Ε να πέπλο μυστηρίου καλύπτει την τελευταία διετία την Cetracore-Jetoil, την ιστορική εταιρεία της οικογένειας Μαμιδάκη που μετά την επιχείρηση εξυγίανσής της, το 2017, πέρασε στα χέρια της ελεγχόμενης από ρωσικά κεφάλαια αυστριακής εταιρείας Cetracore Energy, ενώ στη συνέχεια εισήλθε στο σκηνικό και ο… ιδιαίτερα μυστηριώδης έμπορος πετρελαίου Μουρταζά Λακχανί. Πρόκειται για τον άνθρωπο που, όπως αποκάλυψαν πρόσφατα διεθνή μέσα ενημέρωσης (η «Wall Street Journal» κ.ά.), βρίσκεται στο μικροσκόπιο των αμερικανικών αρχών σχετικά με τη δραστηριότητά του στο σκέλος της εμπορίας ρωσικού πετρελαίου.
Μετά από διάφορες διαδρομές, δάνεια και ανασχηματισμούς εντός των πυλών της Cetracore-Jetoil, είναι πλέον ασαφές ποιος είναι αυτός που έχει σήμερα στα χέρια του την ελληνική εταιρεία πετρελαιοειδών.

Μουρταζά Λακχανί

Η «σφραγίδα» της οικογένειας

Για να πάρουμε, όμως, τα πράγματα με τη σειρά, όλα ξεκίνησαν από την Κρήτη πριν από αρκετές δεκαετίες. Η Μεγαλόνησος, γενέθλιος τόπος της οικογένειας Μαμιδάκη, υπήρξε και η κοιτίδα της επιχειρηματικής δραστηριότητάς της με τα πετρελαιοειδή.

Πρωτεργάτης σε αυτή την υπόθεση ήταν ο Γεώργιος Μαμιδάκης. Γεννημένος στο μικρό χωριό Ανώσκελη της επαρχίας Κισάμου στον Νομό Χανίων, ως έφηβος, στα χρόνια της Κατοχής πολέμησε με την Εθνική Αντίσταση. Μετά το τέλος του Πολέμου σπούδασε τοπογράφος και εργάστηκε αρχικά στην Τοπογραφική Υπηρεσία. Τα πρώτα του επιχειρηματικά βήματα συνδέθηκαν με την παραγωγή ροδέλαιου. Λίγα χρόνια αργότερα ήταν εκείνος που άνοιξε την πόρτα της επικοινωνίας και της οικονομικής συνεργασίας με την τότε Σοβιετική Ενωση στον τομέα των πετρελαιοειδών.

Το 1955 ίδρυσε την ΑΕΕΠ Γ. Μαμιδάκης & Σία, μια τοπικής εμβέλειας εταιρεία καυσίμων με σήμα κατατεθέν το αρχικό γράμμα της οικογένειας, το «Μ», σε κόκκινο φόντο. Αυτή η εταιρεία ήταν ο πρόγονος της Mamidoil.
Την περίοδο της κρίσης στο Σουέζ, το 1956, ο ευρηματικός Κρητικός κατάφερε να κλείσει μια μεγάλη συμφωνία με τη Σοβιετική Ενωση για την αποκλειστική αντιπροσώπευση των πετρελαίων της. Στην πορεία ανέπτυξε μεγάλη δραστηριότητα στον χώρο του εφοδιασμού ποντοπόρων πλοίων, ενώ παράλληλα ξέφυγε από τα τοπικά όρια της Κρήτης και με τη δημιουργία εκατοντάδων πρατηρίων κάλυψε τη διανομή πετρελαίου σε όλη την Ελλάδα.

Αυτή η «χρυσή» συμφωνία με τους Ρώσους κράτησε μέχρι το 1981 και σε συνδυασμό με άλλες κινήσεις έδωσε τη δυνατότητα στην εταιρεία και στην οικογένεια Μαμιδάκη να «ανέβουν κατηγορία». Μάλιστα, μέχρι το 1983 εφοδίαζε με αργό πετρέλαιο τα Ελληνικά Κρατικά Διυλιστήρια, χρησιμοποιώντας ιδιόκτητα τάνκερ. Οταν ο Γιώργος Μαμιδάκης έφυγε -νωρίς και απροσδόκητα- από τη ζωή, το 1986, είχε καταφέρει να χτίσει μια μικρή αυτοκρατορία, με πλοία, δίκτυο πρατηρίων και αποθηκευτικές εγκαταστάσεις καυσίμων δυναμικότητας 240.000 τόνων.

