Τις προθέσεις τους για τον Φορέα που θα αποκτά κάθε χρόνο περί τα 3.000 με 5.000 ακίνητα των ευάλωτων οφειλετών που θα πτωχεύουν έχουν αρχίσει να εκδηλώνουν οι ενδιαφερόμενοι επενδυτές εν αναμονή της προκήρυξης που αναμένεται μέχρι τα τέλη Νοεμβρίου.

Σύμφωνα με αρμόδιες πηγές, μολονότι οι σχετικές διαβουλεύσεις με την κυβέρνηση θα ξεκινήσουν σε δεύτερο χρόνο και οπωσδήποτε μετά την εκδήλωση ενδιαφέροντος, η επενδυτική κοινότητα έχει ήδη ζητήσει τέσσερα «ανταλλάγματα», προκειμένου να συμμετάσχουν στο νέο σχήμα. «Για να δεχθούν οι επενδυτές να βάλουν τα χρήματά τους θα πρέπει να είναι σίγουροι πως θα λάβουν και τις κατάλληλες αποδόσεις. Οι αποδόσεις αυτές, έτσι όπως είναι σήμερα το σχήμα, κυμαίνονται σε χαμηλό μονοψήφιο ποσοστό. Άρα, επιβάλλεται να γίνουν κάποιες αλλαγές», σχολιάζουν χαρακτηριστικά στο newmoney.

Συγκεκριμένα, οι επενδυτές φέρεται να ζητούν:

1) Ελάφρυνση του Φορέα από φορολογικά βάρη. Όπως εξηγούν, δεν μπορεί, για παράδειγμα, να υφίσταται η λογική του ΕΝΦΙΑ, ενώ θα πρέπει να δοθεί λύση και στο κομμάτι των μεταβιβάσεων.

2) Να μην χρειάζονται τακτοποιήσεις τα ακίνητα, παρά μόνον όταν πωλούνται από τον Φορέα σε κάποιον επενδυτή ή ιδιώτη, με την νομιμοποίηση τυχόν αυθαιρεσιών να βαραίνει τον τελευταίο.

3) Να υπάρχει κάποιου είδους εγγύηση του Δημοσίου, όπως στην περίπτωση του «Ηρακλή». Το Δημόσιο, δηλαδή, να εγγυηθεί τα δάνεια που θα πάρει ο επενδυτής, ο οποίος θα συμμετέχει στη χρηματοδότηση του Φορέα με ιδία συμμετοχή 20% και το υπόλοιπο 80% μέσω δανεισμού. «Εάν πάει στις τράπεζες θα του ζητήσουν επιτόκια 5% – 6%, περιορίζοντας σημαντικά τις όποιες αποδόσεις. Για να έχει, όμως, ένα 10% απόδοση πρέπει να έχει γύρω στο 15% – 16% από όλη την διαχείριση, αφαιρώντας το χρηματοοικονομικό κόστος. Με την εγγύηση του Δημοσίου, ωστόσο, δύναται να διαπραγματευτεί με την τράπεζα, ώστε να μειώσει το ύψος του επιτοκίου», αναφέρουν.

Αξίζει να αναφερθεί πως στο Νόμο τονίζεται το εξής: «το Δημόσιο, κατά την απόλυτη διακριτική ευχέρεια δύναται να επιλέξει να παρέχει εγγυήσεις προς τον Φορέα, το είδος, το ύψος, η έκταση, καθώς και το αντάλλαγμα των οποίων θα προσδιοριστούν στη Φάση Β’, αφού ληφθούν υπόψη τα αποτελέσματα του ανταγωνιστικού διαλόγου. Η παροχή κάθε τέτοιας εγγύησης θα είναι υπό την επιφύλαξη των κανόνων του Ευρωπαϊκού Δικαίου περί κρατικών ενισχύσεων, συμπεριλαμβανομένης και της έγκρισής καθεστώτος ενίσχυσης από την αρμόδια Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής». Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, αυτό που θα μπορούσε να γίνει είναι είτε να δοθεί εγγύηση σε περίπτωση έκδοσης ομολόγου (βλ. «Ηρακλής») είτε στις εξασφαλίσεις, στα collaterals, δηλαδή, που θα ζητήσουν οι τράπεζες.

