O Κινέζος Κόλιν Χουάνγκ αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα επιχειρηματία που ξεκίνησε την επαγγελματική του σταδιοδρομία στη Silicon Valley και στη συνέχεια, αποφάσισε να την εγκαταλείψει ιδρύοντας στη γενέτειρά του, τις δικές του εταιρείες τεχνολογίας.

Είναι ο ιδρυτής του κινεζικού κολοσσού Pinduoduo και ένας από τους πλουσιότερους επιχειρηματίες. Κάποια στιγμή μάλιστα, η καθαρή του αξία άγγιξε τα 45 δισεκατομμύρια δολάρια, τοποθετώντας τον ακριβώς πίσω από τους πλουσιότερους ανθρώπους της Κίνας – τον Μα Χουατένγκ της Tencent Holdings Ltd. και τον Τζακ Μα της Alibaba Group Holding Ltd.

Πρόσφατα όμως, έχασε 27 δισεκατομμύρια δολάρια τα περισσότερα χρήματα από οποιονδήποτε άλλον άνθρωπο στον κόσμο ακόμη και από τον πρόεδρο του ομίλου Evergrande του οποίου η αυτοκρατορία ακινήτων βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα σωρό χρέη και πρόσφατα έχασε 16 δισεκατομμύρια δολάρια.

Ας πάρουμε όμως, τα πράγματα από την αρχή.

Ο Κόλιν Χουάνγκ γεννήθηκε το 1980 και μεγάλωσε στην πόλη Χανγκζού της Κίνας – εκεί όπου τυγχάνει σήμερα, να έχει την έδρα της η Alibaba, ο μεγάλος ανταγωνιστής της εταιρείας του. Ο πατέρας του, ο οποίος δεν τελείωσε ποτέ το γυμνάσιο, εργαζόταν σε ένα τοπικό εργοστάσιο μαζί με τη μητέρα του. Σαν οικογένεια δεν είχαν ποτέ πολλά χρήματα, κατάφερναν όμως, να τα βγάζουν πέρα.

Ο Χουάνγκ σε αντίθεση με τον πατέρα του, από μικρός λάτρευε το σχολείο και ήταν πάντοτε ένας από τους καλύτερους μαθητές. Στα 18 του, άρχισε να σπουδάζει πληροφορική στο πανεπιστήμιο Zhejiang και λίγο αργότερα, έλαβε τον πρώτο του μισθό ως ασκούμενος στη Microsoft, μισθός ο οποίος έφτανε τα 6.000 γουάν. Μόνο από την πρακτική του, κέρδιζε περισσότερα χρήματα και από τους δύο γονείς του αθροιστικά. Λίγο αφότου ολοκλήρωσε την εκπαίδευσή του το 2004, τρεις μεγάλες εταιρείες η Microsoft, η IBM και η Oracle του έκαναν αμέσως πρόταση για δουλειά. Εκείνος απέρριψε και τις τρεις και αποφάσισε να συνεργαστεί με την Google. Αφού εργάστηκε για τρία χρόνια ως μηχανικός στην εταιρεία, το 2007 παραιτήθηκε. Είχε κουραστεί όπως είχε δηλώσει στο παρελθόν ο ίδιος, τα δεκάδες υπερατλαντικά ταξίδια από τις ΗΠΑ στην Κίνα, για να επιλύει ακόμη και το πιο μικρό πρόβλημα στην εταιρεία.

Τα πρώτα επιχειρηματικά βήματα

Τότε επέστρεψε στη βάση του, στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη για να σχεδιάσει τη δημιουργία της πρώτης του επιχείρησης. Επρόκειτο για έναν ιστότοπο ηλεκτρονικού εμπορίου που ονομάστηκε Ouku και κατάφερε να γίνει δημοφιλής μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Τρία χρόνια μετά και συγκεκριμένα το 2010, ο Χουάνγκ πούλησε την πρώτη του εταιρεία αφού συνειδητοποίησε ότι εκεί έξω υπήρχαν χιλιάδες άλλες ιστοσελίδες με παρόμοιο προσανατολισμό και περιεχόμενο. Στη συνέχεια ίδρυσε τη Leqi, έναν άλλον ιστότοπο, σκοπός του οποίου ήταν να βοηθήσει εταιρείες να προωθήσουν τις υπηρεσίες τους σε ιστοσελίδες και εφαρμογές όπως το Taobao της Alibaba και η JD.com Inc. Κάποια χρόνια αργότερα, δημιούργησε τη Xunmeng, ένα στούντιο τυχερών παιχνιδιών. Και οι δύο αυτές νεοφυείς εταιρείες απογειώθηκαν και ο Χουάνγκ ήταν πλέον «οικονομικά ανεξάρτητος».