Γιώργος Μαμιδάκης

Στο πλευρό του δούλευε από νωρίς ο ξάδελφός του Κυριάκος Μαμιδάκης που το 1968, μαζί με τα δύο αδέλφια του, Νίκο και Γιώργο, έκαναν το δικό τους βήμα στην αγορά πετρελαιοειδών ιδρύοντας την Jetoil και το 1972 έγινε η συγχώνευση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων της οικογένειας με τη Mamidoil-Jetoil.
Οι Μαμιδάκηδες, άνθρωποι με ισχυρό αισθητήριο και γνώση της αγοράς, είχαν εξαρχής εξωστρεφή προσανατολισμό, διαβλέποντας την ευκαιρία, παράλληλα με την ενίσχυση της παρουσίας τους εντός συνόρων, να αναπτυχθούν προς τα Βαλκάνια. Γι’ αυτό και προχώρησαν σε μεγάλες επενδύσεις προκειμένου να χτίσουν τις μεγάλες αποθηκευτικές εγκαταστάσεις στο Καλοχώρι Θεσσαλονίκης (με δυναμικότητα που αντιπροσώπευε το 15% της συνολικής αποθηκευτικής ικανότητας της χώρας σε καύσιμα), οι οποίες αποτελούσαν πάντα -μέχρι και σήμερα- το πιο δυνατό χαρτί της εταιρείας.

Αυτές, όμως, ήταν και η αιτία για το πρώτο βαρύ πλήγμα που ήρθε με την πυρκαγιά το 1986. Το πανδαιμόνιο διήρκεσε μία ολόκληρη βδομάδα, με αποτέλεσμα να υπάρξουν τραυματίες, να δημιουργηθεί τοξικό νέφος και η εταιρεία να υποστεί σοβαρότατη, για την εποχή, οικονομική ζημιά άνω των 20 εκατ. δολαρίων.
Παρ’ όλα αυτά, ανέκαμψε και με στήριγμα τις εξαγωγές στα Βαλκάνια, όπου έφτασε να διαθέτει θυγατρικές σε Αλβανία, Βουλγαρία, Σερβία, Κόσοβο και Σκόπια, πέτυχε να καθιερωθεί ως η τρίτη μεγαλύτερη εταιρεία του κλάδου, με μερίδιο αγοράς της τάξης του 9%-10%, δίκτυο σχεδόν 600 πρατηρίων, στόλο 33 βυτιοφόρων και 7 πλοιαρίων. Οταν η Ελλάδα εισερχόταν στην περίοδο της μακράς οικονομικής κρίσης, το 2008-9, έγιναν ορισμένες επεκτατικές κινήσεις με την εξαγορά μικρότερων εταιρειών, κάτι που αποδείχθηκε επιχειρηματικό λάθος. Και αυτό γιατί, αντί να επιβραδύνει, επιτάχυνε την είσοδο της εταιρείας στον ολισθηρό δρόμο των ζημιογόνων αποτελεσμάτων.

Ο τραγικός επίλογος

Παρά τις αγωνιώδεις προσπάθειες της διοίκησης, υπό τον Κυριάκο και τον Νίκο Μαμιδάκη, η εταιρεία τα επόμενα χρόνια βυθίστηκε σε ένα εκρηκτικό μείγμα ραγδαίας υποχώρησης του τζίρου, συσσώρευσης ζημιών, αύξησης του δανεισμού και αποψίλωσης του δικτύου της. Ετσι, αν και αναζητήθηκε στρατηγικός συμπαίκτης που θα τη διατηρούσε στη ζωή, δεν υπήρξε αποτέλεσμα.

