Το δρόμο της διάσωσης του διαγωνισμού για την γραμμή 4 του μετρό ύψους 1,8 δισ. ευρώ και τις δυσμενείς επιπτώσεις σε περίπτωση που ακυρωθεί ο διαγωνισμός για τις τεχνικές εταιρείες αλλά και ολόκληρη την αλυσίδα κατασκευών, υπογραμμίζουν στην αγορά.

Η κρισιμότητα του διαγωνισμού είναι τόσο μεγάλη που όπως εκτιμάται, σε περίπτωση μη συνέχισης του έργου θα προκληθεί πανικός στην αγορά και θα χαθούν χιλιάδες θέσεις εργασίας.

Η πρόσφατη είδηση ότι το ΣτΕ έκανε δεκτά τα ασφαλιστικά μέτρα των δύο κοινοπραξιών υπό την ΑΚΤΩΡ και την ΆΒΑΞ που ζητούσαν με ξεχωριστές προσφυγές τους τον αποκλεισμό η μία της άλλης, έχει σημάνει συναγερμό στα στρατόπεδα των υποψηφίων που επιχειρούν να ερμηνεύσουν την κρίση του ανώτατου δικαστηρίου.

Μολονότι η απόφαση του Συμβουλίου Επικρατείας δεν είναι γνωστή,  στελέχη των εταιρειών επιχειρούν να την φωτίσουν, υποστηρίζοντας ότι το ΣτΕ, αποδεχόμενο τα ασφαλιστικά μέτρα δεν «αποδέχεται επί της ουσίας ότι οι συμμετέχοντες πρέπει αυτόματα να αποκλειστούν, αφήνοντας τον διαγωνισμό άνευ διεκδικητών».

Όπως υπογραμμίζουν, η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας δεν δημιουργεί ζήτημα ακύρωσης του διαγωνισμού, αντιθέτως παρέχει ένα πολύ συγκεκριμένο οδικό χάρτη προς την Αττικό Μετρό προκειμένου να διορθώσει το πρακτικό της Επιτροπής Διαγωνισμού και να το επανακαταθέσει με προσαρμοσμένη την τεχνική αξιολόγηση των δύο κοινοπραξιών στις υποδείξεις του Ανώτατου Δικαστηρίου.

Στην πραγματικότητα, οι εταιρείες κάνουν λόγο για μια νέα τεχνική αξιολόγηση που μένει να αποσαφηνιστεί από την απόφαση του ΣτΕ αλλά και από την στάση της πολιτικής ηγεσίας αν είναι διατεθειμένη να ακολουθήσει.

Από την επίμαχη αξιολόγηση που θα γίνει με τις υποδείξεις του ΣτΕ, θα προκύψει, προσθέτουν οι ίδιες πηγές εάν και ποιος από τους υποψηφίους πρέπει να αποκλειστεί.

Με αυτόν τον τρόπο, αναφέρουν ότι το ΣτΕ θωρακίζει πλήρως τον διαγωνισμό και παρέχει απόλυτη νομιμοποίηση στη συνέχισή του, μην αφήνοντας κανένα περιθώριο αμφισβήτησης ή σκιάς στο τι υποχρεούται να πράξει η Αττικό Μετρό.

Σε άλλη περίπτωση η πολιτεία, όπως σημειώνεται θα χρειαστεί να περιμένει 1,5 χρόνο για να εκδικαστούν οι αιτήσεις ακύρωσης, παίρνοντας το ρίσκο να βρεθεί στο χειρότερο σενάριο ενώπιον μίας απόφασης που θα αποκλείει και τους δύο συμμετέχοντες, καθιστώντας το διαγωνισμό άγονο. Όπως εκτιμάται, η εκδίκαση των ασφαλιστικών μέτρων δεν επηρεάζεται από το θέμα του κορωνοϊού και απαιτεί το πολύ δυο μήνες, χρονικό διάστημα που σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί ουσιαστική καθυστέρηση σε έναν  διαγωνισμό που κλείνει αισίως 3 χρόνια.

Η ερμηνεία που δίνουν είναι ότι με την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, «….το ΣτΕ αναγνωρίζει ξεκάθαρα ελλείψεις στο πρακτικό της Επιτροπής Διαγωνισμού της Αττικό Μετρό αποδεχόμενο συγκεκριμένες αιτιάσεις των δυο κοινοπραξιών – με βάση τις οποίες έκανε δεκτά άλλωστε τα ασφαλιστικά μέτρα – εντούτοις κάνει σαφέστατα λόγο για πλημμελή τεκμηρίωση εκ μέρους της επιτροπής του διαγωνισμού και υποδεικνύει τα στοιχεία που χρήζουν διόρθωσης, ώστε ο διαγωνισμός να μπορέσει να περάσει στην επόμενη φάση, δηλαδή στο άνοιγμα των οικονομικών προσφορών».

