Αναβαθμίζει τις προβλέψεις της για το ελληνικό ΑΕΠ η Citigroup σε έκθεση της, αναφέροντας ότι το βελτιωμένο οικονομικό κλίμα και η δημοσιονομική υπεραπόδοση της Αθήνας έχουν αποκαταστήσει σε κάποιο βαθμό την εμπιστοσύνη των ξένων επενδυτών στην ελληνική οικονομία.

Συγκεκριμένα, η αμερικανική τράπεζα εκτιμά ότι η ανάπτυξη θα διαμορφωθεί σε επίπεδα κοντά στο 2% τόσο για φέτος όσο και για το 2020, από προηγούμενη εκτίμηση για 1,5% ετησίως.

Ο οίκος υπογραμμίζει ότι τα πολιτικά ρίσκα εμφανίζονται σημαντικά μειωμένα σήμερα στην Ελλάδα, σε σχέση με τέσσερα χρόνια πριν. Η δημοσιονομική πολιτική έχει γίνει λιγότερο περιοριστική, ήδη πριν τις φοροαπαλλαγές της Νέας Δημοκρατίας, ενώ οι αυξημένες αναπτυξιακές προοπτικές ίσως αρκούν για νέες αναβαθμίσεις του ελληνικού αξιόχρεου.

H πρόσφατη βελτίωση του οικονομικού κλίματος, σε συνδυασμό με την άρση των τελευταίων capital controls και την πιο χαλαρή δημοσιονομική πολιτική, λογικά θα στηρίξουν την εγχώρια ζήτηση. Την ίδια στιγμή, τα σχέδια για κρατική στήριξη στις προσπάθειες των τραπεζών να μειώσουν τα κόκκινα δάνεια (NPLs), εάν υλοποιηθούν, θα βοηθήσουν στην ενίσχυση της εγχώριας ρευστότητας, που παραμένει περιορισμένη.

Ωστόσο, η αύξηση της εγχώριας κατανάλωσης δύσκολα θα ξεπεράσει το 1% ετησίως μεσοπρόθεσμα, λόγω αντίξοων δημογραφικών τάσεων και πολύ χαμηλών επιπέδων αποταμίευσης. Παρά τις σημαντικές μεταρρυθμιστικές προσπάθειες και τη μεγάλη εσωτερική υποτίμηση, η εξαγωγική ανταγωνιστικότητα έχει βελτιωθεί λιγότερο από ό,τι σε άλλες περιφερειακές οικονομίες της ευρωζώνης, που δέχτηκαν διάσωση.

Τα εγχώρια επίπεδα αποταμίευσης είναι ακόμη ανεπαρκή για να ευθυγραμμιστούν με τις ανάγκες της ελληνικής οικονομίας για επενδύσεις, που έχουν μειωθεί κατά 65% από το 2007. Ο εγχώριος καθαρός δανεισμός μειώνεται ακόμη, καθώς οι τράπεζες επιβαρύνονται από το μεγάλο ύψος των NPLs, που πάντως μειώνονται. Ο δρόμος για διατηρήσιμη υψηλότερη ανάπτυξη και σταθερό μειούμενο λόγο χρέους προς ΑΕΠ είναι ακόμη ανοδικός, υπογραμμίζει.

Οι ξένοι επενδυτές

Η ικανότητα του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη να υλοποιήσει τις δεσμεύσεις του για τις φοροελαφρύνσεις εξαρτάται κατά πολύ από την προθυμία του να αντιμετωπίσει πολιτικά δύσκολα εμπόδια, όπως το ξεκαθάρισμα με τα κόκκινα δάνεια, η επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων και μεταρρυθμίσεις που θα βελτιώσουν το επιχειρείν στη χώρα.

Ισως καταστεί αναγκαία μια περαιτέρω μείωση των συντάξεων, για να απελευθερωθεί δημοσιονομικός χώρος.

Εν κατακλείδι, η Ελλάδα παραμένει εξαρτημένη από τα σκαμπανεβάσματα στην εμπιστοσύνη των ξένων επενδυτών, που πρακτικά παραμένουν η κύρια πηγή χρηματοδότησης για την οικονομία.