Η ισοτιμία του ευρώ είναι το νέο μεγάλο στοίχημα για τις αγορές, όχι μόνο για όσους παρακολουθούν το συνάλλαγμα, αλλά επειδή η πορεία του κοινού νομίσματος αντανακλά ευρύτερα το σύνολο των προβλημάτων που ταλαιπωρούν την ευρωζώνη και τον τρόπο που αυτή ανταποκρίνεται στη νέα μεγάλη κρίση.

Το ευρώ έχει υποχωρήσει 10% φέτος, προ ημερών πέρασε πρόσκαιρα κάτω από την ισοτιμία του 1 προς 1 και παρότι κινείται ελαφρά πάνω από το σημείο αυτό, παραμένει σε χαμηλα 20ετίας (1,02 δολάρια για ένα ευρώ).

Η υποχώρηση οφείλεται στις ανησυχίες για το κόστος που θα έχει η ενεργειακή κρίση στην Ευρώπη, προκαλώντας ένα δηλητηριώδη συνδυασμό πληθωρισμού και ύφεσης,, αλλά και τα πολιτικά προβλήματα που μπορεί να δημιουργηθούν στην Ιταλία, όπου όλα δείχνουν ότι το φθινόπωρο θα υπάρξει κυβέρνηση από ακροδεξιές δυνάμεις, οι οποίες έχουν αντιευρωπαϊκή ρητορική -αν και προς το παρόν οι εκτιμήσεις συγκλίνουν στο ότι δεν θα αμφισβητήσουν θεμελιωδώς τη σχέση με την Ευρώπη.

Το  Bloomberg θυμίζει ότι το ευρώ έχει πέσει χαμηλότερα και από ότι κατά τη μεγάλη κρίση του 2012 (είχε πέσει τότε στα 1,2 δολάρια) και διατυπώνει την εκτίμηση ότι στο τέλος του χρόνου θα βρίσκεται στα 1,06 δολάρια. Ορισμένες αναλύσεις, πάντως, κάνουν λόγο για ακόμα χαμηλότερη ισοτιμία του ευρώ και δεν αποκλείουν και υποχώρηση ακόμα και στα 90 ή και 80 σεντς, εάν η κρίση στην Ευρωζώνη επιδεινωθεί.

Σημαντικό ρόλο παίζουν βέβαια και τα επιτόκια, καθώς εκείνα του δολαρίου βρίσκονται στη ζώνη του 2,25-2,50%, ύστερα από την αύξηση κατά 0,75 της μονάδας που έκανε η FED την περασμένη εβδομάδα, ενώ εκείνα του ευρώ μόλις έφυγαν από την αρνητική περιοχή μετά την μεγάλη, για τα ευρωπαϊκά δεδομένα, αύξηση κατά μισή μονάδα που αποφάσισε η ΕΚΤ πριν 15 ημέρες: Η ΕΚΤ πλέον δίνει 0% για καταθέσεις εμπορικών τραπεζών και τις δανείζει με 0,5-0,75%).

Θεωρείται πλέον σχεδόν βέβαιο ότι μέχρι τέλος του έτους η ΕΚΤ θα αναγκαστεί να αυξήσει τουλάχιστον κατά μια μονάδα το βασικό επιτόκιο της, καθώς η υστέρηση σε σχέση με εκείνο της FED έχει ως αποτέλεσμα τα διεθνή κεφάλαια να στρέφονται στο δολάριο ενισχύοντας την ισοτιμία του.

Το ενδιαφέρον είναι ότι η κατάσταση αυτή έχει δημιουργήσει μια  αντιστροφή ρόλων εντός της Ευρωζώνης, αφού στη θέση του αδύναμου κρίκου βρίσκεται πλέον η Γερμανία, ενώ οι χώρες του Νότου είναι σε σχετικά ευνοϊκότερη θέση.

Η πτώση του ευρώ καθιστά  ακριβότερες τις εισαγωγές ενέργειας, γεγονός που κοστίζει ιδιαίτερα ακριβά στη Γερμανία, η οποία ήταν «εξαρτημένη» από το φθηνό ρωσικό αέριο, ενώ δεν διαθέτει τις υποδομές για να το αντικαταστήσει με εισαγόμενο υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG). Αντίθετα χώρες του Νότου όπως η Ελλάδα, η Ιταλία και η Ισπανία βρίσκονται σε καλύτερη θέση, με επαρκέστερες υποδομές για LNG, ενώ και η Γαλλία έχει το «ατού» του εκτεταμένου δικτύου πυρηνικών εργοστασίων.

Η παγίδα στην οποία έχει πέσει η Γερμανία είναι διπλή, καθώς επιπλέον της ακριβής ενέργειας βρίσκεται αντιμέτωπη και με έλλειψη/ανατίμηση των πρώτων υλών. Ο συνδυασμός αυτός «κόβει τα πόδια» του βασικού ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος της γερμανικής οικονομίας, ήτοι της παραγωγικής υποδομής (μεταποίηση)  η οποία επεξεργάζεται πρώτες και ενδιάμεσες ύλες για να παράγει εξαγόμενα προϊόντα.

Το αποτέλεσμα είναι ότι η γερμανική οικονομία να βρίσκεται ήδη σε στασιμότητα (μηδενική αύξηση του ΑΕΠ) για δύο τρίμηνα και να οδεύει προς την ύφεση, ενώ σύμφωνα με κάποιες αναλύσεις βρίσκεται ήδη σε ύφεση.

Στον αντίποδα, τώρα, ο τουρισμός των χωρών του Νότου γνωρίζει «πιένες», καθώς επισκέπτες από όλο τον κόσμο και βέβαια από τις ΗΠΑ κατακλύζουν την Ελλάδα, την Ιταλία, τη Γαλλία και την Ισπανία, πάνω από τις προβλέψεις και αποτελούν έτσι μια σημαντική ένεση για τις οικονομίες και το ΑΕΠ των χωρών αυτών.

Δεν φαίνεται πάντως πιθανό ότι συνολικά η Ευρωζώνη θα καταφέρει να αποφύγει την ύφεση.

Το δεύτερο τρίμηνο το ΑΕΠ της ευρωζώνης αυξήθηκε κατά 0,7% σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο, περισσότερο από την πρόβλεψη που ήταν 0,1% κυρίως χάρη στην μεγαλύτερη μεγέθυνση που πραγματοποιήθηκε στις μεγάλες χώρες του Νότου, (Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία). Ωστόσο, η εικόνα ήταν διαφορετική στη Γερμανία (στασιμότητα) στις Βαλτικές χώρες και την Πορτογαλία.

Η κρίση στην μεταποίηση δεν περιορίζεται, βέβαια, στη Γερμανία, καθώς ο δείκτης εμπιστοσύνης στη βιομηχανία της ευρωζώνης έχει πέσει σε χαμηλό 17 μηνών.

Γιαυτό και το φθινόπωρο με την πιθανότητα όξυνσης των ενεργειακών προβλημάτων αλλά και των πολιτικών, αναμένεται με μεγάλη ανησυχία στην Ευρώπη.

Διαβάστε ακόμη:

H αποτυχημένη πρόβλεψη του πληθωρισμού σε γραφήματα

Νίκος Περατικός: Από εφοπλιστής, επικεφαλής σε κέντρο αποτοξίνωσης στην Αντίγκουα (pics + vid)

Νικόλαος Παπαγεωργίου: Η ζωή και η κληρονομιά ενός εθνικού ευεργέτη (pics)