«Τείχος ανοσίας» στις παθογένειες και τις υστερήσεις δεκαετιών και αιώνων στην ελληνική οικονομία επιχειρεί να υψώσει για τα επόμενα πολλά χρόνια η κυβέρνηση με το νέο Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, θέτοντας τον φιλόδοξο στόχο-πρόκληση να διασφαλίσει διατηρήσιμη υψηλή ανάπτυξη επί δύο δεκαετίες, μέχρι το 2040 τουλάχιστον.

Το ελληνικό σχέδιο κατατέθηκε στις Βρυξέλλες από τον επικεφαλής της Ομάδας Δράσης Θεόδωρο Σκυλακάκη και είναι από τα πρώτα που καλείται να εγκρίνει το Συμβούλιο Υπουργών Οικονομικών (Ecofin) στις 18 Ιουνίου.

Στις 50 σελίδες μελετών και ανάλυσης (Greece 2.0 – Overall Impact), τις οποίες η κυβέρνηση απέστειλε ως τεκμηρίωση στις Βρυξέλλες, περιγράφονται οι οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις όλων των μέτρων της προσεχούς εξαετίας (2021-2026). Και εκεί αποκαλύπτεται ότι τα 32 δισ. του Ταμείου δεν αναλώνονται απλώς σε «μιας χρήσης» μέτρα για ανάκαμψης «μια κι έξω», που θα είχαν ως στόχο να ανακτήσει η ελληνική οικονομία άμεσα το 8,2% του ΑΕΠ που έχασε το 2020, ώστε να επιστρέψει το 2022 εκεί που ήταν το 2019.

Η Εκθεση Επιπτώσεων, την οποία φέρνει στο φως το «ΘΕΜΑ», περιγράφει πώς η κυβέρνηση αξιοποιεί τρεις -και όχι μία- «προωθητικές μηχανές» για την οικονομία ώστε να προσδώσει πολλαπλασιαστική ισχύ στα χρήματα του Ταμείου.

Αυξάνονται επενδύσεις και μισθοί

Με το σχέδιο αυτό, όταν θα εξαντλείται η κινητήριος δύναμη της μιας «μηχανής», θα δίνει ώθηση στην οικονομία η επόμενη, προσδοκώντας διατηρήσιμη ανάπτυξη «κατά κύματα» για τα επόμενα πολλά χρόνια.

Πώς μεταφράζονται όλα αυτά συνολικά;

Ανάπτυξη σταθερά πάνω από 2% κάθε χρόνο από το 2025 και μέχρι το 2040 μόνο ως άμεση συνέπεια του Ταμείου.

Αύξηση στις ιδιωτικές επενδύσεις κατά 3%-5% από το 2021 έως το 2023, 6%-7% τη διετία 2024-2025 και πάνω από 8% από το 2026 και μετά, έως 15,7% το 2040.

Αύξηση της απασχόλησης από 0,75% το 2021 ή 1%-2% ως το 2023 σε πάνω από 2% σταθερά έως και το 2030, και πάνω από 4,5% το 2040.

Οι πραγματικοί μισθοί, αντί αύξησης μόλις 0,64% φέτος το 2022 τριπλασιάζοναι (+1,96%) και μετά αυξάνονται κατά 3% το 2023, κατά 4% το 2024, κατά 5% το 2025 και κατά 5,5% το 2026. Το 2030 αυξάνονται κατά 7,5% και το 2040 εκτοξεύονται με ρυθμό +13,3%

Τι αλλάζει άμεσα, αλλά και πού οδηγούν χρόνο με τον χρόνο όλα αυτά;

Αμεσα θα φανεί ωφέλεια από τα ευρωπαϊκά κονδύλια που θα έρθουν στην Ελλάδα (όπως συνήθως γίνεται και για τα χρήματα από κοινοτικά ταμεία, ΕΣΠΑ κ.λπ.).

Προτού εξαντλήσουν τη δυναμική τους θα φέρει αποτελέσματα πριν και μετά το 2026 η διαδικασία με τα δάνεια και έργα με λεφτά των ιδιωτών.

Οταν περάσει η επήρεια και αυτών των ροών, τότε την ανάπτυξη στη χώρα θα συντηρούν έως το 2040 οι μεταρρυθμίσεις που θα έρχονται για να αλλάξουν την εικόνα και το παραγωγικό μοντέλο της Ελλάδας που ξέρουμε.

Η δύναμη των μεταρρυθμίσεων

Μετά την πρώτη δεκαετία οι μεταρρυθμίσεις θα έχουν μείνει ως μόνη κινητήριος δύναμη για πολλαπλάσια ανάπτυξη. Ανάπτυξη που δεν θα είχε ίσως ποτέ η χώρα γιατί αν δεν έρρεε ο πακτωλός των 32 δισ., δεν θα άντεχε να περιμένει για καιρό πότε θα αποδώσουν οι μεταρρυθμίσεις ώστε να φανεί πολυπόθητη ανάκαμψη και αύξηση εισοδημάτων.