Οταν εξανεμίστηκαν και οι τελευταίες ελπίδες, στις 9 Ιουνίου του 2016, η εταιρεία κατέθεσε αίτηση για την υπαγωγή της στην προπτωχευτική διαδικασία του άρθρου 99. Σε λιγότερο από έναν μήνα, στις 3 Ιουλίου 2016, ο περήφανος Κρητικός Κυριάκος Μαμιδάκης έβαλε τέλος στη ζωή του με ένα περίστροφο γράφοντας με τον πιο τραγικό τρόπο τον επίλογο…

Τότε, για μια ακόμη φορά, οι Ρώσοι έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην πορεία της Jetoil. Μπορεί το σοβιετικό καθεστώς να είχε προ πολλού καταρρεύσει και οι εποχές να είχαν αλλάξει, ωστόσο το στρατηγικό βλέμμα της Μόσχας δεν έπαψε να εστιάζεται στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων. Ετσι, το νέο κεφάλαιο άρχισε να γράφεται από την άνοιξη του 2017, όταν μετά από διεργασίες μηνών η εταιρεία πέρασε στον έλεγχο της εδρεύουσας στην Aυστρία -αλλά ρωσικών συμφερόντων- Cetracore Energy.

Νίκος Μαμιδάκης

Η εταιρεία αποτελούσε ουσιαστικά βασικό ευρωπαϊκό βραχίονα του πετρελαϊκού κολοσσού Rosneft, με επικεφαλής τον Ιγκόρ Σετσίν, επονομαζόμενο και «τσάρο του πετρελαίου», αλλά και επιστήθιο, διαχρονικό συνεργάτη του Βλαντιμίρ Πούτιν.

Με την απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών τον Φεβρουάριο του 2018 ξεκίνησε η «ρωσική περίοδος» της Jetoil. Το σχέδιο εξυγίανσης και διάσωσης προέβλεπε ότι η Cetracore Energy θα κατέβαλε περί τα 105 εκατ. ευρώ, ενώ είχε ήδη δώσει πάνω από 1,4 εκατ. ευρώ για την ενδιάμεση χρηματοδότηση.
Η εταιρεία άρχισε να λανσάρεται στην αγορά με την νέα επωνυμία της Cetracore-JetOil Aνώνυμη Eταιρεία Πετρελαιοειδών και παράλληλα στελεχώθηκε με πρόεδρο τον επικεφαλής της Cetracore Energy Πετρ Ρεστσίκοφ, αντιπρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο τον Βλαντιμίρ Σουμπάεφ, υψηλόβαθμο στέλεχος (Leading Auditor) της Rosneft, οικονομικό διευθυντή τον Βιτάλι Προκοπένκοφ και γενικό διευθυντή τον προερχόμενο από το δυναμικό της εταιρείας Bασίλη Πετκίδη, με θητεία από το 1996 σε αυτή.

Εκείνη την περίοδο το εκτόπισμα της Jetoil στην αγορά είχε περιοριστεί δραστικά (είχαν μείνει μόνο 96 πρατήρια στο δίκτυό της από τα 600 κάποτε), ωστόσο αυτό που ενδιέφερε περισσότερο τους Ρώσους ήταν η διείσδυση στη βαλκανική και ευρωπαϊκή αγορά, με πυλώνα τις εγκαταστάσεις στο Καλοχώρι.

Βασικός τραπεζικός χρηματοδότης στο όλο εγχείρημα ήταν η Credit Bank of Moscow. Στις 2 Μαρτίου 2018 η εταιρεία σύναψε δανειακή σύμβαση με τη συγκεκριμένη τράπεζα ποσού 80 εκατ. ευρώ μακροπρόθεσμης διάρκειας με λήξη τον Μάρτιο του 2028. Επιπρόσθετα, στις 6 Απριλίου 2018 σύναψε σύμβαση βραχυπρόθεσμου δανεισμού (με ανανεώσιμο πιστωτικό όριο για 3 χρόνια) ποσού 27 εκατ. ευρώ και στις 16 Ιουλίου 2020 υπέγραψε ομολογιακό δάνειο ύψους 97 εκατ. ευρώ με την ίδια τράπεζα, που είναι εξασφαλισμένο με υποθήκη ποσού 103,75 εκατ. επί των εγκαταστάσεων στο Καλοχώρι και στη Μενεμένη.