Οι προσφυγές και οι ενστάσεις της κάθε πλευράς

Με βάση τα επιχειρήματα:

-Για τη μεν κοινοπραξία Άβαξ – Ghella – Alstom Transport, η επιτροπή διαγωνισμού, σύμφωνα με την Άκτωρ  –  Ansaldo  – Hitachi Rail Italy δεν απέκλεισε ως όφειλε, την αντίπαλη κοινοπραξία παρά το γεγονός ότι δεν συνυποβλήθηκαν με την προσφορά τα ειδικώς απαιτούμενα από τις προδιαγραφές στοιχεία και τεκμήρια, δηλαδή τα πιστοποιητικά που αναφέρονται στο φάκελο Β4.9 σχετικά με τη μελέτη προσφοράς σχετικά με το σύστημα σηματοδότησης και ελέγχου συρμών.

Η Αττικό Μετρό είχε απορρίψει τη σχετική προσφυγή της κοινοπραξίας Άκτωρ  –  Ansaldo  – Hitachi Rail Italy, δηλώνοντας πως αυτή η παράλειψη δεν εμπίπτει στους λόγους που επισύρουν ποινή αποκλεισμού, σύμφωνα με τις απαιτήσεις της Πρόσκλησης υποβολής προσφορών και, σε κάθε περίπτωση, τα πιστοποιητικά αυτά είχαν κατατεθεί στην πρώτη φάση του διαγωνισμού, όπως απαιτούνταν.

Σύμφωνα με την κοινοπραξία, το ΣτΕ, αξιολογώντας τα δεδομένα, απορρίπτει την απάντηση της Αττικό Μετρό, σημειώνοντας πως τα πιστοποιητικά αυτά έπρεπε, επί ποινή αποκλεισμού, να υποβληθούν στη δεύτερη φάση του διαγωνισμού και συνέχισε ότι «η αιτιολογία με την οποία απορρίφθηκε η προδικαστική προσφυγή της αιτούσας (σ.σ. της κοινοπραξίας Άκτωρ  –  Ansaldo  – Hitachi Rail Italy) εξακολουθεί να είναι σε κάθε περίπτωση πλημμελής, δεδομένου ότι τα στοιχεία αυτά υποβλήθηκαν κατά το πρώτο στάδιο του διαγωνισμού ως δικαιολογητικά απόδειξης της εν γένει εμπειρίας της παρεμβαίνουσας (δια της εταιρείας-μέλους της ALSTOM TRANSPORT S.A.) σε παρόμοια έργα και τις απαιτήσεις του σταδίου αυτού (…) και όχι ως ειδικά στοιχεία και τεκμήρια από τα οποία πρέπει να προκύπτει κατά την αιτιολογημένη κρίση των οργάνων του αναθέτοντος φορέα η απόδειξη των εξειδικευμένων τεχνικών απαιτήσεων που τίθεται με τα τεύχη δημοπράτησης του Β’ σταδίου του διαγωνισμού».

-Σε ότι αφορά την κοινοπραξία Άκτωρ  –  Ansaldo  – Hitachi Rail Italy, η ανταγωνίστρια κοινοπραξία της οποίας ηγείται η Άβαξ, έθεσε το εξής θέμα στην προσφυγή της στην Αττικό Μετρό, υποστηρίζοντας πως επισύρει ποινή αποκλεισμού.

Στην τεχνική τους προσφορά (στην ενότητα «Σύστημα Έλξης Συρμών») οι διαγωνιζόμενοι καλούνται να εκπονήσουν προσομοιώσεις με βάση συγκεκριμένες προδιαγραφές αλλά και δεδομένα, μεταξύ των οποίων και η συνεχής λειτουργία του αερισμού των συρμών χωρίς κλιματισμό ή θέρμανση, χωρίς περαιτέρω να αποσαφηνίζεται με ποιο φορτίο αερισμού πρέπει να γίνουν οι εν λόγω προσομοιώσεις. Η προσομοίωση που η κοινοπραξία  Άκτωρ  –  Ansaldo  – Hitachi Rail Italy υπέβαλε, εμπεριέχει πράγματι στοιχεία που αφορούν συνεχή λειτουργία του αερισμού των συρμών χωρίς κλιματισμό ή θέρμανση, λαμβάνοντας υπόψη ένα μέσο φορτίο αερισμού που αντιστοιχεί σε 192 W. Κατά τη διαδικασία του πρώτου σταδίου της αξιολόγησης της τεχνικής προσφοράς, η Επιτροπή Διαγωνισμού ζήτησε από την κοινοπραξία να εκπονήσει συμπληρωματικές προσομοιώσεις χρησιμοποιώντας ως φορτίο αερισμού το μέγεθος των 2400 W.