Τα επιχειρηματικά του σχέδια είχαν ήδη πάρει φωτιά όταν αρρώστησε βαριά έπειτα από μόλυνση στο αυτί. Έπρεπε να ξεκουραστεί. Σταμάτησε να πηγαίνει στο γραφείο και τελικά, το 2013, αποφάσισε να συνταξιοδοτηθεί σε ηλικία μόλις 33 ετών. Μετά από ένα χρόνο στο σπίτι, ήρθε πλέον η στιγμή να αποφασίσει ποιο θα ήταν το επόμενο επαγγελματικό του βήμα. Σκέφτηκε να ιδρύσει ένα hedge fund και να μετακομίσει στις ΗΠΑ. Ήθελε να συνδυάσει το εμπόριο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Εκείνη την εποχή, η Alibaba κυριαρχούσε στις διαδικτυακές επιχειρήσεις και το WeChat ήταν πλέον, απαραίτητο εργαλείο για κάθε Κινέζο. Και τότε του ήρθε η ιδέα για την Pinduoduo. Ίδρυσε την εταιρεία το 2015 και αμέσως ξεκίνησε η ανοδική πορεία. Χάρη σε αυτή, ο Χουάνγκ στέφθηκε δισεκατομμυριούχος.

Pinduoduo

Η Pinduoduo Inc., έγινε η τρίτη μεγαλύτερη πλατφόρμα ηλεκτρονικού εμπορίου στη Κίνα, με αγοραία αξία άνω των 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Σε μόλις έξι μήνες, η περιουσία του Χουάνγκ αυξήθηκε κατά 25 δισεκατομμύρια δολάρια. Το 2018, η εταιρεία ανέφερε περισσότερους από 200 εκατομμύρια χρήστες και τον Ιούλιο του ίδιου έτους εισήχθη για πρώτη φορά στο χρηματιστήριο με IPO που έφτανε τα 1,6 δισεκατομμύρια δολάρια.

Η επιτυχημένη εταιρεία Pinduoduo, μέσα σε πολύ λίγο διάστημα κατάφερε να αναδειχθεί σε άξιο αντίπαλο μεγάλων κινεζικών κολοσσών τεχνολογίας με πολυετή εμπειρία όπως η JD.com αλλά και η Alibaba. Το πρώτο τρίμηνο από την έναρξη της πανδημίας, οι ενεργοί χρήστες της PDD αυξήθηκαν κατά 68% και τα έσοδά της εκτοξεύτηκαν στο +44%. Το Δεκέμβριο, οι ετήσιοι ενεργοί χρήστες της έφτασαν τα 788 εκατομμύρια, ξεπερνώντας τους 779 εκατομμύρια χρήστες της Alibaba.

Η «κοινή ευημερία» του Σι Τζινπίνγκ

Η αξία της εταιρείας στην αγορά κορυφώθηκε στα 178 δισεκατομμύρια δολάρια πριν πέσει απότομα μόλις πρόσφατα στα περίπου 125 δισεκατομμύρια δολάρια. Ο Χουάνγκ ο οποίος τώρα αξίζει περίπου 35 δισεκατομμύρια δολάρια και κατέχει το 28% της Pinduoduo, αποσύρθηκε από τη θέση του ως γενικός διευθυντής πέρυσι ενώ το Μάρτιο παραιτήθηκε και από πρόεδρος της εταιρείας του. Η Pinduoduo ανακοίνωσε τον περασμένο μήνα, το πρώτο τριμηνιαίο καθαρό κέρδος της ως κρατική εταιρεία.

Αδιαμφισβήτητα, οι κανόνες του παιχνιδιού για τους Κινέζους δισεκατομμυριούχους επιχειρηματίες έχουν αλλάξει. Ο Πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ με το σχέδιό του «κοινή ευημερία» επιθυμεί να ελέγξει τις εταιρείες του ιδιωτικού τομέα της χώρας και η ιστορία του Κόλιν Χουάνγκ αποτελεί το τελευταίο και πιο τρανταχτό παράδειγμα αυτής της ιστορίας. Αξίζει να σημειωθεί μάλιστα, πως από τους 10 δισεκατομμυριούχους με τη μεγαλύτερη πτώση στην καθαρή τους περιουσία φέτος, έξι προέρχονται από την Κίνα, σύμφωνα με το Bloomberg Index. Μεταξύ αυτών, ο Ζονγκ Σανσάν, πρόεδρος της εταιρείας εμφιαλωμένου νερού Nongfu Spring Co, η οποία έχασε 18 δισεκατομμύρια δολάρια αλλά και ο Τόνυ Μα της Tencent, η περιουσία του οποίου συρρικνώθηκε κατά 10 δισεκατομμύρια δολάρια.

Διαβάστε ακόμη

Η σεμνή Ούρσουλα, τα… δάκρυα της Μυκόνου και η νέα μεγάλη μάχη της Κρήτης 

Alpha Bank: Μέχρι 1η Οκτωβρίου σε ισχύ η εθελούσια – Ποιοι θα λάβουν και πριμ 5%

efood: Πόσο υποχώρησαν οι παραγγελίες μετά το κύμα «ψηφιακού ακτιβισμού»