Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) σπεύδουν απόψε να συναντηθούν με τηλεδιάσκεψη προκειμένου να προετοιμάσουν την απάντησή τους στην μη-αναμενόμα επικριτική δικαστική απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Γερμανίας, που δημιουργεί αμφιβολίες για το μεγαλύτερο πρόγραμμα καταπολέμησης κρίσεων που διαθέτει η τράπεζα, την ποσοστική χαλάρωση (QE/PCPP).

Οι αξιωματούχοι έχουν πλέον μόλις τρεις μήνες για να αποδείξουν στο ανώτατο δικαστήριο της Γερμανίας ότι το πρόγραμμα αγοράς περιουσιακών στοιχείων, το οποίο έχει αγοράσει χρέος ύψους 2,7 τρισ. ευρώ από το 2015 και προσθέτει ποσά κάθε μήνα, είναι σύμφωνο με το Γερμανικό νόμο.

Η σημερινή δικαστική απόφαση δεν επιβάλλει την άμεση παύση των αγορών και δεν επηρεάζει το ξεχωριστό πρόγραμμα των 750 δισ. ευρώ που ξεκίνησε τον Μάρτιο για την καταπολέμηση της κρίσης που προκαλεί ο κορωνοϊός.

Δημιουργεί, ωστόσο, ερωτηματικά σχετικά με το πόσο μακριά μπορεί η ΕΚΤ να φτάσει την παροχή νομισματικών κινήτρων. Η τηλεδιάσκεψη εχει προγραμματιστεί για τις 6 μ.μ. (ώρα Φρανκφούρτης).

«Νομική χειροβομβίδα»

Ο επικεφαλής οικονομολόγος της Berenberg χαρακτήρισε την απόφαση «νομική χειροβομβίδα», προσθέτοντας ότι «παραμένει ανοιχτό το ερώτημα για το κατά πόσο οι περιορισμοί του γερμανικού συνταγματικού δικαστηρίου θα έχουν αντίκτυπο στις αντιλήψεις της αγοράς για την αποτελεσματικότητα της ΕΚΤ απέναντι στην τρέχουσα οικονομική κατάσταση έκτακτης ανάγκης».

Η αρχική ανταπόκριση των επενδυτών ήταν έκπληξη – το ευρώ υποχώρησε κατά 0,5% στα 1,0850 δολάρια. Οι αποδόσεις των ομολόγων παρουσίασαν διακυμάνσεις ενώ οι αποδόσεις των ιταλικών και ισπανικών ομολόγων (χώρες των οποίων οι οικονομίες δέχονται ισχυρές πιέσεις) ανέβηκαν.

Ασκήσεις ισορροπίας

Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Όλαφ Σολτζ προσπάθησε να υποβαθμίσει την απόφαση, δηλώνοντας ότι το δικαστήριο “αποφάνθηκε σαφώς” ότι το QE δεν είναι νομισματική χρηματοδότηση και το πρόγραμμα συμμορφώνεται με το γερμανικό σύνταγμα.

Πρόσθεσε επίσης ότι η απόφαση υποδεικνύει την ανάγκη «περαιτέρω εμβάθυνσης και εντατικοποίησης της ευρωπαϊκής συνεργασίας» – αναγνωρίζοντας εμμέσως το βάρος που έχει αναλάβει η ΕΚΤ καθώς οι κυβερνήσεις πασχίζουν να συμφωνήσουν σε μια κοινή δημοσιονομική ώθηση για την αντιμετώπιση του κορωνοϊού.

Αυτός είναι ο κίνδυνος για την νομισματική ένωση. Η απόφαση θα μπορούσε να αποκλείσει την γερμανική Κεντρική Τράπεζα (Bundesbank) από το πρόγραμμα αγοράς περιουσιακών στοιχείων, το οποίο πραγματοποιεί αγορές 20 δισ. ευρώ το μήνα, έχοντας ανακοινώσει επιπλέον αγορές 120 δισ. ευρώ στο πλαίσιο των μέτρων για την καταπολέμηση της τρέχουσας ύφεσης.

Με τη Γερμανία να είναι η μεγαλύτερη οικονομία της ζώνης του ευρώ, η κεντρική της τράπεζα αντιπροσωπεύει το μεγαλύτερο μερίδιο αγορών. Στις δηλώσεις του ο Σολτς πρόσθεσε ότι η κεντρική τράπεζα της Γερμανίας θα μπορούσε να συνεχίσει προς το παρόν να συμμετέχει στο πρόγραμμα,  προσθέτοντας ότι «Αυτό που είναι σημαντικό για μένα είναι ότι η αλληλεγγύη στην Ευρωπαϊκή Νομισματική Ένωση δεν τίθεται υπό αμφισβήτηση».

Ο επικεφαλής της Bundesbank, Γιενς Βάϊντμαν έχει στο παρελθόν τοποθετηθεί κατά του προγράμματος QE. Ωστόσο μετά την απόφαση του δικαστηρίου δήλωσε ότι θα στηρίξει τις προσπάθειες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να δικαιολογήσει τις μαζικές αγορές κρατικών ομολόγων και να κερδίσει την υποστήριξη του ανώτατου δικαστηρίου της Γερμανίας.

«Το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο επισημαίνει σημαντικά χαρακτηριστικά του Προγράμματος Αγοράς του Δημόσιου Τομέα (PSPP), τα οποία, συνολικά, διασφαλίζουν επαρκές περιθώριο ασφαλείας για τη νομισματική χρηματοδότηση των κυβερνήσεων», ανέφερε σε δήλωσή του ο Βάϊντμαν. «Με σεβασμό στην ανεξαρτησία του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, θα υποστηρίξω τις προσπάθειες για την εκπλήρωση αυτής της απαίτησης.»

Οι κίνδυνοι από την απόφαση

Η απόφαση «αναφέρεται αποκλειστικά στο καθήκον της ΕΚΤ να ελέγχει τις δράσεις της στη βάση της κατευθυντήριας γραμμής της αναλογικότητας και να την τεκμηριώνει», δήλωσε ο πρόεδρος του δικαστηρίου Αντρέας Βοσκούλ. «Με κανέναν τρόπο δεν μπλοκάρεται η ΕΚΤ.»

Ωστόσο, αυτό εξακολουθεί να αυξάνει την προοπτική μελλοντικών προκλήσεων σε ένα πρόγραμμα τόνωσης που η ΕΚΤ επιμένει ότι είναι ένα βασικό μέρος των μέτρων της για την αναζωογόνηση της οικονομίας και την αποκατάσταση του πληθωρισμού. Ανοίγει επίσης την πόρτα για δράση κατά του προγράμματος για την καταπολέμηση της πανδημίας, από το οποίο έχουν αφαιρεθεί τα περισσότερα από τα όρια που περιόριζαν το QE.

Πόλεμος δικαστηρίων

Η απόφαση έχει επίσης ευρύτερες επιπτώσεις για την Ευρωπαϊκή Ένωση, καθως δοκιμάζει τη σχέση μεταξύ του Δικαστηρίου της ΕΕ και των εθνικών δικαστηρίων.  Η τελευταία γερμανική απόφαση η οποία αμφισβητεί ευθέως την αποφαση του ευρωπαϊκού δικαστηρίου «είναι μια πρόσκληση για άλλες χώρες να αγνοήσουν απλώς εκείνες τις αποφάσεις που δεν τους αρέσουν», δήλωσε στο Bloomberg ο Χοακίν Γουιλαντ, καθηγητής νομικής στο Πανεπιστήμιο Διοικητικών Επιστημών.