Η  κοινοπραξία Άβαξ – Ghella – Alstom Transport υποστήριξε ότι συμμορφούμενη η ανταγωνίστρια κοινοπραξία με την οδηγία της Αττικό Μετρό για χρήση φορτίου 2400 W κι όχι 192 W, υπέβαλε μία προσομοίωση που παρήγαγε πλέον νέα κι όχι συμπληρωματικά στοιχεία, παραβιάζοντας επί ποινή αποκλεισμού τους όρους του διαγωνισμού. Πλην, όμως, η ίδια η Επιτροπή Διαγωνισμού της Αττικό Μετρό επισημαίνει ότι η Πρόσκληση δεν απαιτούσε την διεξαγωγή των προσομοιώσεων με συγκεκριμένο φορτίο αερισμού υπενθυμίζοντας ότι ζήτησε και από τις δύο κοινοπραξίες συμπληρωματικά δεδομένα για τις παραδοχές βάσει των οποίων έγινε η προσομοίωση.

Κοινώς, αναφέρει η Άκτωρ, η Επιτροπή Διαγωνισμού υποστηρίζει πως το αίτημα προς την κοινοπραξία Άκτωρ  –  Ansaldo  – Hitachi Rail Italy δεν έγινε γιατί κρίθηκε πως δεν πληρούσε την απαίτηση για συνεχή λειτουργία του αερισμού, αλλά για να έχει συγκρίσιμα μεγέθη μεταξύ των δύο διαγωνιζομένων.

Επιπλέον, η Αττικό Μετρό, υποστηρίζει πως τα αρχικώς υποβληθέντα στοιχεία σχετικά με το σύστημα έλξης δεν τροποποιήθηκαν με την υποβολή της νέας προσομοίωσης εκ μέρους της κοινοπραξίας Άκτωρ  –  Ansaldo  – Hitachi Rail Italy και ούτως ή άλλως δεν αλλοιώθηκε το περιεχόμενο της προσφοράς του συστήματος έλξης. Επί αυτού του θέματος, το ΣτΕ δεν δέχεται τη θέση της Αττικό Μετρό και σημειώνει πως ακόμα κι αν την έκανε δεκτή «η προσβαλλόμενη απόφαση αιτιολογείται πλημμελώς διότι δεν εξειδικεύεται ποια είναι τα ‘αρχικώς υποβληθέντα’ στοιχεία τα οποία ‘δεν τροποποιήθηκαν’ ούτε αν ο αναθέτων φορέας στήριξε την κρίση του για την τεχνική προσφορά της παρεμβαίνουσας στα αρχικά στοιχεία ή στα στοιχεία που περιελήφθησαν στην επανυποβληθείσα μελέτη προσομοίωσης».

2 έως 3 χρόνια  νέος διαγωνισμός

Στελέχη του κλάδο, χαρακτηρίζουν κρίσιμη την υπόθεση του διαγωνισμού, καθώς όπως σημειώνουν πρόκειται για ένα ώριμο μεγάλο δημόσιο έργο σε μία αγορά που ακόμα και πριν τον κορωνοϊό είχε πληγεί σοβαρότατα από τις συνέπειες της κρίσης και την απουσία κατασκευαστικού αντικειμένου.

«Στο πλαίσιο αυτό, η οποιαδήποτε έστω και σκέψη για ματαίωση ενός συγχρηματοδοτούμενου διαγωνισμού 1,8 δις ευρώ θα προκαλούσε, όχι μόνο στις διαγωνιζόμενες εταιρείες, αλλά και σε μία ολόκληρη αλυσίδα άλλων κλάδων όπως τσιμεντοβιομηχανίες, χαλυβουργίες και μελετητικές εταιρείες πανικό».

Όπως επισημαίνεται μία ματαίωση και επαναπροκήρυξη του διαγωνισμού θα σήμαινε απώλεια δεκάδων χιλιάδων θέσεων εργασίας, αφού ο νέος διαγωνισμός θα απαιτούσε τουλάχιστον 2-3 χρόνια μέχρι να ολοκληρωθεί, ακόμα και με τις καλύτερες προϋποθέσεις.

Αυτό προκύπτει και από το γεγονός ότι ασχέτως αν έχει κατηγορηθεί εξαρχής η διακήρυξη του διαγωνισμού ως ελλιπής σε επίπεδο μελετών κι άλλων στοιχείων, οι προσφυγές των δυο κοινοπραξιών είναι παντελώς άσχετες με τέτοια ζητήματα και αφορούν αποκλειστικά ελλείψεις και λάθη που η μία κοινοπραξία καταλογίζει στον τεχνικό φάκελο της άλλης, κι όχι προβληματικές διατάξεις του διαγωνισμού. Το ίδιο ισχύει άλλωστε και με τις προηγούμενες προσφυγές, των υπολοίπων εταιρειών που είχαν υποβάλλει προσφυγές αλλά αποκλείστηκαν σε προηγούμενα στάδια της διαδικασίας.