Νέα ανακοίνωση με την οποία αντικρούει την προ ημερών τοποθέτηση της Εθνικής Τράπεζας εξέδωσε η Χαλυβουργική. Η απόφαση της ETE να αιτηθεί την υπαγωγή της ιστορικής βιομηχανίας σε καθεστώς ειδικής διαχείρισης, έχει προκαλέσει τη σφοδρή αντιπαράθεση των δύο πλευρών που πλέον επιδίδονται σε πόλεμο ανακοινώσεων και αλληλοκατηγοριών.

Η Χαλυβουργική με ανακοίνωσή της (στις 4/3/2021) είχε καταλογίσει ευθύνες στη διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας για το γεγονός ότι αγνόησε, όπως υποστηρίζει, τις προτάσεις αναδιάρθρωσης του δανεισμού της και τα επιχειρηματικά σχέδια που υπέβαλε, κατηγορώντας, μάλιστα, τη διοίκηση της ΕΤΕ ότι “εκτελεί προδιαγεγραμμένη αποστολή σε βάρος των συμφερόντων της ίδιας και των μετόχων και προφανέστατα υπέρ συμφερόντων τρίτων”.

Η Εθνική Τράπεζα είχε απαντήσει απορρίπτοντας πλήρως τους ισχυρισμούς της Χαλυβουργικής και αναφέροντας πως «αρνείται κατηγορηματικά τις αβάσιμες κατά τα λοιπά αιτιάσεις που της απευθύνονται και επιφυλάσσεται για κάθε νόμιμο περαιτέρω δικαίωμα και ενέργεια». Η ΕΤΕ είχε αναφέρει πως ενώ είχε το δικαίωμα καταγγελίας, εντούτοις με καλή πίστη και διάθεση και σύμφωνα με τις βέλτιστες πρακτικές, εξέτασε όλες τις διαθέσιμες εναλλακτικές λύσεις. Τελικώς, σημειώνονταν στην ανακοίνωση της τράπεζας, προέκρινε την επιλογή υποβολής ένδικης αίτησης για ειδική διαχείριση, η οποία πρόκειται να κριθεί από τα αρμόδια Δικαστήρια, “μετά από στάθμιση όλων των επιλογών, λαμβάνοντας υπόψη τον παράγοντα του χρόνου μη εξυπηρέτησης, την ανάγκη μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων – όπως επιτάσσει η τραπεζική νομοθεσία και το επιχειρηματικό σχέδιο της Τράπεζας – και με γνώμονα τη διαφύλαξη των συμφερόντων των μετόχων της”.

Σε νέα ανακοίνωση που δημοσιοποίησε σήμερα η βιομηχανία, συμφερόντων της οικογένειας Αγγελόπουλων, παρουσιάζει αναλυτικά την Πρόταση Επανεκκίνησης που είχε καταθέσει για τη Χαλυβουργική και υποστηρίζει πως δεν έλαβε ουδεμία απάντηση από την ΕΤΕ. “Την ίδια εχθρική αντιμετώπιση βρήκαν οι διαρκείς απόπειρές μας να συνεργαστούμε με την ΕΤΕ και να αναζητήσουμε από κοινού λύση για την επόμενη ημέρα της βιομηχανίας μας σε μία σειρά εξειδικευμένων, πλην καθόλα κρίσιμων ζητημάτων”, σημειώνεται χαρακτηριστικά. Περαιτέρω, η Χαλυβουργική αναφέρει, μεταξύ άλλων, πως «πως η ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ, άλλοτε στυλοβάτης της υγιούς επιχειρηματικότητας και της Εθνικής Οικονομίας, κατέληξε υπό τη Διοίκηση του Παύλου Μυλωνά να συνεργάζεται παρασκηνιακώς με συμφέροντα επιζήμια για την ίδια και τους μετόχους της και με κριτήρια αδιαφανή και, οπωσδήποτε, αμφιλεγόμενα».