Τέτοιες αλλαγές είναι:

Ιδιωτικές Επενδύσεις: Το Ταμείο μετατρέπεται σε οιονεί νέο Επενδυτικό Νόμο με fast track διαδικασίες έγκρισης και «by pass» με εξαιρετικά «αντιγραφειοκρατικές» διαδικασίες! Το πρόβλημα με τους επενδυτικούς νόμους στην Ελλάδα ήταν οι καθυστερήσεις. Αν χρειάζεται, π.χ., 3 χρόνια ελέγχους για να πάρει μπροστά μια επένδυση, τότε η αγορά είναι διαφορετική και το επενδυτικό σχέδιο έχει αποτύχει προτού ξεκινήσει. Μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης αυτό αλλάζει. Ο επενδυτής δεν θα περάσει από καμία δημόσια υπηρεσία για υπογραφές και φακέλους.

Πιστοποιημένοι σύμβουλοι, που θα επιλεγούν από ένα ειδικό μητρώο που θα συσταθεί, θα αναλαμβάνουν το επενδυτικό σχέδιο ώστε να τηρεί τους όρους επιλεξιμότητας. Το Δημόσιο θα ελέγχει εκ των υστέρων δειγματοληπτικά τους συμβούλους για τις επενδύσεις που προώθησαν και δανειοδοτήθηκαν από τις τράπεζες, παίρνοντας ταυτόχρονα την ενίσχυση από το Ταμείο Ανάκαμψης.

Μικρομεσαίοι: Ποσό 1,5 δισ. ευρώ από επιχορηγήσεις που με τη μόχλευση θα ανέλθουν στα 3,5 δισ. ευρώ θα κατευθυνθούν στις ΜμΕ. Οι τράπεζες θα τους δώσουν περισσότερα δάνεια γιατί το κράτος δεν μπαίνει ως εγγυητής, αλλά ως συγχρηματοδότης. Οσο μεγαλύτερο είναι το κόστος δανεισμού ενός μικρομεσαίου σήμερα τόσο μεγαλύτερα είναι η κρατική επιδότηση και το άμεσο κέρδος του από τη διαφορά επιτοκίων ώστε να μπορέσει να πάρει και μερίδιο από την «παλέτα» των δράσεων και έργων που θα προωθούνται ως επιλέξιμες δαπάνες του Ταμείου. Για παράδειγμα, τέτοιες είναι ο ψηφιακός μετασχηματισμός για ΜμΕ με 375 εκατ. ευρώ, η αναβάθμιση του τουριστικού προϊόντος (τουρισμός ευεξίας, αγροτουρισμός κ.λπ.) με 260 εκατ. ευρώ, η αγροδιατροφή με 250 εκατ. ή το «Εξοικονομώ» με 450 εκατ. ευρώ που απευθύνεται μόνο στις επιχειρήσεις.

Αύξηση της παραγωγικότητας: η αξιοποίηση ψηφιακών εργαλείων και μεταρρυθμίσεων στην αγορά υπηρεσιών και εργασίας αποτελεί προϋπόθεση για υψηλούς μισθούς, θέσεις εργασίας και μικρότερη ανεργία. Μετά από 15 χρόνια αποεπένδυσης, η χώρα χρειάζεται καινούρια τεχνολογία και φυσικό κεφάλαιο. «Αν εργάζεται με έναν υπολογιστή του 2000, δεν μπορεί ο εργαζόμενος να παράγει την ίδια δουλειά, ούτε η επιχείρηση να πουλά περισσότερα και καλύτερα προϊόντα, άρα δεν μπορεί να έχει τα ίδια έσοδα ή να δίνει τους ίδιους μισθούς με μια άλλη ανταγωνιστική που έχει ό,τι πραγματικά χρειάζεται», λένε στο οικονομικό επιτελείο.

«Κατά κύματα» ανάπτυξη έως το 2040

Τόνοι μελάνης έχουν χυθεί για να γραφτούν χιλιάδες σελίδες εκθέσεων, μελετών και αναλύσεις από εθνικούς και διεθνείς οργανισμούς (ΟΟΣΑ, Κομισιόν, Διεθνές Γραφείο Εργασίας, Παγκόσμια Τράπεζα, ΔΝΤ, Τράπεζα της Ελλάδος) ή think tanks (ΙΟΒΕ, ΙΝΕ-ΓΣΕΕ, Levy Economic Institute κ.λπ.). Και όλες διερευνούν τις πηγές της οικονομικής κακουχίας της χώρας μας. Η Ελλάδα έχει αποτελέσει case study παγκοσμίως για το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας, το επενδυτικό κενό, τη χαμηλή παραγωγικότητα, τα γραφειοκρατικά εμπόδια στην αγορά, τα τεράστια χρέη, την ανεργία, τα εισοδήματα κ.λπ.

