Η συμμετοχή της REGGEBORGH στο μετοχολόγιο του Ομίλου Ελλάκτωρ και της ΓΕΚ Τέρνα δημιουργεί τον κίνδυνο εναρμονισμένης συμπεριφοράς και μείωσης του ανταγωνισμού στον κατασκευαστικό κλάδο, σημειώνει μεταξύ άλλων η Επιτροπή Ανταγωνισμού στο πρώτο πόρισμα της για τη δημιουργία νέου κανονιστικού πλαισίου λειτουργίας στον κατασκευαστικό κλάδο.

Στην έκθεση της, που θα τεθεί σήμερα σε δημόσια διαβούλευση, διαπιστώνεται η απουσία συνθηκών αποτελεσματικού ανταγωνισμού στην αγορά και η μη επάρκεια των ισχυουσών διατάξεων περί του ανταγωνισμού (άρθρα 1, 2 και 5 μέχρι 10 Ν. 3959/2011) για τη δημιουργία τους. «Υπήρξε σημαντική συγκέντρωση του κλάδου των κατασκευών τη τελευταία δεκαετία με αύξηση των φραγμών εισόδου σε ορισμένες από τις επί μέρους αγορές», σημειώνεται μεταξύ άλλων.

Ως εκ τούτου η Επιτροπή Ανταγωνισμού θέτει μία σειρά από ζητήματα και προτάσεις επί τάπητος έχοντας λάβει υπόψη και τους τελευταίους νόμους που πέρασαν.

Για την REGGEBORGH

Σε ό,τι αφορά τις συμμετοχές της REGGEBORGH η Επιτροπή Ανταγωνισμού αναφέρει χαρακτηριστικά: «Σύμφωνα με την προηγηθείσα ανάλυση, εφαρμοζόμενη στην υπό αξιολόγηση περίπτωση κοινής οριζόντιας συμμετοχής με τη συνδρομή ομάδας εμπειρογνωμόνων, υπάρχει η πιθανότητα η REGGEBORGH να ασκεί επιρροή τουλάχιστον στη μια εκ των δυο εταιρειών όπου έχει σχετικό έλεγχο καθώς επίσης και να στρεβλώνει τη συμπεριφορά της είτε θετικά (maximizing total portfolio value) είτε αρνητικά (as a disruptive shareholder-investor) λαμβάνοντας υπόψη τα συνολικά της συμφέροντα και από τις δυο μαζί επενδύσεις στις ανταγωνίστριες εταιρείες.

Παλαιότερες ή πιθανώς μέλλουσες κινήσεις της REGGEBORGH όπως π.χ. η πρόταση για αλλαγή του ΔΣ της ΕΛΛΑΚΤΩΡ ή η πρόσφατη πρόταση για αύξηση μετοχικού κεφαλαίου έως και 120 εκ ευρώ (για την επικείμενη γενική συνέλευση των μετόχων στις 02/04/2021 η οποία εν τέλει αναβλήθηκε για τις 22/04/2021) συνεπικουρούν και ενδεχομένως ενισχύσουν ή διαλευκάνουν καλύτερα τα κίνητρα επένδυσης και το ρόλο του επενδυτικού ομίλου στις δυο ανταγωνίστριες εταιρείες παράλληλα.

Αντίστοιχα, κινήσεις λοιπών μετόχων ή νέων επενδυτών και αλλαγή της μετοχικής σύνθεσης ή εταιρικής διακυβέρνησης των δυο εταιρειών ενδέχεται να αλλάξει τη συνολική εκτίμηση του μεγέθους και προοπτικής πιθανού ρίσκου για στρέβλωση του ανταγωνισμού λόγω των κοινών οριζόντιων συμμετοχών της REGGEBORGH. Λαμβανομένων υπόψη των εν λόγω διαπιστώσεων, η κοινή οριζόντια συμμετοχή του fund στις δύο μεγαλύτερες κατασκευαστικές εταιρείες δύναται να οδηγήσει στις ακόλουθες θεωρίες βλάβης:

• Μη συντονισμένα μονομερή αποτελέσματα μείωσης ή μετριασμού των κινήτρων για ανταγωνισμό

• Συντονισμένα αποτελέσματα εναρμονισμένης συμπεριφοράς

Η ποσοτική ανάλυση των αντι-ανταγωνιστικών κινδύνων από τις κοινές συμμετοχές μειοψηφίας στην περίπτωση των εταιρειών ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ – ΕΛΛΑΚΤΩΡ, ως εκπονήθηκε από την ομάδα των εμπειρογνωμόνων είχε στόχο να καταδείξει ότι δύναται ελλείψει της κοινής ιδιοκτησίας να προκύψει αύξηση του αριθμού των επιχειρήσεων που ανταγωνίζονται στην αγορά που συνεπακόλουθα θα προκαλούσε αύξηση του αριθμού των συμμετεχόντων η οποία δύναται να έχει θετικά αποτελέσματα για τις διαγωνιστικές διαδικασίες των δημοσίων διαγωνισμών».