Στην ίδια ανακοίνωση υπάρχουν μομφές για το ρόλο της PwC στην υπόθεση, ενώ η ανακοίνωση καταλήγει: “ Οι μεθοδεύσεις και τα σκοτεινά σημεία στη στάση της ΕΤΕ δεν έχουν τελειωμό. Η διοίκηση και οι φορείς της Εταιρείας μας είναι αποφασισμένοι να τα αναδείξουν και να αποτρέψουν το έγκλημα που έχουν απεργαστεί ορισμένα στελέχη του σήμερα και του χθες σε συνεργασία και με την PwC, αγνοώντας προκλητικά για λόγους που μόνο εκείνοι γνωρίζουν κάθε αρχή νόμιμης, καλόπιστης και αμοιβαία επωφελούς επίλυσης των θεμάτων της εταιρείας μας.”

Ολόκληρη η ανακοίνωση της Χαλυβουργικής :

Η αλήθεια για τη στάση της ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ στην υπόθεση της ΧΑΛΥΒΟΥΡΓΙΚΗΣ: Ανεπάρκεια ή Σκοπιμότητα;

Σε απάντηση σειράς δημοσιευμάτων που είτε αναπαράγουν άκριτα ανακριβείς πληροφορίες που διακινεί η ίδια η ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ μέσω της πρόσφατης δημόσιας απάντησής της, είτε δρουν κατ’ εντολή επιχειρηματικών συμφερόντων που, ημέρα με την ημέρα, αποκαλύπτονται, είμαστε υποχρεωμένοι να αποσαφηνίσουμε τα ακόλουθα:

1. Η ΧΑΛΥΒΟΥΡΓΙΚΗ από τον Δεκέμβριο του 2017 έχει υποβάλει στην Εθνική Τράπεζα τεκμηριωμένη και αναλυτική πρόταση Επανεκκίνησης, στην οποία προβλέπονταν μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:

* Η εκ νέου εισφορά δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ από την πλευρά των μετόχων (πλέον δηλαδή των 250 και περισσότερων εκατομμυρίων Ευρώ που έχουν επενδύσει από το 2003 μέχρι σήμερα). Τα νέα κεφάλαια, μάλιστα, προβλεπόταν ότι δεν θα είχαν καμμία απολύτως απόδοση επί 10 έτη, καθώς όλα τα κέρδη της εταιρείας προορίζονταν για την εξόφληση του δανεισμού της. Μεγαλύτερη απόδειξη για την πίστη της εταιρείας και των μετόχων της στη βιωσιμότητα της Πρότασης Επανεκκίνησης και του επιχειρηματικού σχεδίου (business plan) που τη συνόδευε δεν μπορεί να υπάρξει στην επιχειρηματική και τραπεζική πρακτική.

* Μετά την ως άνω 10ετία, η πρόταση της εταιρείας ήταν οι δανείστριες τράπεζες να εξακολουθούν να συμμετέχουν στα κέρδη έναντι των οφειλών προς αυτές (profit sharing).

* Στην περίπτωση που η αγορά θα πήγαινε καλύτερα από τις προβλέψεις, προβλεπόταν μηχανισμός cash sweep πάλι υπέρ των τραπεζών.

* Περαιτέρω, για τα πρώτα 5 έτη της αναδιάρθρωσης του δανεισμού που προτείναμε δεν προβλεπόταν καμμία μείωση της ονομαστικής αξίας του δανεισμού της εταιρείας.

* Ταυτόχρονα, επισημαινόταν ότι από το 2010 η εταιρεία έχει ενισχυθεί με αυξήσεις κεφαλαίου ύψους 102,5 εκ. Ευρώ, τα οποία έχουν αναλωθεί σε πληρωμές τόκων. Είναι πράγματι εντυπωσιακό το γεγονός ότι η εταιρεία από την αρχή της οικονομικής κρίσης (2008) που έπληξε τη Χώρα έχει καταβάλει σε τόκους το ποσό των 109,6 εκ. Ευρώ (σε ΕΤΕ και Τρ. Πειραιώς).