4) Αύξηση της επιδότησης. Το ύψος της κρατικής επιδότησης επί του μισθώματος που θα πρέπει να καταβάλει ο ευάλωτος ώστε να συνεχίσει να στεγάζεται στο ακίνητο – πρώτη κατοικία κυμαίνεται από 70 ευρώ έως και 210 ευρώ (αναλόγως της οικογενειακής κατάστασης). «Το συγκεκριμένο ποσό ορίστηκε σε μία εποχή, όπου τα ενοίκια ήταν πολύ χαμηλά. Τώρα η αγορά έχει ανέβει, ενώ το 2023, οπότε και εκτιμάται ότι θα τεθεί σε πλήρη λειτουργία ο Φορέας, η κτηματαγορά θα έχει ενισχυθεί περαιτέρω», τονίζουν οι παραπάνω πηγές.

Η κυβέρνηση, πάντως, δεν φαίνεται να εξετάζει αυτό το ενδεχόμενο, μιας και η αύξησή του θα συμπαρέσυρε επίδομα στέγασης/ενοικίου που λαμβάνουν περισσότεροι από 250.000 δικαιούχοι με ό, τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για τον προϋπολογισμό.

Εν αναμονή της απάντησης της DGComp για το ενδιάμεσο καθεστώς

Την απάντηση της Επιτροπής Ανταγωνισμού της Κομισιόν στην πρόταση τραπεζών και servicers για την καταβολή μιας ελάχιστης δόσης που θα έχει χαρακτήρα μισθώματος και θα επιδοτείται από το κράτος, ύψους από 70 ευρώ – 210 ευρώ, βάσει οικογενειακής κατάστασης, οικονομικών και περιουσιακών κριτηρίων, αναμένει η κυβέρνηση.

Πρόκειται για μία πρόταση, η οποία θα λειτουργεί ως ενδιάμεσο καθεστώς μέχρις ότου τεθεί σε λειτουργία ο Φορέας, βάζοντας «φρένο» στους πλειστηριασμούς των ευάλωτων δανειοληπτών. Εάν, για παράδειγμα, η εμπορική αξία της πρώτης κατοικίας είναι 120.000 ευρώ και το μέσο επιτόκιο 3%, τότε το ετήσιο μίσθωμα διαμορφώνεται σε 3.600 ευρώ ετησίως. Αυτό σημαίνει ότι το μηνιαίο μίσθωμα θα είναι 300 ευρώ, με την κρατική επιδότηση να φτάνει για μία πενταμελή οικογένεια τα 210 ευρώ.

«Το χρέος ιδιωτών και επιχειρήσεων παραμένει, δεν εξαφανίζεται μέσω της μεταφοράς τους από τους ισολογισμούς των τραπεζών στις εταιρείες διαχείρισης. Για τον λόγο αυτό είναι σημαντικό να μπορέσουν αυτές να διαχειριστούν όσο πιο αποτελεσματικά γίνεται το απόθεμα των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων που έχουν αναλάβει. Αυτό προϋποθέτει πλήρη αξιοποίηση του Εξωδικαστικού Μηχανισμού Ρύθμισης Οφειλών και των λοιπών διατάξεων του πρόσφατου νόμου περί Ρύθμισης οφειλών και παροχής δεύτερης ευκαιρίας, την λειτουργία του Φορέα Απόκτησης και Επαναμίσθωσης του νόμου 4738/2020, αλλά και προσπάθεια επιτάχυνσης τη απονομής δικαιοσύνης, όπου εκκρεμούν σχετικές διαδικασίες ή αποφάσεις», τόνισε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), κ. Γιάννης Στουρνάρας, στο πλαίσιο της Τακτικής Ετήσιας Γενικής Συνέλευσης των servicers, με τον πρόεδρο του ΔΣ της ΕΕΔΑΔΠ και διευθύνοντα σύμβουλο της doValue, κ. Αναστάσιο Πανούση, να υπογραμμίζει: «Η σύσταση του Φορέα Απόκτησης & Επαναμίσθωσης ακινήτων που προβλέπει το νέο πλαίσιο προστασίας της πρώτης κατοικίας έχει μετατεθεί χρονικά, αλλά αναμένεται οι διαδικασίες να ολοκληρωθούν μέσα στο επόμενο έτος. Η λειτουργία του Φορέα είναι κομβική στην αποτελεσματικότερη εφαρμογή του νέου Πτωχευτικού Κώδικα».

Διαβάστε ακόμα:

Ποιοι κλάδοι οδηγούν την ανάπτυξη πάνω από το 7%

Ανοίγουν οι πλατφόρμες για το επίδομα θέρμανσης και τα τέλη κυκλοφορίας

«Κούρεμα» ενοικίων: Καθυστερούν οι αποζημιώσεις για υπεκμισθώσεις