Οι διαγωνισμοί

Αναφορικά με τους διαγωνισμούς των έργων, βασική διαπίστωση της Επιτροπής Ανταγωνισμού είναι πως «ο αποτελεσματικός ανταγωνισμός μπορεί να ενισχυθεί περαιτέρω εφόσον ανταποκριθεί επαρκής αριθμός αξιόπιστων προσφερόντων στην πρόσκληση υποβολής προσφορών, με κίνητρο να ανταγωνιστούν για τη σύμβαση». Εκτιμά μάλιστα πως εάν ο ίδιος αριθμός εταιρειών που σήμερα κατεβαίνουν στους διαγωνισμούς δημοσίων έργων της 6ης τάξης κατέβαινε και για τους αντίστοιχους της 7ης τότε «θα αυξάνονταν δυνητικά και αποτελεσματικά ο αριθμός των οικονομικών προσφερόντων κατά περίπου 56% . Επιπλέον θα μπορούσε να συνεπάγεται μια θετική μεταβολή στην έκπτωση προς όφελος της διαγωνιστικής διαδικασίας και εξοικονόμηση πόρων».

5 «καυτά ζητήματα»

Επίσης στην γενικότερη ανάλυση της για τον κατασκευαστικό κλάδο βάσει του νομοθετικού πλαισίου αλλά και των προβληματισμών που εξέφρασαν οι ίδιες οι κατασκευαστικές εταιρείες η Επιτροπή Ανταγωνισμού στέκεται σε πέντε βασικά σημεία τα οποία πρέπει να επεξεργαστούν περαιτέρω μετά και τη δημόσια διαβούλευση:

*Το θέμα της ρύθμισης των ασυνήθιστα χαμηλών προσφορών. Μεταξύ άλλων η Επιτροπή στην έκθεση επισημαίνει πως στη διαμόρφωση εθνικών κανόνων για τον προσδιορισμό μιας προσφοράς ως ασυνήθιστα χαμηλής «θα πρέπει να ληφθούν υπόψη οι πραγματικές συνθήκες στην αγορά, ώστε να αναμορφωθούν, ενδεχομένως οι τιμές των περιγραφικών τιμολογίων των έργων και οι προεκτιμώμενες αμοιβές των μελετών και οι σχετικοί προϋπολογισμοί των δημοπρατούμενων συμβάσεων να καταρτίζονται από τις αναθέτουσες αρχές με βάση στοιχεία που θα προσεγγίζουν τις πραγματικές τιμές της αγοράς».

*Το ζήτημα της επαναφοράς του θεσμού της κατασκευαστικής κοινοπραξίας μετά την επιλογή αναδόχου του έργου. Σύμφωνα με την Επιτροπή Ανταγωνισμού «η ως άνω ρύθμιση θα πρέπει να αξιολογηθεί ως προς πιθανές συνέπειες που θα οδηγήσουν στην ανάπτυξη φαινομένων συμπαιγνιών και προτείνεται να διερευνηθεί περαιτέρω για πιθανές αντί-ανταγωνιστικές επιπτώσεις. Σ’ αυτό το πλαίσιο, επισημαίνεται ότι ιδίως η δυνατότητα σύστασης κατασκευαστικής κοινοπραξίας είχε καταργηθεί και η επαναφορά της ενδέχεται, να επιφέρει αρνητικότατες επιπτώσεις στη λειτουργία του ελεύθερου ανταγωνισμού κατά τη δημοπράτηση δημοσίων έργων».

*Τις αλλαγές του άρθρου 86 του ν. 4412/2016 στα κριτήρια ανάθεσης των συμβάσεων και στην ομοιογενή εφαρμογή των εν λόγω αντικειμενικών κριτηρίων από τις αναθέτουσες αρχές

*Τον τρόπο οργάνωσης και ιδίως τα κριτήρια κατάταξης του ΜΗ.ΕΕ.Δ.Ε για τυχόν αντίανταγωνιστικές επιπτώσεις σε συνδυασμό με την εισαγωγή νέων κριτηρίων βάσης και υπολογισμού για την υποβολή εγγυήσεων καλής εκτέλεσης και λειτουργίας.

*Την περαιτέρω διερεύνηση των συνθηκών για πιθανές αντί-ανταγωνιστικές επιπτώσεις στις συμβάσεις των ΣΔΙΤ. Και τούτο διότι αν και αναγνωρίζονται τα θετικά στοιχεία στην εκτέλεση τέτοιων έργων η Επιτροπή Ανταγωνισμού στέκεται και στο πόρισμα του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου το 2018 το οποίο διαπίστωνε ότι οι συμβάσεις ΣΔΙΤ παρέχουν στις δημόσιες αρχές τη δυνατότητα να συνάπτουν συμβάσεις για υποδομές μεγάλης κλίμακας μέσω μιας ενιαίας διαδικασίας, αυξάνοντας όμως τον κίνδυνο ανεπαρκούς ανταγωνισμού και, αποδυναμώνοντας, συνεπώς, τη διαπραγματευτική θέση των αναθετουσών αρχών.

Το πόρισμα της Επιτροπής Ανταγωνισμού

Διαβάστε ακόμα:

ΥΠΑΑΤ: «Αδρανοποιεί» την Επ. Ανταγωνισμού στην εποπτεία των σχέσεων Σούπερ Μάρκετ και παραγωγών

Lockdown: Έτσι θα ανοίξουν τα Λύκεια από Δευτέρα – Τι ισχύει για τα self test (vid)

ABO Wind: Σε αναμονή έργα 770MW γιατί ο ΑΔΜΗΕ αρνείται να εκδώσει όρους σύνδεσης