* Εντούτοις, μόνο από το 2015 μέχρι σήμερα η εταιρεία μας επιβαρύνθηκε από την ΕΤΕ με επιπλέον τόκους 103 εκ. Ευρώ (!!). Την ίδια χρονική περίοδο, δηλαδή, κατά την οποία είχαν αρχίσει και διεξάγονταν οι μεταξύ μας συζητήσεις και διαπραγματεύσεις για την αναδιάρθρωση του δανεισμού μας. Με τέτοιες καταχρηστικές πρακτικές, όμως, δεν θα μείνει όρθια στο τέλος καμμία επιχείρηση στην Ελλάδα της παρατεταμένης κρίσης και των κόκκινων δανείων.

* Στην ίδια πρόταση Επανεκκίνησης, τονιζόταν, επίσης, η κομβική σημασία της βιομηχανίας μας για την Εθνική Οικονομία και επισημαίνονταν τόσο η έλλειψη ενεργειακής πολιτικής της Χώρας που εξακολουθεί να ταλανίζει την Ελληνική βιομηχανία, όσο και οι στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό λόγω της ευνοϊκής αντιμετώπισης του εγχώριου ανταγωνισμού από εταιρείες με μετόχους που αναδιάρθρωναν τον δανεισμό των εταιρειών τους χωρίς δική τους συνεισφορά (π.χ. μέσω σκανδαλώδους ανατίμησης παγίων στοιχείων ύψους 114εκ. Ευρώ).

2. Στην παραπάνω Πρόταση Επανεκκίνησης, η οποία υποβλήθηκε σε πλαίσιο καλής πίστης και συνεργασίας και με την τήρηση κάθε τεχνοκρατικού και ουσιαστικού κριτηρίου, ΟΥΔΕΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ λάβαμε. Καμμία παρατήρηση, καμμία πρόταση υποβολής βελτιώσεων, καμμία αντιπρόταση. Καμμία έστω προσχηματική εξήγηση για την εκκωφαντική αυτή σιωπή.

3. Την ίδια εχθρική αντιμετώπιση βρήκαν οι διαρκείς απόπειρές μας να συνεργαστούμε με την ΕΤΕ και να αναζητήσουμε από κοινού λύση για την επόμενη ημέρα της βιομηχανίας μας σε μία σειρά εξειδικευμένων, πλην καθόλα κρίσιμων ζητημάτων.

4. Ουδεμία απάντηση ή παρατήρηση λάβαμε στην εμπεριστατωμένη Γνωμοδότηση που θέσαμε υπόψη της τράπεζας με την οποία τεκμηριωνόταν ότι σε περίπτωση που επιχειρηθεί «λύση» Ειδικής Διαχείρισης θα χαθούν οι άδειες για τη χρήση του αιγιαλού και κατ’ επέκταση των λιμενικών εγκαταστάσεων της Χαλυβουργικής και, ακολούθως, ότι η δυνατότητα αυτή πρέπει να αποκλεισθεί προκειμένου να μην απαξιωθεί η αξία των περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης.

5. Καμμία απάντηση επίσης στην πρότασή μας για την από κοινού σύνταξη της αναγκαίας περιβαλλοντικής μελέτης.

6. Καμμία απάντηση στο ύστατο αίτημά μας για συνάντηση τον Ιανουάριο του 2021.

7. Η μόνη (έμμεση) και αδικαιολόγητα εχθρική απάντηση που έχουμε λάβει τα τελευταία 4 χρόνια ήταν η επιεικώς απαράδεκτη και από κάθε άποψη ελεγκτέα δημόσια τοποθέτηση του Διευθύνοντος Συμβούλου της Τράπεζας, Παύλου Μυλωνά τον Ιανουάριο του 2020, όταν και ατεκμηρίωτα αποφαινόταν ότι «η χώρα δεν χρειάζεται την ΧΑΛΥΒΟΥΡΓΙΚΗ (!!)».

