Δείτε όλα τα σημαντικά φορολογικά γεγονότα του Δεκεμβρίου

Παραγραφή απαιτήσεων κατά του Δημοσίου στην πενταετία

Με την υπ’ αριθμ. 2001/2024 εγκύκλιο ΑΑΔΕ δόθηκαν διευκρινίσεις επί των διατάξεων του Κώδικα Φορολογικών Διαδικασιών (ΚΦΔ), σε συνδυασμό με τις διατάξεις του ν. 4270/2014 (Δημόσιο Λογιστικό), αναφορικά με την παραγραφή των απαιτήσεων κατά του Δημοσίου που πηγάζουν από φόρο, τέλος ή εισφορά που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ΚΦΔ, καθώς και από κάθε άλλη διάταξη νόμου, για τις οποίες έχει εκδοθεί τίτλος πληρωμής.

Ειδικότερα διευκρινίστηκε ότι οι απαιτήσεις που πηγάζουν από αχρεωστήτως καταβληθέντα φόρο, τέλος ή εισφορά που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ΚΦΔ, καθώς και από κάθε άλλη διάταξη νόμου για τις οποίες έχει εκδοθεί τίτλος πληρωμής, παραγράφονται μετά την πάροδο πενταετίας από την εκκαθάριση του ΑΦΕΚ.

Νέες προϋποθέσεις για εφαρμογή εμμέσων τεχνικών ελέγχου

Σύμφωνα με το άρθρο 27 παρ. 1 του Ν. 4174/2013, από 01.01.2014 και μετά διενεργείται φορολογικός έλεγχος με βάση τις έμμεσες τεχνικές προσδιορισμού φορολογητέας ύλης. Στο ανωτέρω άρθρο προβλέπεται ο υπολογισμός της φορολογητέας ύλης με τις εξής μεθόδους: α) την αρχή των αναλογιών, β) την ανάλυση ρευστότητας του φορολογούμενου, γ) την καθαρή θέση του φορολογούμενου, δ) την σχέση της τιμής πώλησης προς το συνολικό όγκο κύκλου εργασιών και ε) το ύψος των τραπεζικών καταθέσεων και των δαπανών σε μετρητά.

Στο άρθρο 28 του Ν. 4172/2013 προβλέπονταν οι βασικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή των εμμέσων τεχνικών ελέγχου.

Ειδικότερα, ως αιτίες διενέργειας φορολογικού ελέγχου με τις ανωτέρω έμμεσες τεχνικές ήταν οι ακόλουθες α) όταν τα λογιστικά αρχεία δεν τηρούνται ή οι οικονομικές καταστάσεις δεν συντάσσονται σύμφωνα με τον νόμο για τα λογιστικά πρότυπα, ή β) όταν τα φορολογικά στοιχεία ή τα λοιπά προβλεπόμενα σχετικά δικαιολογητικά δεν συντάσσονται σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, ή γ) όταν τα λογιστικά αρχεία ή φορολογικά στοιχεία δεν προσκομίζονται στη Φορολογική Διοίκηση μετά από σχετική πρόσκληση

Με νέο νόμο που ψηφίστηκε τον Δεκέμβριο (άρθρο 14 του Ν. 5073/2023) τροποποιήθηκε το άρθρο 28 του Ν. 4172/2013 και πλέον για φορολογικά έτη 2023 και εφεξής προστέθηκαν τρείς ακόμα βασικές προϋποθέσεις, ήτοι:

α) όταν υπάρχει σημαντική αναντιστοιχία μεταξύ των δηλούμενων οικονομικών μεγεθών, ιδίως των αγορών, των πωλήσεων και των αποθεμάτων,

β) όταν δεν επαληθεύεται ο συντελεστής μικτού κέρδους που προκύπτει από τα δηλούμενα αποτελέσματα με αυτόν που προκύπτει βάσει των παραστατικών αγορών και πωλήσεων ή υπάρχει αδικαιολόγητη μεταβολή αυτού μεταξύ διαδοχικών ετών και

γ) όταν δηλώνεται ζημία σε τρία (3) τουλάχιστον συνεχόμενα φορολογικά έτη και δεν προκύπτει ο τρόπος χρηματοδότησης της επιχείρησης, με τον οποίο καλύπτονται οι υποχρεώσεις της.

Περαιτέρω τροποποιήθηκε η περίπτωση γ που προέβλεπε τα λογιστικά αρχεία ή φορολογικά στοιχεία να μην έχουν προσκομιστεί στη Φορολογική Διοίκηση μετά από σχετική πρόσκληση, ώστε ο προσδιορισμός του εισοδήματος με τη χρήση έμμεσων μεθόδων ελέγχου να επέρχεται αν τα φορολογικά στοιχεία δεν προσκομισθούν στη Φορολογική Διοίκηση μετά από δύο σχετικές προσκλήσεις, αντί για μια και να τεθεί σχετική προθεσμία.

Έλεγχοι σε κοινούς λογαριασμούς

Με απόφαση του ΣτΕ (1438/2023) κρίθηκε ότι η ΠΟΛ.1228/2014 δεν ρυθμίζει την εξεύρεση του φορολογητέου εισοδήματος του ελεγχόμενου και το τεκμήριο περί ισοκατανομής του ενεργητικού κοινού τραπεζικού λογαριασμού δεν είναι αμάχητο.

Σύμφωνα με την ανωτέρω απόφαση, η ΠΟΛ.1228/2014 αφορά την κατάσχεση καταθέσεων προς εξόφληση οφειλών καθώς και οδηγίες για την αποστολή, από κοινούς λογαριασμούς, εμβασμάτων στο εξωτερικό και τον καταρχήν επιμερισμό της στους δικαιούχους και όχι την εξεύρεση, κατά τον φορολογικό έλεγχο που διενεργείται, των φορολογητέων εισοδημάτων του φορολογούμενου.