Ο Πακιστανός dealer

Tο φθινόπωρο του 2020 υπήρξε ένας ευρύτατος «ανασχηματισμός» στη διοίκηση της εταιρείας. Συγκεκριμένα, στις 10 Σεπτεμβρίου 2020 η γενική συνέλευση εξέλεξε νέο Δ.Σ, όπου πρόεδρος ανέλαβε ο Βενσάν Λεκάντρ, Γάλλος, γεννημένος στη Μαυριτανία, κάτοικος Λονδίνου, αλλά με έδρα τη Γενεύη, αντιπρόεδρος και διευθύνουσα σύμβουλος η Ελένη Φεργάδη και μέλος του Δ.Σ. η Κλέα Κατσίη από την Κύπρο. Τα τρία αυτά πρόσωπα είχαν μια κοινή αναφορά καθώς συνδέονταν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο με το Mercantile & Maritime Group.
Πρόκειται για όμιλο με έδρα τότε τη Σιγκαπούρη και πλέον το Μπαχρέιν (και γραφεία σε Κύπρο, Ντουμπάι, Μιανμάρ, ενώ στο παρελθόν και σε Ιράκ, Ρωσία και Τουρκία) που δραστηριοποιείται ως market operator στο πετρέλαιο και το φυσικό αέριο με παρουσία σε Μ. Ανατολή, Ασία και Ευρώπη. O Λεκάντρ ήταν CFO της Mercantile & Maritime, από τον Μάιο του 2018 μέχρι τον Μάιο του 2021, οπότε και αντικαταστάθηκε από τον Σεργκέι Γκέλερ.

Το ισχυρό πρόσωπο, όμως, πίσω από τη Mercantile & Maritime δεν είναι άλλος από τον Μουρταζά Λακχανί, ο «αυτοδίδακτος και αυτοδημιούργητος» Πακιστανός πολυεκατομμυριούχος που ξεκίνησε ως έμπορος πετρελαίου στη δεκαετία του 1980 και έκτοτε έχει διαγράψει μια επιτυχημένη όσο και μυστηριώδη καριέρα. Στις αρχές της δεκαετίας του 2000 ήταν ο «άνθρωπος της Glencore στο Ιράκ» και στην πορεία ίδρυσε πολλές εταιρείες, στην

Κύπρο, στη Βαγδάτη και μετέπειτα στη Γενεύη, στο Λονδίνο και αλλού.
Σύμφωνα με το επίσημο βιογραφικό του, ξεκίνησε την καριέρα του διευθύνοντας τις οικογενειακές του επιχειρήσεις στο Πακιστάν, οι οποίες παρήγαγαν και εξήγαγαν ρύζι, βαμβάκι και σιτάρι. Μετά το πέρασμα από την Glencore, το 2003 ίδρυσε τη δική του εταιρεία παρέχοντας αρχικά συμβουλευτικές υπηρεσίες σε εταιρείες εμπορίας πετρελαίου και εμπορευμάτων από τη Λεμεσό και τη Βαγδάτη. Αργότερα, το 2006, ίδρυσε την Oil and Gas Management Services Group Ltd., στο Ερμπίλ και άρχισε να υποστηρίζει ενεργά την παραγωγή και τις εξαγωγές πετρελαίου στην περιοχή του Κουρδιστάν. Εκτοτε, εμφανίζεται να συμβουλεύει την περιφερειακή κυβέρνηση του Κουρδιστάν για τις εξαγωγές αργού πετρελαίου.

Σύμφωνα πάντα με όσα αναφέρονται στο βιογραφικό του, «πιστεύει θεμελιωδώς στις κοινωνικά υπεύθυνες, βιώσιμες επιχειρηματικές πρακτικές, ενώ είναι σημαντικός υποστηρικτής του Great Ormond Street Children’s Hospital, της πρωτοβουλίας MindUP του Ιδρύματος Goldie Hawn, του Soup Kitchen στο Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς και άλλων φιλανθρωπικών πρωτοβουλιών».

Στενές σχέσεις, όμως, φέρεται να διατηρούσε από ετών και με τη Rosneft, καθώς σε δημοσιεύματα του διεθνούς Τύπου γινόταν λόγος για εμβάσματα συνολικού ύψους 6 δισ. δολαρίων προς διάφορες εταιρείες του για συμβόλαια κουρδικού πετρελαίου.

