού της σύμβασης και αποσύνδεσης του μετρητή). Εξαίρεση από την ανωτέρω γενική αρχή δύναται να αποτελεί η περίπτωση της καταγγελίας από τον Πελάτη σύμβασης σταθερής τιμής. Σε κάθε δε περίπτωση, η επιβολή της σχετικής ρήτρας οφείλει να είναι πλήρως αποσυνδεδεμένη από την ενάσκηση από τον καταναλωτή του δικαιώματός του περί αλλαγής προμηθευτή.

Λαμβάνοντας υπόψη την υποχρέωση διαμόρφωσης της σχετικής ρήτρας στη βάση της άμεσης οικονομικής ζημίας του προμηθευτή και το βάρος που αυτός φέρει για την απόδειξη της αναλογικότητας της εν λόγω επιβάρυνσης, θεωρείτε ότι τα σχετικά κόστη είναι συγκρίσιμα και προκύπτουν κατόπιν υπολογισμού του «αντικειμενικού» κόστους προσέλκυσης πελάτη, κατά τις συνήθειες των οικείων συναλλαγών, σε συνάρτηση με την αρχική διάρκεια της σύμβασης και το χρονικό σημείο της καταγγελίας της από τον πελάτη; Ή, αντιθέτως, είστε της άποψης ότι τα κόστη των Προμηθευτών, που παρέχουν σταθερά τιμολόγια ορισμένου χρόνου, δύνανται να διαφέρουν ουσιωδώς;

Είναι σκόπιμη και αναγκαία η πρόβλεψη μεθοδολογίας από τη ΡΑΕ που θα τυποποιεί το ανακύπτον κόστος προμηθευτή, άρα και το ύψος της ρήτρας πρόωρης αποχώρησης, ή θεωρείται προτιμητέος η ad hoc απόδειξη του κόστους από κάθε καταναλωτή;

Λαμβάνοντας υπόψη ότι οι Προμηθευτές φέρουν το βάρος απόδειξης της διαμόρφωσης του ύψους της ρήτρας κατά τις αρχές της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας προκρίνεται ο έλεγχος από τη ΡΑΕ της διάταξης περί πρόβλεψης της ρήτρας, όπως αυτή (θα) περιέχεται στους Γενικούς Όρους του εκάστοτε τιμολογίου, ώστε να περιοριστεί ο κίνδυνος ασυμβατότητας με το πλαίσιο;

Γ. Παροχή κυμαινόμενων τιμολογίων με ευκρινές όριο προσαύξησης της Χρέωσης Προμήθειας.

Συμφωνείτε με την αναγκαιότητα και τη προσφορότητα του εν λόγω μέτρου;
Υπογραμμίζεται πως για τη συγκεκριμένη κατηγορία, ο κάθε προμηθευτής κατά τη διαμόρφωση της Ρήτρας Αναπροσαρμογής δύναται να προσδιορίσει τους δικούς τους δείκτες π.χ. τιμή Χονδρεμπορικής αγοράς στη DAM, τιμή Χονδρεμπορικής αγοράς στη DAM +Balancing, τιμή EUAs, τιμή TTF, οι οποίοι όμως να μπορούν να ενσωματωθούν στο Εργαλείο σύγκρισης Τιμών και να είναι προσβάσιμοι και υπολογίσιμοι από τους καταναλωτές. Θεωρείτε εύλογη την εν λόγω σύνδεση; Ποιους δείκτες προτείνετε να είναι επιλέξιμοι (και να ενσωματωθούν  στην απόφαση ΡΑΕ 409/2020);

Δ. Διατήρηση μόνο της Αναλογικής Χρέωσης (και των ορίων διακύμανσης επί αυτής) για λόγους διαφάνειας.

Σε συνέχεια της αλυσιτελούς εφαρμογής της σχετικής διάταξης, η Αρχή θεωρεί ότι παρέλκει η σχετική μνεία περί ισοδύναμων μέτρων, προκειμένου να ενισχυθούν η διαφάνεια, η τυποποίηση και η συγκρισιμότητα των τιμολογίων. Σε κάθε περίπτωση, ο προμηθευτής δύναται να τεκμηριώσει την τήρηση των εν λόγω αρχών, για κάθε ένα από τα προϊόντα του, φέροντας το σχετικό βάρος απόδειξης. Πώς αξιολογείτε την προαναφερθείσα πρόταση και ποιες συγκεκριμένες παρατηρήσεις έχετε να εισφέρετε για την προτεινόμενη αλλαγή;

Ε. Κατάργηση του παγίου (ή κάθε άλλης παρεμφερούς επιβάρυνσης) σε όλους τους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος.