Βάζοντας κάτω όλες αυτές τις έρευνες, εκθέσεις και μελέτες που έχουν γίνει διαχρονικά στην Ελλάδα και διεθνώς, δεν αμφιβάλλει κανείς για το τι φταίει. Φαντάζει όμως σχεδόν ουτοπικό ότι μπορεί να αρθούν οι παθογένειες που οδηγούν σε καθήλωση και οπισθοδρόμηση την Ελλάδα.

Ολα αυτά τα δεδομένα και οι έρευνες, όμως, ποσοτικοποιούν αριθμητικά την ανάπτυξη που χάνεται κάθε χρόνο. Η Εκθεση Επιπτώσεων τα αξιοποιεί για να υπολογίσει την επίδραση (impact) όσων δρομολογούνται να γίνουν στους οικονομικούς και τους κοινωνικούς δείκτες. Και θέτει ως αφετηρία τη σύγκριση ανάμεσα στο πού βρίσκεται και πού θα μπορούσε να είχε φτάσει, αν ήθελε, η Ελλάδα. Το στοίχημα αυτό βάζει η χώρα για τα επόμενα 20 χρόνια, όπως αποκαλύπτει ο φάκελος τεκμηρίωσης. Και πιστοποιεί τι θέλει να κάνει διαφορετικά ή καλύτερα από όσα ήδη ξέραμε (ΚΠΣ, ΕΣΠΑ, ΠΔΕ, αναπτυξιακοί νόμοι κ.λπ.) μέσω του Σχεδίου Ανάκαμψης: δεν δίνει μόνο επιδοτήσεις, ούτε κινητοποιεί απλώς συγχρηματοδοτούμενες επενδύσεις (με επιπλέον 25 δισ. ιδιωτικά κεφάλαια), αλλά συνοδεύεται από μεταρρυθμίσεις. Ετσι, έχει τρεις διαφορετικές παραμέτρους που οδηγούν σε 3 διαφορετικές φάσεις και είδη επιπτώσεων.

Για να διατηρήσει δυναμική ανάπτυξης η Ελλάδα για τα επόμενα πολλά χρόνια, παρότι το τελευταίο ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης θα έχει δοθεί τον Αύγουστο του 2026 στη χώρα, το σχέδιο είναι το εξής:

Επιδοτήσεις 17,8 δισ. για μια 6ετία: Στην πρώτη 6ετία η επίδραση από τα άμεσα κονδύλια-επιδοτήσεις είναι σταθερή και γραμμική (1%-1,5% του ΑΕΠ) και σχεδόν μηδενίζεται όταν τελειώσουν οι εκταμιεύσεις. Το 2022 αναμένεται «μπουμ» επιχορηγήσεων στην αγορά. Ως το 2026, όμως, οι επιδοτήσεις από το εξωτερικό προς το εσωτερικό τελειώνουν και η επίδρασή τους στην οικονομία σβήνει. Αποδεικνύεται άμεση μεν, αλλά σύντομη, όπως συνήθως γινόταν με τα ΕΣΠΑ και ΚΠΣ που βοηθούσαν στην ανάπτυξη μέχρι να τελειώσουν τα χρήματα.

Δάνεια 12,8 δισ. ευρώ: Για την επόμενη 10ετία τη μεγάλη ώθηση θα δίνουν τα έργα που θα γίνονται με δάνεια προς τον ιδιωτικό τομέα. Αυτά εμφανίζουν πολύ καλύτερη δυναμική και τα οφέλη μεγαλώνουν μετά τα 5 πρώτα χρόνια. Γιατί δεν τελειώνει η ανάπτυξη όταν τελειώσουν τα χρήματα, αλλά όταν η επένδυση θα έχει βγάλει πλέον τα λεφτά της και δεν θα προσθέτει πλέον κάτι καινούριο στον οικονομικό κύκλο και την παραγωγική δραστηριότητα. Η ευνοϊκή επίδρασή τους τελειώνει μετά από 12-15 χρόνια, όταν αποσβένονται οι επενδύσεις που έγιναν με τα δάνεια αυτά.

Μεταρρυθμίσεις: Η άμεση ή έμμεση ωφέλεια ξεπερνά την επίδραση από τα κοινοτικά κονδύλια. Η συμβολή τους στην ανάπτυξη δεκαπλασιάζεται στα επόμενα 10 ή 20 χρόνια. Για την ακρίβεια, η αναπτυξιακή δυναμική διατηρείται και αυξάνεται όσο περνάνε τα χρόνια αντί να εξασθενεί, όπως δείχνει και ο σχετικός πίνακας.

Διαβάστε ακόμη:

Επενδυτική έκρηξη βλέπουν τώρα επιχειρηματίες και funds

Έρχονται 15.000 ραβασάκια με φόρους… κατ’ εκτίμηση!

Αποζημίωση ειδικού σκοπού: Τις επόμενες ημέρες η ενεργοποίηση του μέτρου – Οι δικαιούχοι