Νέο «πονοκέφαλο» στη Boeing δημιουργεί μια αγωγή των μετόχων στα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της εταιρείας, οι οποίοι κατηγορούν διοίκηση ότι δεν ερεύνησε τα προβλήματα του αεροσκάφος 737 Max, μέχρι που συνέβη το δεύτερο θανατηφόρο δυστύχημα μέσα σε πέντε μήνες.

Η αγωγή, η οποία κατατέθηκε από την εταιρία Kirby Family Partnership LP – η οποία όπως λέει κατέχει μετοχές της Boeing από το 2018 – ισχυρίζεται ότι το διοικητικό συμβούλιο της Boeing δεν κατόρθωσε να διερευνήσει σωστά το ρόλο του αυτοματοποιημένου συστήματος MCAS του αεροσκάφους μετά την πρώτη συντριβή της πτήσης 610 της Lion Air στην Ινδονησία τον Οκτώβριο του 2018. Το δεύτερο ατύχημα – της πτήσης 302 της Ethiopian Airlines – συνέβη πέντε μήνες αργότερα.

Στην αγωγή οι μέτοχοι ισχυρίζονται ότι η Boeing βιάστηκε να βγάλει το αεροπλάνο στην αγορά και κατά συνέπεια δεν κατάφερε να τεστάρει το σύστημά του ή να εκπαιδεύσει επαρκώς τους πιλότους.

Εκτός από την παγκόσμια καθήλωση του στόλου του 737 Max μετά τη δεύτερη συντριβή – η οποία έχει ήδη κοστίσει στη Boeing περίπου 5 δισεκατομμύρια δολάρια – οι ενέργειες του διοικητικού συμβουλίου έβλαψαν την Boeing “καθώς έχασε την αξιοπιστία της στην αγορά, κατέστρεψε τη φήμη της εταιρείας και της κόστισε δυνητικά δισεκατομμύρια σε δαπάνες”, σύμφωνα με την αγωγή.

Οι προκαταρκτικές έρευνες στα δύο δυστυχήματα υποδεικνύουν ότι το αυτόματο σύστημα υποχρέωσε τα αεροσκάφη να στρέψουν την πορεία τους προς τα κάτω, εξαιτίας ενός προβλήματος με το σχεδιασμό του λογισμικού. Οι πιλότοι δεν ήταν σε θέση να ανακτήσουν τον έλεγχο του αεροσκάφους.

Το αυτοματοποιημένο σύστημα, το MCAS, σχεδιάστηκε για να αντισταθμίσει το γεγονός ότι το 737 Max έχει μεγαλύτερους κινητήρες από τις προηγούμενες γενιές 737. Οι μεγαλύτεροι κινητήρες θα μπορούσαν να αναγκάσουν τη μύτη του αεροπλάνου να ανασηκωθεί προς τα επάνω, οδηγώντας σε καθυστέρηση – σε αυτή την περίπτωση, το MCAS θα μπορούσε να «σπρώχνει» αυτόματα τη μύτη προς τα κάτω, για να αναιρέσει την επίδραση αυτού.