Στα πλαίσια της απλότητας και σαφήνειας των λογαριασμών ηλεκτρικής ενέργειας που απαιτεί η Οδηγία 409/2020, η Αρχή εισηγείται την κατάργηση του παγίου σε όλους τους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος. Διευκρινίζεται ότι ως «χρέωση παγίου» νοείται κάθε χρέωση, που επιβάλλεται κατά τρόπο οριζόντιο, αφορά σε σταθερό ποσό και αποσυνδέεται από την ποσότητα της κατανάλωσης (“flat charge”).

Κατόπιν της ανωτέρω κατάργησης, οι λογαριασμοί θα αντικατοπτρίζουν ακριβέστερα το ποσό της ενέργειας που καταναλώθηκε, χωρίς παρανοήσεις και περιττές χρεώσεις. Στην περίπτωση που κρίνετε σκόπιμη τη διατήρηση της εν λόγω επιβάρυνσης, καλείστε να αιτιολογήσετε επαρκώς την αναγκαιότητά της, διακρίνοντας ανά κατηγορία πελάτη και συνυποβάλλοντας σχετική περιπτωσιολογία.

Εξαίρεση σε σχέση με τη χρέωση παγίου θα αποτελεί η περίπτωση ιδιοκτησιών που μένουν προσωρινά ή μακροπρόθεσμα αχρησιμοποίητες. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η επιβάρυνση πολιτών με πάγια τέλη δύναται να δικαιολογείται από την υποχρεωτική συνέχιση εκπροσώπησης, και άρα δέσμευσης πόρων για τη διατήρηση μίας κατάστασης που δεν αποφέρει κέρδος στον προμηθευτή. Το ύψος του παγίου εν προκειμένω οφείλει να λαμβάνει υπόψη την αρχή της αναλογικότητας και της οικονομικής ισορροπίας των συμβάσεων.

ΣΤ. Καθορισμός του τρόπου ειδοποίησης των καταναλωτών για την τροποποίηση της τιμολογιακής πολιτικής καθόσον αφορά σε Ρήτρα Αναπροσαρμογής.

Σε περίπτωση ουσιώδους μεταβολής της τιμολογιακής πολιτικής προμηθευτή, η οποία συνεφέλκει την υποχρέωση ατομικής ειδοποίησης των καταναλωτών, και εφόσον -κατ’ επιλογή του προμηθευτή- η εν λόγω ειδοποίηση υλοποιείται μέσω του λογαριασμού κατανάλωσης, θεωρείτε ότι η σχετική ειδοποίηση προσήκει να πραγματοποιηθεί με τρόπο που θα καθορίζεται δεσμευτικά ή να καταλείπεται στον προμηθευτή περιθώριο επιλογής μεταξύ εναλλακτικών δυνατοτήτων;

Επιπλέον, κρίνετε σκόπιμο η σχετική ειδοποίηση να υλοποιείται μέσω ειδικού διακριτού εγγράφου που θα εσωκλείεται στον λογαριασμό;

Εφόσον, ωστόσο, η ειδοποίηση πραγματοποιείται μέσω της αναγραφής επί του εντύπου του λογαριασμού θεωρείτε ότι προσιδιάζει η σχετική μνεία να πραγματοποιείται σε εμφανές σημείο; Ή αντιθέτως θεωρείτε ότι αρκεί η απλή αναφορά σε οποιοδήποτε σημείο του λογαριασμού, έστω και εν είδει «υποσημείωσης» ή με μη-ευανάγνωστους γραφικούς χαρακτήρες («ψιλά γράμματα»);

Κατά τη γνώμη σας, η εν λόγω ενημέρωση οφείλει να άπτεται όλων των κύριων παραμέτρων της νέας Χρέωσης/του νέου Τιμολογίου, καθώς και του τρόπου διαμόρφωσής τους ή αρκεί η απλή επισήμανση του ιστοτόπου του Παρόχου και η παραπομπή του καταναλωτή σε αυτό για τη συνολική ενημέρωσή του;