Σε κάθε περίπτωση, θεωρείται άνθρωπος με ισχυρές προσβάσεις σε πολυεθνικούς κολοσσούς. Δεν είναι τυχαίο ότι πρόεδρος της Mercantile & Maritime Group έχει τοποθετηθεί ο πρώην επικεφαλής της Glencore Σάιμον Μάρεϊ.
Εσχάτως, ωστόσο, ο Λακχανί φέρεται να βρίσκεται στο στόχαστρο των αμερικανικών αρχών, καθώς θεωρείται ότι είναι ο άνθρωπος που βοήθησε τη Rosneft να αποφύγει τις κυρώσεις της Δύσης και το πλαφόν της G7. Σύμφωνα με διεθνή Μέσα όπως το Bloomberg, υπήρξε μάλιστα ένας εκ των καλεσμένων του CEO της Rosneft, Ιγκόρ Σετσίν, σε γιορτή που διοργάνωσε ο τελευταίος την Παραμονή της Πρωτοχρονιάς του 2023 σε γιοτ ανοιχτά του τεχνητού νησιού Palm Jumeirah, στο Ντουμπάι.

Ο ικανότατος στους ελιγμούς Πακιστανός dealer φέρεται να βοήθησε τον Σετσίν να δημιουργήσει ένα δίκτυο εμπόρων πετρελαίου και ναυτιλιακών εταιρειών ώστε να κατευθύνει τον ρωσικό μαύρο χρυσό σε όλο τον κόσμο, ξεκλειδώνοντας νέες αγορές για τη Μόσχα μετά τις κυρώσεις της Δύσης.

Στο δίκτυο αυτό δεν εμπλέκεται άμεσα η Mercantile & Maritime Group, που μέχρι το 2020 δήλωνε ότι αποτελεί τον μεγαλύτερο μεταφορέα πετρελαιοειδών της Rosneft, αλλά και νεοσυσταθείσες εταιρείες που εδρεύουν σε αραβικές χώρες, όπως τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Αυτές εμφανίζονται το τελευταίο έτος να κατατάσσονται στους μεγαλύτερους εμπόρους ρωσικού πετρελαίου, με πελάτες στην Ινδία και την Κίνα, βοηθώντας έτσι τη Μόσχα να ελαχιστοποιήσει τον αντίκτυπο των κυρώσεων και φέροντας τεράστια κέρδη στη Rosneft, σταθερό χρηματοδοτικό πυλώνα του Κρεμλίνου.

Βεβαίως θα πρέπει να σημειωθεί ότι μέχρι τώρα δεν έχει προκύψει κάτι επιβαρυντικό σε βάρος του Λακχανί, ο οποίος μάλιστα διατηρεί επαφές τόσο στην Ουάσινγκτον όσο και στο Λονδίνο.

Ερωτήματα και τριγμοί

Από τον ανασχηματισμό στη διοίκηση της Cetracore-Jetoil, πάντως, προέκυψαν εύλογα ερωτήματα σε σχέση με το ποιος τελικά κάνει τι στην εταιρεία. Χαρακτηριστικά είναι τα όσα εξελίχθηκαν γύρω από την αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, ύψους 6,2 εκατ. ευρώ, που αποφασίστηκε τον Ιούνιο του 2020, αλλά άργησε να ολοκληρωθεί. Το Νοέμβριο του 2020 το Δ.Σ. της εταιρείας, κατόπιν διαλογικής συζήτησης, ομόφωνα αποφάσισε ότι «τάσσει στην Cetracore Energy GmbH προθεσμία ενός μηνός, ήτοι μέχρι τις 21-12-2020, προκειμένου να προβεί στην καταβολή του ποσού της αύξησης με μετρητά ή διά συμψηφισμού με ήδη ληξιπρόθεσμη εκκαθαρισμένη και απαιτητή οφειλή της εταιρείας προς τον μέτοχο, με την προειδοποίηση ότι, σε περίπτωση παρέλευσης άπρακτης της προθεσμίας αυτής οι μη αποπληρωθείσες μετοχές θα ακυρωθούν και τυχόν καταβολές που λάβουν χώρα θα παραμείνουν στην εταιρεία ως ποινική ρήτρα»… Επιπλέον, εξουσιοδότησε τον πρόεδρο του Δ.Σ. «να κοινοποιήσει διά μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου την άνω προθεσμία στη μη καταβάλλουσα μέτοχο Cetracore Energy GmbH». Τελικά, στις 24 Δεκεμβρίου 2020 πιστοποιήθηκε η ολική καταβολή της ΑΜΚ…