Ωστόσο το κατά το άρθρο 493 του Αστικού Κώδικα τεκμήριο, σύμφωνα με το οποίο οι συνδικαιούχοι τραπεζικού λογαριασμού έχουν δικαίωμα σε ίσα μέρη στο ενεργητικό του, δεν εφαρμόζεται «άνευ ετέρου».

Η φορολογική αρχή, στα πλαίσια εξακρίβωσης του φορολογητέου εισοδήματος, λαμβάνοντας υπόψη ότι ο συνδικαιούχος του κοινού λογαριασμού έχει δικαίωμα ανάληψης ολόκληρου του ποσού της χρηματικής κατάθεσης (αγνοώντας την εσωτερική σχέση μεταξύ των συνδικαιούχων η οποία καθορίζει και το μεταξύ τους δικαίωμα αναγωγής) και συγκεντρώνοντας διάφορα αποδεικτικά στοιχεία (λ.χ. πληροφορίες τρίτων προσώπων, ελεγκτικές επαληθεύσεις στα βιβλία και στοιχεία των συνδικαιούχων) δύναται ευλόγως να θεωρήσει ότι η περιουσία του ελεγχόμενου προσαυξήθηκε από άγνωστη ή μη διαρκή ή μη σταθερή πηγή ή αιτία καθ’ όλο το ποσό της χρηματικής κατάθεσης.

Στον ελεγχόμενο εναπόκειται να αποδείξει -με την προσαγωγή κατάλληλων αποδεικτικών στοιχείων- ότι τα χρήματα δεν ανήκουν πράγματι σε αυτόν, ή ότι ανήκουν σε αυτόν κατά το ήμισυ ή κατά άλλο ποσοστό.

Υπό αντίθετη, άλλωστε, εκδοχή, δηλαδή εάν υποχρεούνταν η φορολογική αρχή να θεωρήσει ότι το ποσό καταθέσεως σε κοινό λογαριασμό επιμερίζεται «άνευ ετέρου» και «αυτομάτως» ισομερώς σε όλους τους συνδικαιούχους, θα καταστρατηγούνταν οι διατάξεις του εδαφίου β΄ της παρ. 3 του άρθρου 48 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Κ.Φ.Ε.), αφού αφενός ο φορολογούμενος, προς αποφυγή των φορολογικών του υποχρεώσεων, θα άνοιγε διάφορους τραπεζικούς λογαριασμούς με συνδικαιούχους συγγενικά, φιλικά ή η μη υποκείμενα σε φόρο εισοδήματος πρόσωπα, αφετέρου θα επιρρίπτονταν στη φορολογική αρχή το βάρος απόδειξης της πραγματικής πηγής ή αιτίας του ποσού της κατάθεσης.

Ανάκληση φορολογικής δήλωσης λόγω νομικής πλάνης

Το Συμβούλιο της Επικρατείας με την υπ’ αριθμό 2019/2023 απόφασή του έκανε δεκτή Αίτηση Αναίρεσης φορολογούμενης εταιρείας, αναπέμποντας την υπόθεση προς νέα, νόμιμη κρίση, στο δικάσαν Διοικητικό Εφετείο, το οποίο είχε απορρίψει ως απαράδεκτη την Προσφυγή της εταιρείας, με την οποία ζητείτο η ανάκληση των τριμηνιαίων δηλώσεων φόρου επί ζύθου που είχε υποβάλει, καθώς και την έντοκη επιστροφή, ως αχρεώστητου, του φόρου ζύθου που είχε καταβάλει, επί τη βάσει των εν λόγω δηλώσεων.

Ενώπιον του ΣτΕ η εταιρεία προέβαλε ως λόγο αναίρεσης ότι οι διατάξεις του άρθρου 19 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, δεν αποκλείουν την δυνατότητα άσκησης απευθείας προσφυγής, με αίτημα την ανάκληση, λόγω νομικής πλάνης, ήδη υποβληθείσας φορολογικής δήλωσης και την επιστροφή του, βάσει αυτής, αχρεωστήτως καταβληθέντος φόρου.

Όπως επισημάνθηκε από το Συμβούλιο της Επικρατείας, εσφαλμένως το δικάσαν Διοικητικό Εφετείο δέχθηκε πως η απευθείας άσκηση προσφυγής για την ανάκληση φορολογικής δήλωσης, λόγω νομικής πλάνης, είναι ασύμβατη με την καθιερωθείσα, υπό του άρθρου 63 ΚΦΔ, ενδικοφανή διαδικασία, ο σκοπός και το ωφέλιμο αποτέλεσμα της οποίας δεν αναιρούνται, εκ μόνης της αναγνώρισης της δυνατότητας άσκησης απευθείας προσφυγής, διαπίστωση μάλιστα που ισχύει σε περιπτώσεις κατά τις οποίες, όπως εν προκειμένω, η ανάκληση ζητείται κατ’ επίκληση της αντίθεσης των εθνικών φορολογικών διατάξεων προς τους κανόνες του ενωσιακού δικαίου, για ζήτημα δηλαδή που η αρμόδια για την εξέταση των ενδικοφανών προσφυγών υπηρεσία, κατά πάγια πρακτική, θεωρεί ότι δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητά της.

Διαβάστε ακόμη

«Βαρόμετρο» το 10ετές: Ερχεται πολύ «χρήμα» μετά την επενδυτική βαθμίδα

Παραδίδεται το Άκτιο-Αμβρακία παρουσία Μητσοτάκη 16 έτη μετά την προκήρυξη του πρώτου διαγωνισμού

Με λίγα «κλικ» θα εκδίδεται κοινή φορολογική και ασφαλιστική ενημερότητα

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