Σε μια ενεργειακή μέγγενη θα παραμείνουν επί μακρόν οικονομίες, επιχειρήσεις και νοικοκυριά, καθώς το ράλι ανόδου μπορεί να ανακοπεί μέσα στην άνοιξη και να υπάρξει σε έναν βαθμό αποκλιμάκωση, πλην οι τιμές εκτιμάται πως θα παραμείνουν σε συγκριτικά υψηλά επίπεδα για ολόκληρο το 2022, ενισχύοντας το κύμα του πληθωρισμού που ήδη έχει αρχίσει να σαρώνει διεθνώς.

Αναλυτές, στελέχη επενδυτικών τραπεζών και θεσμικά όργανα της ενεργειακής αγοράς εκτιμούν ότι στο επόμενο διάστημα, το πιθανότερο προς το τέλος του πρώτου τριμήνου και τις αρχές του δεύτερου, αναμένεται κορύφωση των τιμών, την οποία θα διαδεχθεί μια εξομάλυνση προς το δεύτερο εξάμηνο του έτους. Η ACER, η ευρωπαϊκή ρυθμιστική αρχή, στην τελευταία της εκτίμηση για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, τόνισε πως δεν αναμένεται να υπάρξει αποκλιμάκωση από τα τρέχοντα υψηλά επίπεδα των τιμών της ενέργειας πριν από τον Απρίλιο του 2022.

Ωστόσο, υπάρχει διάσταση εκτιμήσεων σε σχέση με το πόσο ουσιαστική θα είναι αυτή η αποκλιμάκωση, με δεδομένο ότι η ζήτηση για ενέργεια θα παραμείνει υψηλή. Και τούτο γιατί, καθώς οι οικονομίες εξέρχονται από την πανδημική κρίση και οι παραγωγικές και μη δραστηριότητες ανακάμπτουν, η ζήτηση θα αυξάνεται χωρίς, στην παρούσα φάση, η προσφορά να είναι επαρκής. Η Ευρώπη δύσκολα θα θελήσει να βιώσει έναν ακόμη χειμώνα με μειωμένα αποθέματα φυσικού αερίου, σημειώνουν οι αναλυτές, κάτι που θα αποτυπωθεί στην αγορά προς το τρίτο τρίμηνο του έτους. Επιπρόσθετα, οι όποιες προβλέψεις διέπονται από υψηλό βαθμό αβεβαιότητας λόγω της έντασης μεταξύ Ρωσίας – Ουκρανίας, καθώς στο ενδεχόμενο περαιτέρω όξυνσης, πολλώ δε μάλλον πολεμικής σύρραξης, τα όποια σενάρια τινάζονται στον αέρα.

 

Οι συγκλίνουσες προβλέψεις συνηγορούν σε ένα σενάριο σύμφωνα με το οποίο οι ενεργειακές τιμές θα παραμείνουν αυξημένες, με βραχύχρονα διαλείμματα, για το σύνολο του 2022. H Citi έχει προειδοποιήσει πως οι υψηλές τιμές στο ρεύμα και το φυσικό αέριο θα διατηρηθούν έως το 2023, ενώ οι προβλέψεις για το πετρέλαιο μετά το πρόσφατο ράλι δεν είναι ευοίωνες, με τη ζήτηση να μην επιτρέπει ομαλοποίηση της κατάστασης και παρά τις δεσμεύσεις για απεξάρτηση από ορυκτά καύσιμα, προκαλώντας ισχυρές πληθωριστικές πιέσεις.
Στο ίδια μήκος κύματος, οι αναλυτές της Αlpha Bank ανέφεραν πως η ραγδαία άνοδος των τιμών της ενέργειας σε συνδυασμό με την αυξημένη ζήτηση αγαθών και υπηρεσιών μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων και με τις διαταραχές στις εφοδιαστικές αλυσίδες, οι οποίες αυξάνουν τα κόστη μεταφοράς και παραγωγής, έχουν τροφοδοτήσει ισχυρές πληθωριστικές πιέσεις παγκοσμίως, μεγεθύνοντας την αβεβαιότητα για την επίπτωση της ταχείας ανόδου των τιμών.