Οι ανακατατάξεις, όμως, συνεχίστηκαν και έπειτα από νέο «ανασχηματισμό», τον Ιούλιο του 2021, όταν επικεφαλής της Cetracore-Jetoil, ως πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος τοποθετήθηκε ο Χρήστος Καρνέζης, έμπειρο στέλεχος της ενεργειακής αγοράς και Commercial &Trade Manager στο Mercantile & Maritime Group.
Οι εξελίξεις σε επίπεδο μετοχικών δικαιωμάτων, όπως αυτές αρχικά διαφαίνονταν από τις αλλαγές στη διοίκηση, επιβεβαιώθηκαν μέσα από τις οικονομικές καταστάσεις για το 2020, όπου αναφέρεται ξεκάθαρα ότι «μέχρι τις 26 Μαΐου 2020 ο τελικός μέτοχος ήταν η εταιρεία Altus Capital Europe Sarl. Από τις 26 Μαΐου (και μετά) ο τελικός μέτοχος είναι η εταιρεία IMMS Pte Ltd, με έδρα τη Σιγκαπούρη». Πρόκειται για σχήμα της Mercantile & Maritime Group το οποίο (ως κύριος μέτοχος), όπως σημειώνεται, θα υποστήριζε οικονομικά την εταιρεία άμεσα ή έμμεσα σε περίπτωση που κριθεί απαραίτητο.

Κάτι τέτοιο τελικά χρειάστηκε, καθώς το Διοικητικό Συμβούλιο της εταιρείας, στις 22 Αυγούστου και στις 13 Σεπτεμβρίου 2022, παρείχε ομόφωνα την ειδική άδεια, σύμφωνα με τα άρθρα 100 και 101 του Ν.4548/18, για την κατάρτιση σύμβασης δανείου με σκοπό τη λήψη έντοκου δανείου, με ετήσιο επιτόκιο 4% και με δανείστρια τη συνδεδεμένη με αυτήν εταιρεία Mercantile & Maritime Energy Pte. Ltd. Το ύψος του δανείου ανήλθε σε 50,32 εκατ. δολάρια, με τελική ημερομηνία πληρωμής την 30ή Νοεμβρίου 2022, ενώ, όπως αναφερόταν στη σχετική απόφαση, θα χρησιμοποιούνταν για την κάλυψη «επειγουσών εμπορικών υποχρεώσεων». Περαιτέρω σημειωνόταν ότι η δανείστρια εταιρεία Mercantile & Maritime Energy Pte. Ltd είναι συνδεδεμένη με την Cetracore-Jetoil «καθώς αμφότερες ελέγχονται από κοινό τελικό πραγματικό δικαιούχο».

Κυριάκος Μαμιδάκης

Η «μετακόμιση» και τα νέα δεδομένα

Στο πλαίσιο της γενικότερης αναδιάρθρωσης στην Jetoil, αποφασίστηκε ότι το γραφείο της Αθήνας θα σταματούσε τη λειτουργία του στις 31 Δεκεμβρίου 2021, δεδομένου ότι η δραστηριότητα της εταιρείας επικεντρώνεται στη βόρεια Ελλάδα. Ετσι, προχώρησε η ίδρυση υποκαταστήματος και ολοκληρώθηκε με επιτυχία πρόγραμμα εθελούσιας εξόδου για το προσωπικό της έδρας στην Κηφισιά, το κόστος του οποίου ανήλθε σε 2 εκατ. ευρώ. Στις αρχές του 2022 ολοκληρώθηκε η μετεγκατάσταση των γραφείων στη Θεσσαλονίκη, ενώ φέτος έγινε και η μεταφορά της έδρας της εταιρείας στο Καλοχώρι.