8. Ήρθε όμως η στιγμή και οι εξηγήσεις για όσα παράδοξα αντιμετωπίζαμε δόθηκαν. Φαίνεται, δυστυχώς, ότι η ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ, άλλοτε στυλοβάτης της υγιούς επιχειρηματικότητας και της Εθνικής Οικονομίας, κατέληξε υπό τη Διοίκηση του Παύλου Μυλωνά να συνεργάζεται παρασκηνιακώς με συμφέροντα επιζήμια για την ίδια και τους μετόχους της και με κριτήρια αδιαφανή και, οπωσδήποτε, αμφιλεγόμενα.

9. Πράγματι, μόνο στο πλέον δυστοπικό σενάριο θα πίστευε κανείς ότι η ΕΤΕ θα επιδίωκε αίφνης να μετατραπεί σε παλιοσίδερα προηγμένος βιομηχανικός εξοπλισμός ιδιαίτερα υψηλής κεφαλαιουχικής αξίας και να αντικατασταθεί η εθνική παραγωγή προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας από αποθήκες (!!). Όταν, μάλιστα, η τράπεζα γνωρίζει πολύ καλά ότι οι εγκαταστάσεις μας είναι εδώ και δεκαετίες αδειοδοτημένες αποκλειστικά για την παραγωγή χάλυβα.

10. Στο ίδιο πλαίσιο, τουλάχιστον ύποπτος είναι και ο ρόλος της Pricewaterhouse Coopers (PWC), η οποία, προσέγγισε τον φορέα/μέτοχο της εταιρείας μας, χωρίς στοιχειώδη σεβασμό στην κατάσταση της υγείας του και ανέλαβε επ’ αμοιβή να του λύσει δήθεν τα ζητήματα της επιχείρησής του. Εντούτοις, ταυτόχρονα, φορώντας το προσωπείο του τεχνοκράτη, συμμετέχει και δρα για λογαριασμό της ΕΤΕ στο ξεπούλημα της επιχείρησής του, καθώς είναι αυτή που συνέταξε τη βεβαίωση για το ποσοστό που αντιπροσωπεύουν οι απαιτήσεις της ΕΤΕ, η οποία και συνοδεύει την αίτηση της ειδικής διαχείρισης. Παράλληλα, είναι εδώ και χρόνια ο ορκωτός ελεγκτής της ίδιας της Τράπεζας. Γιάννης κερνάει, Γιάννης πίνει, δηλαδή, σε τρία διαφορετικά επίπεδα. Αναμφίβολα, οι παραπάνω ενέργειες συνιστούν κατάφωρη παραβίαση των στοιχειωδών κανόνων δεοντολογίας και σύγκρουσης συμφερόντων που διέπουν τις ελεγκτικές εταιρείες και θα κριθούν αρμοδίως όπου και όταν χρειαστεί. Τα γνωρίζει και τα εγκρίνει αυτά το Audit Committee και το Risk Committee της Τράπεζας; Μάλλον όχι!

11. Οι μεθοδεύσεις και τα σκοτεινά σημεία στη στάση της ΕΤΕ δεν έχουν τελειωμό. Η διοίκηση και οι φορείς της Εταιρείας μας είναι αποφασισμένοι να τα αναδείξουν και να αποτρέψουν το έγκλημα που έχουν απεργαστεί ορισμένα στελέχη του σήμερα και του χθες σε συνεργασία και με την PwC, αγνοώντας προκλητικά για λόγους που μόνο εκείνοι γνωρίζουν κάθε αρχή νόμιμης, καλόπιστης και αμοιβαία επωφελούς επίλυσης των θεμάτων της εταιρείας μας.

Διαβάστε ακόμη:

Στο «Γέφυρα ΙΙ» ποντάρουν οι τράπεζες – Ποιοι δανειολήπτες θεωρούνται επιλέξιμοι

Όμιλος Βιοιατρική: Η επόμενη ημέρα, ο «διάδοχος» Γιώργος Σπανός και οι κινήσεις συγκέντρωσης

Αegean: Εγκρίθηκε η αύξηση κεφαλαίου-Βασιλάκης: Αντέξαμε, δεσμευόμαστε ότι θα πετύχουμε