Οι τιμές στο φυσικό αέριο

Θρυαλλίδα της ενεργειακής κρίσης που έχει ξεσπάσει είναι το φυσικό αέριο, η χονδρική τιμή του οποίου έχει σπάσει κάθε ρεκόρ. Οι προβλέψεις κάθε άλλο παρά αισιόδοξες είναι, με τους αναλυτές να μιλούν για μια «τέλεια καταιγίδα», χωρίς να φαίνονται σύντομα σημάδια αποκλιμάκωσης και επιστροφής στα προ κρίσεως επίπεδα τιμών.

Οπως εξηγούν αναλυτές, παράγοντες όπως η απόφαση της Ρωσίας να μην αυξήσει τις προμήθειες προς την Ευρώπη πέραν των συμφωνηθέντων, η μείωση της παραγωγής στα πυρηνικά εργοστάσια της Γαλλίας, οι εξελίξεις γύρω από τον Nord Stream 2, η διαρκώς αυξανόμενη ζήτηση από τις βιομηχανίες της Κίνας, η μείωση της παραγωγής και οι άδειες δεξαμενές στην Ευρώπη και, κυρίως, η εξέλιξη της κρίσης στην Ουκρανία δεν επιτρέπουν περιθώρια αισιοδοξίας.

Πρόσφατα το ΔΝΤ μέσω του World Economic Outlook εκτίμησε πως οι τιμές στο φυσικό αέριο θα παραμείνουν υψηλές για όλο το 2022, με περιόδους εξάρσεων μέσα στη χρονιά, πριν ξεκινήσει η αποκλιμάκωση. Η όποια ουσιώδης υποχώρηση τοποθετείται το 2023, όταν θα ισορροπήσουν τα επίπεδα προσφοράς και ζήτησης. Αντίστοιχα, η Κομισιόν στην έκθεση στην οποία περιλαμβάνονται οι χειμερινές προβλέψεις για την πορεία της ευρωπαϊκής οικονομίας στο σκέλος της ενέργειας προβλέπει πως οι τιμές για το φυσικό αέριο (και για τον ηλεκτρισμό) θα παραμείνουν υψηλές και σε επίπεδα πάνω από εκείνα που είχε προβλέψει. Κάνει, ομοίως, λόγο για ένα δύσκολο 2022, κυρίως στο πρώτο εξάμηνο, με τις όποιες εκτιμήσεις αποκλιμάκωσης να τοποθετούνται από την άνοιξη του 2023 και μετά. Μάλιστα, η Κομισιόν στην έκθεσή της παραδέχεται πως οι όποιες αυξήσεις λόγω ενέργειας δεν έχουν ακόμη περάσει στο σύνολό τους στις τιμές των αγαθών, εντείνοντας τους φόβους για επέλαση του πληθωρισμού πέραν του αναμενομένου.

Το ανησυχητικό είναι πως παρά την υποχώρηση των τιμών στο φυσικό αέριο σε σχέση με τους προηγούμενους μήνες, όταν η αγορά είδε τιμές σε ιστορικά υψηλά, η τάση όπως αποτυπώνεται στα futures δεν φανερώνει ουσιαστική αποκλιμάκωση. Και αυτό διότι, μεταξύ άλλων, τα αποθέματα στις ευρωπαϊκές εγκαταστάσεις αποθήκευσης φυσικού αερίου είναι χαμηλά, κάτι που αναμένεται να συντηρήσει τις υψηλές τιμές στην Ευρώπη. Η τιμή για το συμβόλαιο Μαρτίου (Dutch TTF Gas Futures) διαμορφώνεται στα επίπεδα των 74 ευρώ/Mwh, για τους επόμενους μήνες τα futures κυμαίνονται μεταξύ 72-74 ευρώ, υποχωρούν κάτω από τα 71 ευρώ/Mwh το τρίτο τρίμηνο του 2022 και ανεβαίνουν ξανά το τελευταίο τρίμηνο του έτους στα 73 ευρώ/MWh. Η όποια ουσιαστική αποκλιμάκωση αποτυπώνεται μετά το πρώτο εξάμηνο του 2023, με μια εκτιμώμενη υποχώρηση της τάξης του 35%-40% από τα τρέχοντα επίπεδα. Οποιαδήποτε πρόβλεψη, ωστόσο, σε τέτοιο χρονικό ορίζοντα δεν μπορεί να είναι ασφαλής, δεδομένου ότι το γεωπολιτικό και οικονομικό περιβάλλον έχει καταστεί εξαιρετικά σύνθετο και αρκεί μια αρνητική εξέλιξη για να ανατρέψει τα δεδομένα, πόσο μάλλον όταν η κατάσταση στα ουκρανικά σύνορα παραμένει εξαιρετικά ρευστή. Με το 45% περίπου της συνολικής κατανάλωσης στην Ευρώπη σε μέσους όρους να προέρχεται από τη Ρωσία και τη Gazprom (σ.σ. υπάρχουν και χώρες που το ρωσικό αέριο φθάνει στο 100%), ενδεχόμενη πολεμική ανάφλεξη στην Ουκρανία θα έχει απρόβλεπτες συνέπειες, ανεβάζοντας αυτόματα την τιμή του πάνω από τα 200 ευρώ/Mwh, σύμφωνα με την Capital Economics. Με δεδομένες τις υψηλές τιμές φυσικού αερίου και σε συνδυασμό με τις υψηλές τιμές των δικαιωμάτων εκπομπής διοξειδίου άνθρακα, οι χρηματιστηριακές τιμές ηλεκτρισμού αναμένεται να παραμείνουν στα επίπεδα πέριξ των 220 ευρώ/MWh, με το βασικό σενάριο να προβλέπει υποχώρηση προς τα 180 ευρώ/MWh τους επόμενους μήνες του έτους. Πρόκειται, ωστόσο, για τιμές τριπλάσιες των αντίστοιχων περσινών, με αποτέλεσμα να ενισχύεται το βασικό σενάριο των αναλυτών που προβλέπει πως οι τιμές χονδρικής δύσκολα θα επιστρέψουν στα προ κρίσης επίπεδα νωρίτερα από τα τέλη του 2023. Η μέση τιμή χονδρικής του ρεύματος τον Ιανουάριο διαμορφώθηκε στα 227 ευρώ ανά μεγαβατώρα, τον Δεκέμβριο στα 235 ευρώ/Mwh και τον περασμένο Νοέμβριο στα 228 ευρώ/Mwh.