Εντός του 2022 η διοίκηση της εταιρείας προχώρησε και σε συζητήσεις με τους ομολογιούχους του Κοινοπρακτικού Ομολογιακού Δανείου, υπολειπόμενου ύψους 61,2 εκατ. ευρώ, για την αναβολή και μετακύλιση της πληρωμής των τεσσάρων τριμηνιαίων δόσεων Ιουνίου – Δεκεμβρίου 2022 και του πρώτου τριμήνου 2023, ύψους 8,8 εκατ. ευρώ.
Φέτος το καλοκαίρι, ωστόσο, ήρθε μια ανακοίνωση που δημιουργεί νέα δεδομένα. Συγκεκριμένα, σε πρακτικό του Δ.Σ. της Cetracore-Jetοil με ημερομηνία 14 Αυγούστου 2023 δηλώνεται ότι μοναδική μέτοχος αυτής είναι η εταιρεία με την επωνυμία Cetracore Energy GmbH, με διεύθυνση έδρας Am Belvedere 8, 1100 – Βιέννη,
Ανατρέχοντας και σε άλλες πηγές, προκύπτει ότι στα μέσα Ιουνίου 2023 έπαψαν να είναι μέλη του Supervisory Board της Cetracore Energy GmbH τόσο o Λακχανί όσο και ο Γκέλερ, CFO του Mercantile & Maritime Group.

Οπως σημειώνεται πάντως στις τελευταίες οικονομικές καταστάσεις, τον Ιούλιο του 2023, στο πλαίσιο συμφωνίας με τη μητρική εταιρεία Cetracore Energy GmbH, διακανονίστηκε η οφειλή της 31/12/2022, συνολικού ύψους 61 εκατ. ευρώ, με τη συμφωνία μακροπρόθεσμου διακανονισμού για ποσό 15,13 εκατ. ευρώ, την κεφαλαιοποίηση ποσού 8,92 εκατ. ευρώ με την έκδοση μετοχών ισόποσης αξίας και την άφεση χρέους για το υπόλοιπο ποσό των 36,94 εκατ. ευρώ.

Παράλληλα, η εταιρεία και κατά τη χρήση του 2022 είχε αρνητικά κεφάλαια κίνησης κατά περίπου 38,9 εκατ. ευρώ, με το πιο μεγάλο μέρος των βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων να αφορά υποχρέωση 24 εκατ. ευρώ προς τη μητρική εταιρεία Cetracore Energy GmbH από χρηματική διευκόλυνση και σε υποχρέωση προς τη συνδεδεμένη εταιρεία Mercantile & Maritime Energy ποσού 73 εκατ. ευρώ για την εισαγωγή καυσίμου Diesel.

Στις οικονομικές καταστάσεις αναφέρεται ότι η Cetracore-Jetoil είναι 100% θυγατρική της εταιρείας Cetracore Energy GmbH με έδρα στη Βιέννη και ότι οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις της ενοποιούνται σε αυτές της Cetracore Holdings SARL, με έδρα το Λουξεμβούργο. Τονίζεται παράλληλα ότι «από τις 26 Μαΐου 2020 και κατά την 31η Δεκεμβρίου 2022 ο τελικός μέτοχος που εξασκεί έλεγχο στην εταιρεία είναι η εταιρεία IMMS Pte. Ltd. με έδρα τη Σιγκαπούρη». Επιπλέον, σε απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου με ημερομηνία 18 Οκτωβρίου 2023, που αφορά έναν ηλεκτρονικό διαγωνισμό του Δήμου Διονύσου, αναφέρεται ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία που προσκομίστηκαν, η εταιρεία Cetracore-Jetoil έχει ως τελικό δικαιούχο «το φυσικό πρόσωπο Murtaza Ali Lakhani».

Ολα αυτά επαναφέρουν βέβαια το ερώτημα, ποιος ελέγχει τελικά την Cetracore-Jetoil. Κατά την περσινή χρήση, πάντως, για πρώτη φορά από την εποχή που άλλαξε χέρια, στο πλαίσιο της συμφωνίας εξυγίανσης, κατέγραψε καθαρά κέρδη με τον κύκλο εργασιών να αυξάνεται στο 1,11 δισ. ευρώ έναντι 618,17 εκατ. το 2021 (+80,4%).

Τα χρωστούμενα στην Credit Bank of Moscow

Ωστόσο, ένα σημαντικό πρόβλημα σκιάζει τον ουρανό της. Κι αυτό έχει να κάνει με την αδυναμία αποπληρωμής του ομολογιακού δανείου προς τη ρωσική τράπεζα Credit Bank of Moscow (CBM) λόγω των κυρώσεων για τον πόλεμο στην Ουκρανία. Οπως τονίζεται σχετικά, «εντός του 2022 επιβλήθηκε στη CBM δέσμευση περιουσιακών στοιχείων από την Ε.Ε.».

