Ο Μπόρις Τζόνσον μπορεί να πανηγύρισε για τη συμφωνία που επιτεύχθηκε μεταξύ Βρετανίας και Ε.Ε. για την μετά Brexit εποχή, αλλά στην πραγματικότητα το ντιλ θα κριθεί στην πράξη και όπως επισημαίνουν πολλοί αναλυτές στη χώρα, είναι ετεροβαρές από τη γέννησή του.

Ένα από τα θετικά της συμφωνίας για το Ηνωμένο Βασίλειο είναι ότι τα βρετανικά εμπορεύματα θα έχουν πλήρη πρόσβαση στην αγορά της Ε.Ε.. Θα γίνονται μεν τελωνειακοί έλεγχοι, οι οποίοι μπορεί να είναι τυπικοί ως επί το πλείστον, αλλά δεν θα επιβάλλονται δασμοί ή ποσοστώσεις.

Αυτό είναι αλήθεια, αλλά είναι η μισή αλήθεια.

Το γεγονός ότι η ροή των εμπορευμάτων θα είναι ελεύθερη και προς τις δύο πλευρές εξυπηρετεί και την Ευρωπαϊκή Ένωση, για την οποία η αγορά της Βρετανίας είναι ιδιαίτερα σημαντική και το εμπορικό ισοζύγιο είναι πλεονασματικό (οι χώρες της Ε.Ε. εξάγουν στη Βρετανία περισσότερα από όσα εισάγουν από αυτήν).

H E.E. είναι ο μεγαλύτερος προμηθευτής του Ηνωμένου Βασιλείου καθώς αντιπροσωπεύει το 52% του συνόλου των εισαγωγών, ενώ οι εξαγωγές του προς τις χώρες της Ενωμένης Ευρώπης έχουν πέσει στο 43% των συνολικών.

Τώρα, σε ότι αφορά στις υπηρεσίες (κυρίως τις χρηματοπιστωτικές), όπου ο ισοζύγιο είναι πλεονασματικό για τη Βρετανία, εκεί η συμφωνία… δεν προβλέπει τίποτα, για την ακρίβεια ελάχιστα, τα οποία μένει να διευκρινιστούν στο μέλλον. Στην πραγματικότητα η διαπραγμάτευση θα γίνει στο μέλλον, όπως ρητά ξεκαθάρισαν οι ευρωπαϊκές αρχές μετά τη συμφωνία των Χριστουγέννων.

Αυτό που έχει συμφωνηθεί είναι ότι η πρόσβαση των βρετανικών εταιρειών στην αγορά της Ε.Ε. θα παρέχεται μόνο εφόσον η τελευταία παρέχει καθεστώς «ισοδυναμίας», ήτοι θα αναγνωρίζει ως επαρκές το σύστημα ρύθμισης και εποπτείας της βρετανικής αγοράς. Εάν κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει, θα μπορεί να αποσύρει την πρόσβαση μέσα μάλιστα σε προθεσμία ενός μηνός.

Είναι προφανές ότι η κατάσταση αυτή δυσκολεύει πολύ την πρόθεση των Βρετανών να αλλάξουν τη νομοθεσία της χώρας τους, χωρίς να δεσμεύονται από την ευρωπαϊκή νομοθεσία όπως συνέβαινε μέχρι τώρα, έτσι ώστε να μπορέσουν να απογειώσουν την οικονομία τους.

Εκεί βασίστηκε, άλλωστε, ολόκληρη η καμπάνια για το Brexit. Οι Βρυξέλλες μας πνίγουν, πρέπει να απαλλαγούμε από αυτές, ήταν το κεντρικό σύνθημα. Και το υπονοούμενο ήταν ότι η αποχώρηση από την Ε.Ε. θα επέτρεπε στη Βρετανία να εκμεταλλευτεί το συγκριτικό πλεονέκτημα που ήδη έχει στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες (επενδυτικές τράπεζες, ασφάλειες, θεματοφυλακή, χρηματιστήριο) ώστε να μετατραπεί σε ακόμα ισχυρότερο παγκόσμιο κέντρο.

Όμως, εάν οι… Βρυξέλλες δουν ότι ο Τζόνσον ή όποιος άλλος πρωθυπουργός… το παρακάνει με τις αλλαγές στη νομοθεσία, θα μπορούν πολύ εύκολα να αποσύρουν την «ισοδυναμία» και να κλείσουν την πόρτα στις βρετανικές επιχειρήσεις στην αγορά της Ε.Ε. μέσα σε διάστημα ενός μηνός. Εάν συμβεί κάτι τέτοιο, το Ηνωμένο Βασίλειο θα πρέπει να συνάπτει συμφωνίες με κάθε χώρα ξεχωριστά για να διασφαλίσει την πρόσβαση, κάτι που προφανώς δεν διευκολύνει καθόλου ένα παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό κέντρο όπως το Λονδίνο.

Με άλλα λόγια, οι Βρυξέλλες διατήρησαν την πρόσβαση στην αγορά του Ηνωμένου Βασιλείου, αλλά κράτησαν στα χέρια τους ένα δυνατό εργαλείο διαπραγμάτευσης πίεσης για τις υπηρεσίες, το οποίο μπορεί να αποτελέσει ισχυρό εμπόδιο στα σχέδια των Βρετανών να καταστήσουν το Λονδίνο ένα παγκόσμιο «offshore» χρηματοπιστωτικό κέντρο.

Και οι δυνατότητες της Βρετανίας να εκμεταλλευτεί την ελευθερία που της παρέχει το Brexit περιορίζονται σημαντικά.

Το που θα «κάτσει η μπίλια» θα εξαρτηθεί από τις κινήσεις των Βρετανών και την αντίδραση των Βρυξελλών, αλλά το παιχνίδι τώρα μόλις ξεκίνησε.

Διαβάστε ακόμα:

Μηδενίζεται το ενοίκιο για τις επιχειρήσεις που θα παραμένουν κλειστές έως τις 11/1