Αμείωτη και η ζήτηση για πετρέλαιο

Με τις τιμές του πετρελαίου να έχουν ήδη σκαρφαλώσει σε υψηλά επταετίας, καταγράφοντας μια άνοδο της τάξης του 350% από τα χαμηλά των 20 δολ./βαρέλι τον Απρίλιο του 2020, οι αναλυτές προβλέπουν συνέχιση του ράλι εξαιτίας ενός συνδυασμού παραγόντων. Με την τρέχουσα τιμή στα επίπεδα των 90 δολαρίων το βαρέλι για το brent, η αμερικανική τράπεζα Morgan Stanley προβλέπει ως πιθανό σενάριο τα 100 δολάρια το βαρέλι ως σημείο ισορροπίας, ενώ υπάρχουν και reports που τοποθετούν την τιμή ακόμη και στα 120 δολάρια το βαρέλι στο ενδεχόμενο εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία.

Τα άσχημα νέα για τις οικονομίες συνεχίζονται, αφού και η αμερικανική επενδυτική τράπεζα εκτιμά ότι έως τα μέσα του 2022 η αγορά πετρελαίου θα επηρεαστεί από έναν συνδυασμό τριών κρίσιμων παραγόντων:
1. Τα χαμηλά αποθέματα, τα οποία έχουν μειωθεί σημαντικά ήδη το 2021, αλλά σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της M.S. θα είναι ακόμη χαμηλότερα μέχρι το τέλος του 2022.
2. Τη χαμηλή πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα, η οποία έχει ήδη μειωθεί από περίπου 6,5 εκατ. βαρέλια την ημέρα πριν από ένα χρόνο, σε περίπου 3,4 εκατ. βαρέλια και πιθανότατα θα υποχωρήσει κάτω από τα 2 εκατ. βαρέλια μέχρι τα μέσα του έτους.
3. Την απουσία νέων παραγωγικών επενδύσεων στην αγορά πετρελαίου. Λόγω της παγκόσμιας πολιτικής για απεξάρτηση από ορυκτά καύσιμα, η κατανάλωση και η παραγωγή υποτίθεται ότι θα μειωθούν κατά περίπου 30% έως το 2030, ενώ η πραγματική ζήτηση δεν παρουσιάζει τέτοια τάση.