Αυτό σημαίνει ότι δεσμεύονται όλα τα κεφάλαια και όλοι οι οικονομικοί πόροι που βρίσκονται στην ιδιοκτησία ή κατοχή ή τελούν υπό τον έλεγχο οποιουδήποτε στόχου δέσμευσης περιουσιακών στοιχείων και επίσης δεν διατίθενται κεφάλαια, άμεσα ή έμμεσα, προς όφελός του. «Ως αποτέλεσμα της δέσμευσης περιουσιακών στοιχείων που επιβλήθηκε στην CBM, απαγορεύτηκε στην Jetoil (ως ελληνική οντότητα) να διαθέτει κεφάλαια ή οικονομικούς πόρους προς ή προς όφελος της CBM εκτός από δεσμευμένο τραπεζικό λογαριασμό σύμφωνα με το καθεστώς κυρώσεων της Ε.Ε.». Σύμφωνα όμως με τους όρους του δανείου, οποιαδήποτε πληρωμή από την Jetoil πρέπει να γίνεται αποκλειστικά στον λογαριασμό των ομολογιούχων. Αυτός είναι ένας ρωσικός τραπεζικός λογαριασμός στο όνομα της CBM. Ως εκ τούτου, απαγορεύεται στην Jetoil να μεταφέρει κεφάλαια στον λογαριασμό και να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις πληρωμής της βάσει των όρων του δανείου.

Σημειώνεται ακόμη ότι στις 5 Μαρτίου 2023 η Τράπεζα Πειραιώς παραιτήθηκε από εκπρόσωπος των ομολογιούχων, λόγω των κυρώσεων που επιβλήθηκαν στη CBM. Παρά ταύτα η διοίκηση της Jetoil αισιοδοξεί ότι η αδυναμία αποπληρωμής των δόσεων και των τόκων δεν θα αποτελέσει αιτία καταγγελίας της σύμβασης, «η οποία αναμένεται να συνεχιστεί από τον χρόνο άρσης της δεσμεύσεως των περιουσιακών στοιχείων της CBM».

Ο Αλέξανδρος Χανδρής και η Jetοil Industries

Ανεξάρτητα του ποιος έχει το πάνω χέρι στην εταιρεία, από τα μέσα του 2019 στο σκηνικό της Jetοil εισήλθε, εμμέσως, και ο Αλέξανδρος Χανδρής. Ο γιος της Αλεξάνδρας Τερζή-Χανδρή (που είχε την Iπποτούρ) υπενθυμίζεται ότι είναι ο άνθρωπος που έστησε την εταιρεία ρεύματος nrg, η οποία στη συνέχεια εξαγοράστηκε από τον όμιλο της Motor Oil.

Ο Αλέξανδρος Χανδρής δεν έχει καμία εμπλοκή στα διοικητικά και μετοχικά δρώμενα της Cetracore-Jetοil, αλλά είναι εκείνος που ουσιαστικά δημιούργησε τον ξεχωριστό εταιρικό βραχίονα της Jetoil Industries με στόχο την επέκταση του δικτύου πρατηρίων της Jetoil.

Η εταιρεία ξεκίνησε τη λειτουργία του πρώτου πρατηρίου με την επωνυμία Jetoil τον Αύγουστο του 2019 και έκτοτε έχουν ακολουθήσει αρκετά εταιρικά και μισθωμένα πρατήρια που ανέρχονται σε περίπου 114 ανά την Ελλάδα.
H Jetoil Industries αποτελεί joint venture (50%-50%) μεταξύ της Cetracore-Jetoil και της ελβετικής εταιρείας Elemento Industries S.A. με μετόχους κατά 70% τον Αλέξανδρο Χανδρή και κατά 30% τον Δημήτριο Κακογιάννη. Πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος τόσο της Jetoil Industries όσο και της Elemento είναι ο Aλέξανδρος Xανδρής.

Διαβάστε ακόμη

Πρωτογενές πλεόνασμα 5 δισ. ευρώ και νέα μέτρα στήριξης 2,7 δισ. ευρώ το 2024

DHR Services: Με 10 ξενοδοχεία στο χαρτοφυλάκιό της, προχωρά και σε νέες συμφωνίες ανά την Ελλάδα

Επανέρχεται η σιδηροδρομική σύνδεση Αθηνών – Θεσσαλονίκης

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