Το κλειδί για την πορεία του κλάδου των πετρελαιοειδών (βενζίνη, αεροπορικά καύσιμα, πετρέλαιο κίνησης κ.ά.) είναι ότι όλα τα προϊόντα παρουσιάζουν ισχυρή ζήτηση, ενώ τα αποθέματα έχουν πέσει σε χαμηλά επίπεδα. H Morgan Stanley καταλήγει ότι το brent θα παραμείνει κοντά στα επίπεδα των 88 δολ./βαρέλι στο πρώτο τρίμηνο του έτους, και θα κινηθεί στα 95 δολάρια το δεύτερο τρίμηνο και στα 100 δολάρια για όλο το δεύτερο εξάμηνο, πριν πέσει ελαφρώς στα 95 δολάρια το πρώτο τρίμηνο του 2023. Αντίστοιχες τιμές προβλέπει και για το WTI, όπου από τα 85 δολάρια το πρώτο τρίμηνο φέτος, οι τιμές θα ανέβουν περισσότερο στα 97,5 δολάρια μέχρι τέλος του έτους.

Από την πλευρά της η Goldman Sachs, μία από τις κορυφαίες επενδυτικές τράπεζες στον κόσμο, βλέπει τις τιμές του brent να ανεβαίνουν λόγω rebalancing μεταξύ προσφοράς και ζήτησης στα 90 δολ./βαρέλι και να αγγίζουν τα 100 δολάρια το τρίτο τρίμηνο του 2022 λόγω του μεγάλου ελλείμματος αποθεμάτων και να φθάνουν ακόμη και τα 105 δολ./βαρέλι το 2023. Συνολικά, η Goldman Sachs ισχυρίζεται πως η αποκλιμάκωση των τιμών του πετρελαίου θα απαιτήσει χρόνο και δεν θα πραγματοποιηθεί νωρίτερα του 2023.

Ωστόσο, όλα μπορούν να ανατραπούν στην περίπτωση εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία. O βετεράνος στρατηγικός αναλυτής Ντέιβιντ Ρος, επικεφαλής της Ιndependent Strategy, μιλώντας στο CNBC, θεώρησε δεδομένο πως το αργό θα φθάσει στα 120 δολ./βαρέλι στην περίπτωση πολεμικής σύρραξης στην Ουκρανία, προειδοποιώντας πως σε ένα τέτοιο σενάριο θα υπάρξουν κλυδωνισμοί συνολικά για την παγκόσμια οικονομία.

Αντίστοιχα, η J.P. Morgan προειδοποίησε πως οι τιμές του πετρελαίου θα μπορούσαν να εκτοξευθούν στα 120 δολ./βαρέλι εάν οι εξαγωγές αργού της Ρωσίας εκτροχιαστούν λόγω των εξελίξεων με την Ουκρανία. Η JPM σε έκθεσή της αναφέρει πως εάν οι εξαγωγές ρωσικού πετρελαίου μειωθούν στο μισό, οι τιμές του πετρελαίου brent πιθανότατα θα ανέλθουν στα 150 δολ. το βαρέλι. Το ρεκόρ όλων των εποχών στις τιμές πετρελαίου καταγράφηκε τον Ιούλιο του 2008, όταν το brend εκτινάχθηκε στα 147,50 δολ./βαρέλι.

Η Ρωσία συγκαταλέγεται στους μεγάλους παραγωγούς πετρελαίου στον κόσμο και οι αναλυτές ανησυχούν πως στο ενδεχόμενο πολέμου θα προχωρήσει σε διακοπή της ροής χρησιμοποιώντας το πετρέλαιο ως γεωπολιτικό όπλο, κάτι που θα εκτοξεύσει την τιμή του μαύρου χρυσού στα ύψη.

Και όλα αυτά με τον OPEC να προβλέπει πως καθώς οι οικονομίες ανακάμπτουν, βιομηχανίες, αεροπορικές εταιρείες και μεγάλοι καταναλωτές θα ανεβάσουν περαιτέρω τη ζήτηση για πετρέλαιο το 2022, τοποθετώντας τον πήχη στα 4,2 εκατ. βαρέλια την ημέρα.

Διαβάστε ακόμη

Αρ. Παντελιάδης: Επενδύσεις 18 εκατ. σε φωτοβολταϊκά για να μειωθεί το ενεργειακό κόστος των MyMarket και ΜΕΤΡΟ

To deal που ψήνουν στην ΕΛΛΑΚΤΩΡ, τα «κόκκινα» ξενοδοχεία της Intrum, η βροχή από συμφωνίες στις ασφαλιστικές και τα μυστήρια του τζόγου 

Brown Ηotels: Ντεμπούτο για τα πρώτα resorts των Ισραηλινών εκτός Αθηνών σε τρεις προορισμούς (pics)